Στην Ελλάδα, η ερχόμενη ελαιοπαραγωγή, όσο προχωρεί ο χρόνος, φαίνεται να είναι αρκετά χαμηλή. Όπως προκύπτει από δικές μας πληροφορίες από την Κρήτη και άλλες ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας δύσκολα θα ξεπεράσει τους 200.000 τόνους συμφωνα με τον Δρ Νίκο Μιχελάκη, πρώην Δ/ντή του Ινστιτούτου Ελιάς Χανίων και Επιστ. Σύμβουλο του ΣΕΔΗΚ.
Οπως σημειώνει, πρόσφατα δημοσιεύματα (Ύπαιθρος 10.9.21) την φέρουν σε ύψος 215.000 τόνους και μειωμένη κατά 15% σε σχέση με την περσινή.
Ωστόσο η μείωση είναι πολύ μεγαλύτερη και υπερβαίνει το 30% αν συγκριθεί με την μέση παραγωγή της τελευταίας 10/ετιας (2011-20), η οποία σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΣΕ (Πιν.1) ήταν 274.000 τόνους.
Στην Κρήτη, η τρέχουσα παραγωγή, μάλλον θα είναι χαμηλότερη του μέσου όρου και δύσκολα θα φτάσει τους 70.000 τόνους.
Οι βροχές που έπεσαν τελευταία (8.9.21) σε ελαιοκομικές περιοχές ήταν οπωσδήποτε ευεργετικές, αλλά ήταν πολύ εντοπισμένες. Στην Κρήτη π.χ., ενώ ήταν αρκετές στα βόρεια παράλια των Χανίων, ήταν μηδαμινές στις άλλες περιοχές. Έτσι, δεν φαίνεται να μπορούν να ανατρέψουν την συνολικά δυσμενή κατάσταση της χώρας.
Πάντως, σύμφωνα με την ΑΕΜΟ και άλλες χώρες της λεκάνης της Μεσογείου όπως η Ιταλία, Μαρόκο, Τουρκία-Συρία στις εκτιμήσεις στο Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (ΔΣΕ), αναθεώρησαν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους.
Στην Ισπανία
Ο Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Ισπανίας (ΑΕΜΟ) προέβλεψε αρχές Σεπτεμβρίου ότι η ερχομένη ελαιοπαραγωγή της χώρας, θα είναι χαμηλή έως μέση και θα κυμανθεί σε περίπου 1.300.000 τόνους, ενώ παράλληλα εκτίμησε ότι οι τιμές παραγωγού θα διατηρηθούν σταθερές ή και υψηλότερες ανάλογα με την πορεία των βροχών.
Η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώνει ανάλογη πρόβλεψη των «Αγρό-διατροφικών Συνεταιρισμών Ισπανίας», στις αρχές Αυγούστου, (βλ. ΕΛΑΙΟΝΕΑ www.sedik.gr 5.8.21), σύμφωνα με την οποία η παραγωγή της χώρας για την περίοδο 2021/2022, θα ανέλθει σε 1.345.000 τόνους.
Έτσι, δυο μεγάλες Οργανώσεις της Ισπανίας επιβεβαίωσαν τις πληροφορίες που κυκλοφορούσαν ανεπίσημα, ότι η ερχομένη παραγωγή της χώρας θα είναι χαμηλότερη κατά 300.00 τόνους από την περσινή η οποία σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου ήταν 1.596.000 τόνους.
Το γεγονός αυτό, βέβαια, είναι αξιοσημείωτο γιατί η παραγωγή της Ισπανίας που κατά μ.ο. την τελευταία 10/ετία αποτελεί σχεδόν το μισό της παγκόσμιας και το 70% της Ευρωπαϊκής παίζει σημαντικότατο ρόλο στο παγκόσμιο ισοζύγιο προσφοράς ζήτησης και κατά συνέπεια στην διαμόρφωση των τιμών παραγωγού.
Παράλληλα, όμως, εξηγεί και την μέχρι τώρα καθυστέρηση των προσκείμενων στις μεγάλες βιομηχανίες εμπειρογνωμόνων που συνήθως σπεύδουν να ανακοινώσουν τις προβλέψεις τους όταν η παγκόσμια παραγωγή είναι υψηλή, προφανώς για να ευνοήσουν κλίμα χαμηλών τιμών παραγωγού, ενώ καθυστερούν η σιωπούν όταν είναι χαμηλή όπως η ερχομένη.θεμα 1 2
Οπωσδήποτε η ΑΕΜΟ (αντίστοιχη του ΣΕΔΗΚ στην Ισπανία) σημειώνει ότι η πρόβλεψη της μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο εάν οι βροχές του Φθινοπώρου είναι ικανοποιητικές, δεδομένου ότι οι ξηρικοί ελαιώνες φέρουν εμφανή σημάδια αφυδάτωσης, η οποία δεν ευνοεί τον σχηματισμό ελαιολάδου στους καρπούς. Επομένως, υποστηρίζει η ΑΕΜΟ «υπάρχει πραγματικός κίνδυνος, εάν δεν βρέξει σύντομα, οι αποδόσεις ελαιολάδου να είναι πάλι χαμηλές».
Επίσης, όπως ανάφερε η ΑΕΜΟ, τα φετινά αποθέματα στην Ισπανία είναι μόλις 400.000 τόνους, ποσότητα πολύ χαμηλότερη από την αντίστοιχη περσινή που καλύπτει μόλις 2,5 μήνες εμπορίας. Τελικά, αντιμετωπίζουμε μια χρονιά με μέτρια παραγωγή που αρχίζει με ένα πολύ χαμηλότερο απόθεμα.
Συμπερασματικά, η AEMO προβλέπει ότι η αγορά θα παραμείνει προς το παρόν σταθερή ενώ οι επόμενες βροχές «θα σηματοδοτήσουν ή όχι κάποια αύξηση σε σχέση με τις σημερινές τιμές που κυμαίνονται στα 3,30€/κιλό για το Έξτρα». Παράλληλα υπογραμμίζει ότι «δεν υπάρχει απολύτως κανένα σημείο που θα μας έκανε να προβλέψουμε πτώση των τιμών για τους επόμενους μήνες»