Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ενδείξεις πιθανής ανάκαμψης για την τιμή του ελαιολάδου καταγωγής Ελλάδας. Οι τοπικοί εμπειρογνώμονες επισημαίνουν τα πλεονεκτήματα για τους Έλληνες καλλιεργητές που ενδέχεται να προκύψουν από τις χαμηλότερες αποδόσεις που αναμένονται τόσο στην Ισπανία όσο και στην Ιταλία.
Η πρώιμη συγκομιδή ξεκινησε στη Λακωνία, όπου οι ελαιοκαλλιεργητές συλλέγουν την Αθηνολιά – μια από τις αρχαίες και σπάνιες ελληνικές ποικιλίες ελιών.
Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Μπατσάκη, επικεφαλής ενός κρητικού αγροτικού συνεταιρισμού, το πρώτο νέο ελαιόλαδο θα πρέπει να φτάσει στην αγορά εντός του τέλους του μήνα με τις τιμές που αναμένεται να αυξηθούν.
Οι ειδικοί, έγραψαν την τοπική εφημερίδα Agrotypos, πως πιστεύουν ότι ο άσχημος καιρός στην Ιταλία τις τελευταίες εβδομάδες, και συγκεκριμένα σε εξαιρετικά παραγωγικές περιοχές όπως η Τοσκάνη, η Απουλία και η Σικελία, θα πρέπει να βοηθήσουν το ελληνικό ελαιόλαδο να πετύχει καλύτερα στη διεθνή αγορά με αναμενόμενη άνοδο στις εξαγωγές προς την Ισπανία και την Ιταλία.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι ένα σημείο καμπής για να καταλάβουμε πού κατευθύνεται η αγορά θα είναι οι τιμές για τα πρώτα ελαιόλαδα, τα οποία αναμένεται να ανέβουν πολύ πάνω από 3 ευρώ ανά χιλιόγραμμο (3,56 $).
Στην Κρήτη
Την ίδια ώρα στην Κρήτη σταθερές σε χαμηλά επίπεδα παραμένουν οι τιμές του λαδιού. Συμφωνα με τον πρόσφατο χρονικά πίνακα από το παρατηρητήριο τιμων του ΣΕΔΗΚ, οι τιμές δεν παρουσιάζουν καμία αύξηση.
Βέβαια όπως έχει γράψει το newshub.gr τα μηνύματα είναι θετικά μετά τις πρώτες διερευνητικές κινήσεις που γίνονται κυρίως από την πλευρά των Ιταλών, η παραγωγή των οποίων φέτος αναμένεται μειωμένη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με πληροφορίες έχουν κατατεθεί προσφορές με την τιμή να είναι από 3 ευρώ και άνω, κάτι που δείχνει μια τάση προς τα… πάνω, για το ποσό που θα πληρώνεται το λάδι της ερχόμενης περιόδου.
Προβλέψεις και διαπιστώσεις
Τη στιγμή που σε κάποιες πρώιμες περιοχές η ελαιοκομιδή έχει ξεκινήσει στην Κρήτη, ήρθε η Ε.Ε. η οποία προχωρά σε προβλέψεις για την ερχόμενη ελαιοπαραγωγική περίοδο.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με την Ε.Ε. η ευρωπαϊκή παραγωγή αναμένεται στους 2,2 εκατ. τόνους, δηλαδή 17% αυξημένη σε σχέση με πέρυσι.
Για την Ελλάδα η ΕΕ προβλέπει μία παραγωγή στους 280.000 τόνους ενώ περίπου στα ίδια νούμερα προβλέπεται και η παραγωγή της Ιταλίας (290.000 τόνοι). Όσο για την Ιβηρική χερσόνησο η μελέτη εκτιμά ότι η ανομβρία και τα θερμά επεισόδια που έλαβαν χώρα θα διαμορφώσουν την φετινή ισπανική παραγωγή στους 1.550.000 τόνους και την πορτογαλική στους 100.000.
Προβλέψεις οι οποίες σε συνδυασμό με τα αποθέματα σε Ισπανία και Ιταλία, οδηγούν σε κάποια πρώτα συμπεράσματα.
Συγκεκριμένα στην Ισπανία ανακοινώθηκαν τα επίσημα στοιχεία για τον Αύγουστο σχετικά με την κατάσταση της ισπανικής αγοράς του ελαιολάδου
Σύμφωνα με αυτά, οι πωλήσεις ελαιολάδου (εσωτερική αγορά και εξαγωγές) ανήλθαν στους 110.000 τόνους. Συγκριτικά με τον Ιούλιο (137.435 τόνοι) υπήρξε μία αναμενόμενη πτώση της τάξης του 19,7%. Οι εισαγωγές υπολογίζονται στους 10.000 τόνους.
Πέρσι τον Αύγουστο του 2019 τα αποθέματα των ελαιοτριβείων ανερχόντουσαν στους 639.200 τόνους ενώ φέτος είναι μειωμένα κατά 47% (333.225 τόνοι).
Η νέα ισπανική παραγωγή 2020/21 έχει επηρεαστεί από την ξηρασία των τελευταίων μηνών και θα εξαρτηθεί από τις βροχοπτώσεις μέχρι τη συγκομιδή με τις προβλέψεις να δίνουν ένα μεγάλο άνοιγμα ποσότητας παραγωγής από 1.550.000 έως 1.700.000 τόνους, το οποίο μεταφράζεται σε κάθε περίπτωση σε ένα συνολικό διαθέσιμο ποσό της τάξης των 2.000.000 τόνων, και το οποίο θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις τιμές παραγωγού.
Στη γειτονική Ιταλία τα αποθέματα παρουσιάζουν σημαντική αύξηση κατά 43,1% σε σχέση με πέρυσι, φτάνοντας του 275.782 τόνους, έναντι των 192.706 τόνων του Αυγούστου 2019. Αυτό αποδεικνύεται από τα δεδομένα της ιταλικής Επιθεώρησης για την Προστασία της Ποιότητας των Τροφίμων, και σύμφωνα με πληροφορίες του oliofficina.it και του olivenews.gr.
Το ποσοστό του 71,5% αφορά σε αποθέματα έξτρα παρθένου, του οποίου τα αποθέματα επίσης αυξήθηκαν σε σχέση με πέρυσι κατά 59% (από 123.892 τόνους στις 31/8/19 σε 197.194 τόνους στις 31/8/20).
Eτσι και φέτος, η ευρωπαϊκή κατανάλωση προβλέπεται αυξημένη κατά 3,5%, γεγονός το οποίο σε συνδυασμό με την μείωση των εξαγωγών θα έχει ως αποτέλεσμα μία σταθερότητα στην ποσότητα των αποθεμάτων για το 2020/21.