Ιστορίες καθημερινής τρέλας, αδιαφορίας, σκληροκαρδίας και ασυνεννοησίας από τον π.Ανδρέα Κονάνο, ιστορίες που αφορούν όλους μας και έχουμε πολλά να διδαχθούμε ακούγοντάς τις.
Μπαίνει ο άντρας στο σπίτι.
«Η γυναίκα μου, πάτερ, είτε μπήκα είτε δεν μπήκα, καμία σημασία. Γυρισμένη πλάτη στην κουζίνα, καθάριζε χόρτα, μπαίνω κι ακούω μια φωνή
“Γύρισες πάλι; Σχολάσατε κιόλας; Δεν έχεις πουθενά αλλού να πας; Έπρεπε να έρθεις κατευθείαν σπίτι;”
Είτε μπήκα είτε δεν μπήκα σπίτι, για τη γυναίκα μου είναι σαν να μην υπάρχω. Δεν αξίζω τίποτε στα μάτια της».
Το ίδιο κι ο άντρας στη γυναίκα. Της δίνεις αξία και σημασία;
Όλοι το ζητάμε. Όλοι έχουμε ανάγκη να μας δίνουν αξία και προσοχή. Όταν σου λέει ο άλλος ένα «μπράβο», νιώθεις ενθάρρυνση, καταλαβαίνεις ότι βαδίζεις καλά και συνεχίζεις με όρεξη. Δεν είναι εγωισμός αυτό.
Είναι ο καλός λόγος που σου δίνει κουράγιο να συνεχίσεις.
Πάει η γυναίκα στο κομμωτήριο. Φτιάχνει το μαλλί της. Το βάφει, το περιποιείται. Γυρίζει στο σπίτι.
«Ο άντρας μου, πάτερ, είτε με είδε είτε δεν με είδε, ένα και το αυτό. Την άλλη ημέρα πάω στη δουλειά. Με βλέπει ο κύριος στο απέναντι γραφείο και μου λέει:
“Ωραίο look, πολύ ωραίο το χτένισμά σου, πολύ μου αρέσει η αλλαγή που έκανες!”
Διαβάστε εδώ: Ο τσομπάνος που πήγε στον Παράδεισο!
Ο άντρας μου δεν το πρόσεξε. Ο ξένος όμως το πρόσεξε». Γιατί, κύριε, δεν το πρόσεξες;… Για ποιον το έκανε αυτό η γυναίκα σου;
Για ποιον άλλαξε κι ομόρφυνε;
Για σένα. Μα εσύ δεν πιάνεις το μήνυμα.
Έλεγε μια γυναίκα: «Όταν ο άντρας μου βλέπει αθλητικά, πάτερ, τα πάντα σβήνουν και χάνονται. Την ώρα εκείνη δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο γι’ αυτόν. Ακόμα κι αν έμπαινα στο σαλόνι καβάλα σε άλογο, με ξέπλεκα μαλλιά που είχαν πάρει φωτιά, δεν θα με πρόσεχε. Όταν βλέπει αθλητικά, δεν γυρίζει να με κοιτάξει ούτε δευτερόλεπτο Εκείνη την ώρα δεν υπάρχει τίποτε γι’ αυτόν. Είμαι ανύπαρκτη».
Η τροφοδοσία της αξίας της ψυχής. Πολύ αναγκαία.
Το ίδιο όμως θέλουν και τα παιδιά.
Πες μια καλή κουβέντα στο παιδί σου.
Αναρωτιέσαι γιατί βγαίνει συνέχεια έξω.
Ξέρεις γιατί;
Γιατί έξω τον βλέπουν οι φίλοι του και του λένε: «Γεια σου, ρε μεγάλε». Γι’ αυτό.
Ενώ εσύ δεν του λες: «Γεια σου, μεγάλε». Εσύ του λες: «Είσαι άχρηστος. Θα μείνεις στουρνάρι. Πίσω θα πας στη ζωή. Ανεπρόκοπος.
Μια ζωή πληρώνουμε για σένα και τίποτε δεν κάνεις. Τσάμπα τα φροντιστήρια Μας αρρώστησες.
Μας καταξόδεψες».
Άκου λόγια! Δες ενθάρρυνση. Κάνουμε το παιδί σκουπίδι και μετά λέμε: «Γιατί δεν μ’ αγαπάει το παιδί; Γιατί το παιδί με βλέπει και τρέχει μακριά μου; Και τρέχει σε πλατείες κι άλλα στέκια, και πάει με τους φίλους του, και πάει σε ξένα σπίτια;» Γιατί; Γιατί εκεί το αγαπούν με τον τρόπο που μπορούν. Κι εσύ σίγουρα αγαπάς το παιδί σου.
Μα δεν το δείχνεις. Το θέμα δεν είναι να αγαπάς μόνο, αλλά να το δείχνεις κιόλας. Όλοι αγαπάμε.
Μα καταλήγουμε να το δείχνουμε στους τάφους μόνο, στους νεκρούς. Εκεί, όλο συναίσθημα, ποίηση, μελό και κλάμα. Όσο ο άνθρωπός σου ζει τον «ψήνεις» κανονικότατα. Μετά δάκρυα και πόνος. Μα είναι αργά.
* Από το βιβλίο του π. Ανδρέα Κονάνου «Όλα του γάμου δύσκολα…» των εκδόσεων Άθως.