Άρθρο του Νίκου Φελέκη – δημοσιεύθηκε στο matrix24.gr
Ανυπερθέτως η εβδομάδα που διέρρευσε δεν ήταν και η καλύτερη για τον Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνησή του. Κάποιοι εκ των κυβερνητικών παραγόντων τη χαρακτήρισαν και “διαβολοβδομάδα” αφού τα όσα έλαβαν χώρα περισσότερο αρνητικό αντίκτυπο είχαν παρά θετικό, όπως ανέμενε το Μαξίμου. Ας ξεκινήσουμε με τον Παύλο Πολλάκη. Η προκλητική συμπεριφορά και οι εμπρηστικές δηλώσεις του αναπληρωτή υγείας με αφορμή, αυτή τη φορά, τις αποκαλύψεις για το καταναλωτικό δάνειο των 100.000 € που έλαβε από την Τράπεζα Αττικής, προκάλεσε, χωρίς καμμία αμφιβολία ζημιά στην κυβέρνηση. Το παραδέχονται όλοι. Ακόμη κι όσοι δημοσίως δεν τον “αδειάζουν”, αποδοκιμάζουν τουλάχιστον το ύφος του και πάντως στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους απορούν και αυτοί “με τον Αλέξη που δεν τον έχει ακόμη απομακρύνει”. Παρότι στο υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός προσπάθησε να λάβει κάποιες αποστάσεις από τον “κρητίκαρο”, που κατά τον αοιδό Κραουνάκη, “θέλουν όλες οι λούγκρες”, συστήνοντάς του να μην πέφτει στις παγίδες που του στήνουν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι, εν τούτοις οι περισσότεροι στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι ο Πολλάκης βρίσκεται στο στενό πυρήνα των φίλων του Τσίπρα και ως εκ τούτου θεωρούν ότι είναι σχεδόν απίθανο ο πρωθυπουργός να τον καρατομήσει.
Εξ άλλου, όπως λένε, ο Τσίπρας καταλαβαίνει μεν ότι του κάνει ζημιά στον σκεπτόμενο κόσμο της αριστεράς και του Κέντρου, όμως αποδέχεται το κόστος επειδή τον θέλει “να αλυχτάει” όχι μόνον τώρα που είναι στην κυβέρνηση, αλλά και αύριο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί στην αντιπολίτευση. Λέγεται μάλιστα, ότι ο Παύλος Πολλάκης προκειμένου να επανεκλεγεί βουλευτής ενδέχεται να μετακομίσει στην Αττική βάζοντας υποψηφιότητα είτε, το πιθανότερο, στη Β’ Πειραιώς είτε στο δυτικό τομέα της Β’ Αθηνών, όπου είναι ισχυρό το “αυριανικό” κομμάτι των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και στο οποίο οι μετοχές του Πολλάκη είναι πολύ ψηλά. Σημειώνουμε ότι ο Πολλάκης εκλέγεται στα Χανιά. Και οι τέσσερεις έδρες του νομού ανήκουν, λόγω της ιδιοτυπίας του εκλογικού νόμου, στον ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα πιθανολογείται ότι το σκορ θα αλλάξει υπέρ της ΝΔ. Ακόμη και στην περίπτωση που αντί για 4-0, γίνει 3-1 ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες επανεκλογής είναι ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης και όχι ο Πολλάκης. Βεβαίως τυχόν μετακόμιση του Πολλάκη στην Αττική θα θεωρηθεί και ως παραδοχή ήττας. Όλοι -και πρώτη απ’ όλους η αξιωματική αντιπολίτευση που θα το κάνει σημαία της στα Χανιά, αλλά και ευρύτερα στην Κρήτη- θα το εκλάβουν ως απόδειξη της επερχόμενης νίκης της ΝΔ.
Αυτός είναι και ο μόνος λόγος που ο πρωθυπουργός μπορεί να μην επιτρέψει στον Πολλάκη να αλλάξει εκλογική περιφέρεια. Εάν θεωρήσει ότι ο Πολλάκης τον βλάπτει περισσότερο απ’ ότι τον ωφελεί είναι σίγουρο ότι ο Αλέξης Τσίπρας, κατά την πάγια τακτική του, θα τον εγκαταλείψει, όπως έκανε και με τον Πάνο Καμμένο, μεσοπέλαγα. Αυτό φυσικά σημαίνει πως ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας θα πρέπει, μέχρι τις εκλογές, να σταματήσει τις πολιτικά άγονες και εκλογικά επιζήμιες για την κυβέρνηση αντιπαραθέσεις. Ήδη είναι αρκετοί, μεταξύ αυτών και συνεργάτες του πρωθυπουργού, που τον κατηγορούν ότι με τη συμπεριφορά του και με την καθημερινή ενασχόλησή του με το διαδίκτυο “αλοίφει με βούτυρο το ψωμί της αντιπολίτευσης”, καθώς η κοινή γνώμη αποπροσανατολίζεται από το κυβερνητικό έργο και τα θετικά μέτρα, όπως η νέα ρύθμιση για την πρώτη κατοικία, η επιδότηση ενοικίου, η αύξηση του κατώτατου μισθού, η έξοδος στις αγορές, αλλά και όσα πρόκειται να νομοθετηθούν στο εγγύς μέλλον.
Το δεύτερο γεγονός που δεν πήγε τόσο καλά όσο θα ήθελε ο πρωθυπουργός ήταν ο ανασχηματισμός. Ως αναμένετο υπήρξαν αντικαταστάσεις και όχι ανασύνθεση του υπουργικού συμβουλίου, όπως ήλπιζαν, είναι η αλήθεια, κάποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα αυτοί που σε περίπτωση εκλογικής νίκης της Νέας Δημοκρατίας, δεν πρόκειται να επανεκλεγούν. Η αντικατάσταση των Νοτοπούλου και Ηλιόπουλου, Μαυραγάνη και Κόλλια-Τσαρουχά ήταν αναγκαστική αφού οι δύο πρώτοι είναι υποψήφιοι για τους δήμους Θεσσαλονίκης και Αθήνας, ενώ οι άλλοι δύο αποχώρησαν, υπακούοντας στην εντολή του αρχηγού τους Πάνου Καμμένου. Το πρόβλημα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την Κουμουνδούρου δεν είναι πάντως οι αντικαταστάσεις, αλλά οι αντικαταστάτες. Οι δύο ΠΑΣΟΚογενείς (Τόλκας και Μωραΐτης), προφανώς επειδή είναι από το “κάτω ράφι” των στελεχών του ΚΙΝΑΛ, αλλά και επειδή είχαν καταγγείλει, ακόμη και με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, θεωρήθηκε ότι όχι μόνον δεν προσφέρουν στην πολιτική προσέγγισης με την Κεντροαριστερά, αλλά και τη βλάπτουν αφού ούτε εκλογική προίκα διαθέτουν και το κυριότερο η ένταξή τους στο κυβερνητικό σχήμα καταγράφηκε ως συναλλαγή που πρωτίστως εξυπηρετεί τις ανάγκες και τα συμφέροντα, πολιτικά και προσωπικά, των δύο νέων υφυπουργών και όχι της Κουμουνδούρου.
Εκ παραλλήλου, δυσθυμία, πρωτίστως στους Μακεδόνες, βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε και η υπουργοποίηση των Κώστα Μπάρκα και Ελευθερίας Χατζηγεωργίου. Για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Μπορεί και οι δύο να ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ εν τούτοις ο μεν πρώτος εκλέγεται στην Ήπειρο, ενώ η δεύτερη δεν είναι καν βουλευτής. “Εμείς υπερασπιστήκαμε με πολιτική και προσωπική αυτοθυσία τη Συμφωνία των Πρεσπών και κάθε μέρα στις εκλογικές μας περιφέρειες δεχόμαστε απειλές και επιθέσεις από ακραίους κι όμως ο Αλέξης δεν τίμησε κανέναν από τη Μακεδονία, αντίθετα με τις επιλογές του για την κυβέρνηση δείχνει ωσάν να αδιαφορεί για τις επιπτώσεις της λύσης του Μακεδονικού στους ψηφοφόρους της βόρειας Ελλάδας”, μας λέει χαρακτηριστικά βουλευτής από μεγάλη εκλογική περιφέρεια της Μακεδονίας. Οι επισημάνσεις του, τόσο για την διευθύντρια του γραφείου του Δημήτρη Τζανακόπουλου που δεν είναι βουλευτής όσο και για τον εκλεγόμενο στην Πρέβεζα βουλευτή, έχουν μεγάλη δόση αληθείας και -όπως παραδέχονται αρκετοί συνάδελφοί τους από τη νότια Ελλάδα- απηχούν το αίσθημα εγκατάλειψης που αισθάνονται οι περισσότεροι από τους Μακεδόνες βουλευτές.
Τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στη Μακεδονία έχουν, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις, συρρικνωθεί δραματικά, καθημερινά όλοι οι βορειοελλαδίτες βουλευτές υφίστανται πιέσεις ακόμη και αποδοκιμασίες από τους “μακεδονομάχους” των περιοχών τους, 20-25 από αυτούς το πιθανότερο είναι να μην επανεκλεγούν και ο πρωθυπουργός αντί να τους τονώσει το ηθικό και με την υπουργοποίηση κάποιων εξ αυτών να στείλει το μήνυμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εγκαταλείπει πολιτικά τη Μακεδονία, αλλά θα προσπαθήσει να αλλάξει το κλίμα, βάζει στην κυβέρνηση μία που δεν είναι βουλευτής, αλλά είναι φίλη του από τα φοιτητικά του χρόνια. Φίλος του πρωθυπουργού είναι και ο Κώστας Μπάρκας και μάλιστα, προ ετών, στο γάμο του βουλευτή ο Αλέξης Τσίπρας πήγε συνοδευόμενος και από τους Νίκο Παππά, Δημήτρη Τζανακόπουλο, Γιώργο Βασιλειάδη και Μιχάλη Καλογήρου, τους συνομίληκους του και συντρόφους του από τη νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, με τους οποίους άλλωστε και κυβερνά. Σημειώνουμε ότι σαραντάρηδες είναι και οι πασοκογενείς Τόλκας και Μωραΐτης και εξ αυτού του λόγου ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Τσίπρας και με τον ανασχηματισμό έδειξε ότι προσπαθεί να οργανώσει και την επόμενη μέρα για τον ίδιον τόσο στο κόμμα όσο και ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα. Αναδεικνύει νεαρής ηλικίας πολιτικά στελέχη τα οποία, μετά την (βασίμως πιθανολογούμενη) ήττα στις εκλογές θα είναι πιστά σ’ αυτόν ώστε να “καθαρίσει” υπέρ του το παιχνίδι στο κόμμα και ευρύτερα στην κεντροαριστερά της οποίας θέλει να ηγηθεί.
Ερχόμαστε έτσι στο τρίτο στοιχείο που περιγράφει την “διαβολοβδομάδα” του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του. Η διεύρυνση που επιχειρείται προς την κεντροαριστερά δεν φαίνεται να έχει σπουδαία αποτελέσματα.
Κατ’ αρχήν απέτυχε η προσπάθεια να βρεθούν ο Αλέξης Τσίπρας με τον Γιώργο Παπανδρέου στις 4 Μαρτίου στον ίδιο χώρο, ως ομιλητές σε εκδήλωση που διοργανώνουν η Ομάδα των ευρωσοσιαλιστών από κοινού με το Ινστιτούτο “Φρίντριχ Έμπερτ” του SPD και το ΙΝΕΡΠΟΣΤ της Λούκας Κατσέλη. Ο Γιώργος Παπανδρέου αν και έχει προσκληθεί με την ιδιότητα του Προέδρου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς εν τούτοις αποφάσισε να μη πάει όταν είδε ότι σε συνδυασμό και με τον ανασχηματισμό επιχειρείται -όχι μόνον από την Κουμουνδούρου, αλλά και από κάποιους κύκλους της Χαριλάου Τρικούπη-να τον εμπλέξουν σε σενάρια πολιτικής συναλλαγής και προεκλογικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, με ανακοίνωσή του, ξεκαθάρισε ότι δεν τον “αφορά καμία άθλια φιλολογία, μεθόδευση ή εργαλειοποίηση, που εντάσσεται στο δυσάρεστο κλίμα των ημερών, του ευτελισμού της πολιτικής και της Δημοκρατίας, του κυνισμού και των τυχοδιωκτικών επιδιώξεων, που υπηρετούν ιδιοτελείς μεθοδεύσεις και σκοπιμότητες”. Εξυπακούεται πως σε περίπτωση που ο Γ. Παπανδρέου πήγαινε στην εκδήλωση οι μεν του ΣΥΡΙΖΑ θα πανηγύριζαν επειδή ο Τσίπρας θα αποκτούσε το πιο διάσημο πετράδι του στέμματος της Κεντροαριστεράς: τον πρώην πρωθυπουργό και γιο του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Η δε Φώφη Γεννηματά θα το θεωρούσε εχθρική ενέργεια αφού τόσο η ίδια όσο και ο ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης είχαν αποποιηθεί την πρόσκληση, κάνοντας μάλιστα και επίθεση στον επικεφαλής των ευρωσοσιαλιστών Ούντο Μπούλμαν ό,τι δήθεν παίζει το παιχνίδι του Τσίπρα και πριμοδοτεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε βάρος του ΚΙΝΑΛ. Πάντως είναι πολύ πιθανό Μπούλμαν και Παπανδρέου να έχουν κατ’ ιδίαν συνάντηση στην Αθήνα προκειμένου να ανταλλάξουν απόψεις για τις ευρωεκλογές και το μέλλον της Ευρώπης.
Κατά δεύτερον, η ΓΕΦΥΡΑ που επιχειρείται να στηθεί ανάμεσα στην Αριστερά και το Κέντρο αποδεικνύεται ότι δεν έχει τα γερά θεμέλια που απαιτεί το εγχείρημα. Τα πολιτικά και κοινωνικά στελέχη που, και με την εκδήλωση που κάνουν τη Δευτέρα , προσπαθούν να γίνουν οι “γεφυροποιοί” ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ δεν σηματοδοτούν τις ευρύτερες ανδιοργανώσεις που χρειάζεται ο προοδευτικός χώρος ούτε εκφράζουν τις κοινωνικές ανάγκες και τις πολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να ορίσουν ένα νέο μπλοκ εξουσίας που στις νέες συνθήκες της μεταμνημονιακής Ελλάδας θα διαδεχθεί το λεγόμενο ιστορικό ΠΑΣΟΚ, ως Προοδευτική Παράταξη και αντίπαλο δέος της Δεξιάς. Ενώ, όπως μας επισημαίνει στέλεχος της Κουμουνδούρου, που δεν πολυπιστεύει το εγχείρημα της διεύρυνσης με τον τρόπο που γίνεται, “κάποιοι εξ αυτών και ιδιαίτερα όσοι ανήκουν στους λεγόμενους εκσυγχρονιστές του Σημίτη ή διετέλεσαν υπουργοί και αξιωματούχοι του ΠΑΣΟΚ, όπως ο Ραγκούσης, ο Μπίστης, ο Παναγιώτου είναι πολιτικά καταναλωμένοι και δεν έχουν εκείνο το ειδικό βάρος στην κοινωνία που να τους κάνει ελκυστικούς έστω στους πασοκογενείς ψηφοφόρους που από το 2012 έχουν έλθει στον ΣΥΡΙΖΑ”.
Συναφής με τα ανωτέρω είναι και ο προβληματισμός που αναπτύσσεται σε σημαντική μερίδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την φυσιογνωμία του κόμματος που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας με την ταμπέλα της Ριζοσπαστική Αριστερά και (εκτός συγκλονιστικού απρόοπτου) θα την εγκαταλείψει ως επιχείρηση δημιουργίας ενός συλλεκτήρα που θα συγκεντρώνει και θα κατανέμει τις πολιτικές ροές στο Κέντρο και την Αριστερά. Πολλά κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, εκφράζοντας και τον αρχικό σκληρό πυρήνα της Κουμουνδούρου, αισθάνονται άβολα με τον τρόπο που επιχειρείται να αλλάξουν η φυσιογνωμία και ο πολιτικοϊδεολογικός προσανατολισμός του κόμματος και διαφωνούν με τις μεθόδους (περιλαμβανομένης και της “αρπακολατζίδικης”, όπως τη χαρακτηρίζουν, διεύρυνσης) της ηγεσίας του Μαξίμου να μετατρέψουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε νέο ΠΑΣΟΚ και μάλιστα με τα καθεστωτικά εκείνα χαρακτηριστικά, του κρατισμού και της εξουσιολαγνείας, που οδήγησαν το κραταιό κόμμα, το οποίο για τέσσερεις δεκαετίες κυριάρχησε στον προοδευτικό χώρο, από το 44% στο 4%. Θεωρούν ότι η διεύρυνση που επιχειρείται θα πρέπει να είναι αμφίπλευρη καθώς, όπως λένε, οι σημαντικότερες διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ είναι προς τα αριστερά, ενώ, προσθέτουν οι Μπίστης, Ραγκούσης και λοιποί “γεφυροποιοί” δεν είναι δημοφιλείς, κάθε άλλο, στους ψηφοφόρους οι οποίοι το 2012 εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ και εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ με αποτέλεσμα αυτός να εκτοξευθεί,στο 27% και να βρεθεί στο κατώφλι της εξουσίας την οποίαν και κατέκτησε τον Ιανουάριο του 2015. Και αναφέρονται στους ψηφοφόρους του 2012 επειδή θεωρούν ότι αυτοί εκφράζουν, κατά κύριο λόγο, το αριστερόστροφο ΠΑΣΟΚ και είναι αυτοί που -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις αλλά κυρίως με βάση τις ποιοτικές έρευνες που πραγματοποιεί το Μαξίμου- εμφανίζονται αποστασιοποιημένοι και μάλιστα σε ποσοστό που φτάνει έως και το 25% της δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2015. Ποσοστό που, κατά τους ιδίους, θέλει τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε κύριο φορέα της Προοδευτικής Παράταξης, όπως ήταν το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν συμφωνεί με τον τρόπο που γίνεται ούτε εγκρίνει, στο όνομα της διακυβέρνησης, την “δεξιά στροφή”, ενώ έχει και ισχυρές ενστάσεις για τα πρόσωπα που επιλέγονται να σηματοδοτήσουν την όσμωση της Αριστεράς με το Κέντρο.
Εν κατακλείδι και αν θέλουμε να προσωποποιήσουμε τις καταστάσεις που μετέτρεψαν την προηγούμενη εβδομάδα σε “διαβολοβδομάδα” για τον Τσίπρα θα λέγαμε ότι εκτός από τον ανεκδιήγητο Πολλάκη και την Χατζηγεωργίου που δεν είναι καν βουλευτής στη Μακεδονία, είναι και ο “γεφυροποιός” Μπίστης όπως και ο “κατωραφίτης” Τόλκας. Αυτοί, σε συνδυασμό με το γύρισμα της πλάτης από τον Γ. Παπανδρέου, αναμφίβολα έβλαψαν και βλάπτουν σοβαρά τον πρωθυπουργό και τα σχέδια του για την διακυβέρνηση, τις εκλογές και την Κεντροαριστερά. Ως εκ τούτου θα πρέπει να βρει απαντήσεις. Και μάλιστα γρήγορα αν δεν θέλει η ΝΔ να αυξήσει κι άλλο τη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ και ο Μητσοτάκης να γίνει πρωθυπουργός έχοντας αυτοδυναμία…