Η Ενωση Λειτουργών Μεσης Εκπαίδευσης Νομού Ηρακλείου με επιστολή της καλεί τους γονείς να εκφράσουν – όπως τονίζουν – την έντονη διαμαρτυρία τους για τον καταιγισμό των αντιεκπαιδευτικών μέτρων του Υπουργείου Παιδείας που κλιμακώθηκαν ιδιαίτερα μέσα στην πανδημία.
ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ στους γονείς
Αγαπητοί γονείς,
Ως ΕΛΜΕ Ηρακλείου, το τοπικό σωματείο των καθηγητών β΄βαθμιας εκπαίδευσης του νομού μας, αισθανόμαστε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε μαζί σας και να
εκφράσουμε την έντονη διαμαρτυρία μας για τον καταιγισμό των αντιεκπαιδευτικών μέτρων του Υπουργείου Παιδείας που κλιμακώθηκαν ιδιαίτερα μέσα στην πανδημία.
Όπως είναι γνωστό εδώ και ένα περίπου χρόνο δεν υφίσταται κανονική λειτουργία των σχολείων, αφού το ΥΠΑΙΘ δεν πήρε κανένα μέτρο για την ασφαλή λειτουργία τους με σοβαρές μορφωτικές και ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις στους μαθητές μας. Η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει τη δια ζώσης
εκπαιδευτική διαδικασία και είναι γεγονός –όπως και πρόσφατες έρευνες απέδειξαν ότι σχεδόν τα τρία τέταρτα του μαθητικού πληθυσμού έχει εμπεδώσει “λίγο” ή
“καθόλου” τη διδαχθείσα ύλη. Η συνθήκη αυτή, όπως είναι λογικό, πλήττει τους πιο αδύναμους μαθησιακά, κοινωνικά και οικονομικά μαθητές, εντείνοντας τις ταξικές
ανισότητες του σημερινού σχολείου.
Εν μέσω λοιπόν, lockdown η κυβέρνηση αξιοποίησε την ευκαιρία να νομοθετήσει ερήμην του εκπαιδευτικού κόσμου και της κοινωνίας όλα όσα αποτελούσαν χρόνιες
στοχεύσεις των κυβερνήσεων εδώ και 30 χρόνια. Έτσι, μετά τον καταιγισμό αποφάσεων για την εξ αποστάσεως, την ψήφιση του νόμου Κεραμέως τον περασμένο
Μάη (ν.4692/20) και του νόμου για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ν.4763/20), την εξίσωση των πτυχίων των 3ετών ιδιωτικών κολεγίων με αυτά των
δημόσιων πανεπιστημίων, ψήφισε το Πολυνομοσχέδιο-«σκούπα» (ν.4777/2021) που περιλαμβάνει αρνητικές αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης στα πανεπιστήμια με τη
θέσπιση ελάχιστης βάσης εισαγωγής και διπλό μηχανογραφικό, μέτρο που θα οδηγήσει σε μείωση των εισακτέων.
Δυο είναι οι κομβικές αλλαγές:
Η θέσπιση ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα τμήματα, η οποία θα καθορίζεται από δύο παράγοντες: α) από το μέσο όρο των επιδόσεων όλων των υποψηφίων
σε όλα τα μαθήματα κάθε επιστημονικού πεδίου και β) από συντελεστή που θα ορίζει το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα, λίγο παραπάνω ή λίγο παρακάτω από
το μέσο όρο των υποψηφίων,
Η συμπλήρωση του μηχανογραφικού δελτίου σε δύο φάσεις. Στην πρώτη, οι υποψήφιοι των πανελληνίων θα δηλώνουν συγκεκριμένο, περιορισμένο σε
σχέση με σήμερα, αριθμό σχολών από μόνο ένα επιστημονικό πεδίο. Στη δεύτερη φάση οι υποψήφιοι που δεν κατάφεραν να «πιάσουν» το όριο εισαγωγής, θα
συμπληρώνουν εκ νέου μηχανογραφικό με τις σχολές που έμειναν κενές από τη πρώτη φάση.
Επιδιώκει μάλιστα την άμεση εφαρμογή τους για τους μαθητές που φέτος δίνουν πανελλήνιες εξετάσεις, μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, σε συνθήκες
εγκλεισμού και πανδημίας, στερούμενοι ουσιαστικά και τη στοιχειώδη εκπαιδευτική διαδικασία.
Οι διατάξεις αυτού του πολυνομοσχεδίου, ανάμεσα στα άλλα, φτιάχνουν ένα σχολείο δυσκολότερο αυξάνοντας τα εξεταζόμενα μαθήματα στις υπόλοιπες τάξεις, το μέσο
όρο προαγωγής από 9,5 σε 10 ανά τάξη και σε 13 για το γενικό μέσο όρο. Σε αυτή τη λογική κινείται και η Τράπεζα θεμάτων, μια διαδικασία μίνι Πανελλαδικών σε κάθε
τάξη του Λυκείου, που η υπουργός Παιδείας φιλοδοξεί να εφαρμόσει από φέτος (!) για την Α΄ Λυκείου και από του χρόνου σταδιακά σε όλες τις τάξεις ΓΕΛ και ΕΠΑΛ, με
στόχο όπως ισχυρίζεται «να διασφαλίζονται η αξιοπιστία και η αντικειμενικότητα της βαθμολόγησης των μαθητών», αφού ο βαθμός και των τριών τάξεων θα μετράει στο
Εθνικό απολυτήριο.
Για ποια αντικειμενικότητα και αξιοπιστία όμως μας μιλάει η Υπουργός, όταν το 50% των θεμάτων στις τελικές προαγωγικές εξετάσεις θα μπαίνει από την Τράπεζα θεμάτων
αυξημένης δυσκολίας με κλήρωση και οι μαθητές, είτε είναι σε ένα σχολείο των Βορείων Προαστίων της Αθήνας, είτε σε μια αγροτική ή ακριτική περιοχή , έχουν ίσες
πιθανότητες να εξεταστούν σε δύσκολα θέματα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν το επίπεδο των μαθητών και οι ιδιαιτερότητες της διδασκαλίας; (ας μην ξεχνάμε ότι
κάποια κενά καλύπτονται από το Υπουργείο ακόμη και Δεκέμβρη). Γιατί επίσης επαναφέρουν ένα μέτρο που, όταν εφαρμόστηκε ξανά το 2013-΄14, έμεινε
μετεξεταστέο το 30-40% των μαθητών και τελικά απορρίφθηκε το 10% ; Γιατί τέτοια κοινωνική αναλγησία, όταν οι μαθητές φέτος βιώνουν μια δύσκολη από πολλές
απόψεις κατάσταση λόγω πανδημίας, αλλά και εξαιτίας της τηλε-«εκπαίδευσης», η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές να ανταπεξέλθουν
σε μια τέτοια δοκιμασία;
Είναι προφανές ότι οι στοχεύσεις του Υπουργείου είναι άλλες: η μαζική εκδίωξη μαθητικού πληθυσμού από τη Λυκειακή βαθμίδα και η στροφή τους στις
μεταγυμ
νασιακές σχολές κατάρτισης και μαθητείας, ιδιωτικές ή δημόσιες, για τη δημιουργία φθηνού ευέλικτου εργατικού δυναμικού, όπως ζητούν οι επιχειρήσεις.
Στην εποχή των τεράστιων επιστημονικών δυνατοτήτων και της ανάπτυξης της γνώσης, το μέλλον που επιφυλάσσεται για τους μαθητές μας είναι η επιστροφή στην εποχή του
«κάλφα». Ακόμη και τα ΕΠΑΛ θα οδηγηθούν σε συρρίκνωση, αφού οι μαθητές σε αυτά δε θα μπορούν να ανταποκριθούν στις εξετάσεις με Τράπεζα Θεμάτων, ενώ οι
ειδικότητες και οι τομείς θα αποτελούν κινούμενη άμμο σύμφωνα με τις απαιτήσεις των επιχειρήσεων και του τοπικού κράτους. Τα δημόσια ΙΕΚ μπαίνουν στην κλίνη του
Προκρούστη, αφού όσα έχουν κάτω από 250 σπουδαστές στις μεγάλες πόλεις και 100 στις μικρές, θα κλείνουν. Γενικότερα όσο διαλύεται η παραγωγική βάση της χώρας ,
δημιουργείται ένα σχολείο για λίγους εκλεκτούς.
Γενικότερα η εκπαίδευση και το σχολείο αντιμετωπίζονται σαν να είναι επιχείρηση.
Η ουσιαστική μόρφωση και τα πολύπλευρα εφόδια για τη ζωή και την εργασία χάνονται «εκτός ύλης». Αντί για γνώση μιλάνε για «δεξιότητες και κατάρτιση». Αντί
για συλλογικότητα και συνεργασία, προωθείται ο ανταγωνισμός και η εντατικοποίηση. Αντί για χαρά και δημιουργία, τα «χρήσιμα αποτελέσματα μάθησης». Θέλουν τα πάντα
«να μετριούνται», για να μπορούν με την «αξιολόγηση» σχολείων και εκπαιδευτικών που επίσης θεσμοθετούν, να τα κατατάξουν σε «καλά» και «κακά», συνδέοντας τη
«μέτρηση-αξιολόγηση» τους με τη χρηματοδότηση, οδηγώντας τα στην αναζήτηση χορηγών και ιδιωτών, και τους γονείς να βάζουν το χέρι πιο βαθιά στην τσέπη για να
διατηρήσουν το «δωρεάν δημόσιο σχολείο» ζωντανό. Και τον εκπαιδευτικό, όχι παιδαγωγό και τροφοδότη ουσιαστικής γνώσης, αλλά έναν υπάλληλο διεκπεραιωτή
υπηρεσιακών καθηκόντων και εκτελεστικό όργανο των κρατικών κατευθύνσεων.
Επιπλέον προβλέπεται η αυστηροποίηση των ποινών, μέσω νέου σχολικού κανονισμού, η επαναφορά της αναγραφής της διαγωγής στο απολυτήριο και οι κάμερες
στην τάξη.
Όμως:
Αν πραγματικά η κυβέρνηση ενδιαφερόταν για την αναβάθμιση του σχολείου και την άνοδο του επιπέδου των μαθητών, αντί να αυξάνει τους εξεταστικούς κόφτες,
εντείνοντας το άγχος, θα έπρεπε να κάνει άλλα πράγματα: να μειώσει τον αριθμό των μαθητών στην τάξη, να διορίσει μόνιμους καθηγητές για να καλύψει τα 50.000
μόνιμα κενά, αντί να μετακινεί αναπληρωτές κάθε χρόνο συχνά σε 3 και 4 σχολεία ή να τους προσλαμβάνει Νοέμβριο ή Δεκέμβριο και ενώ έχει χαθεί η μισή χρονιά. Θα
άλλαζε τα απαράδεκτα σε πολλές περιπτώσεις βιβλία με βάση τις μορφωτικές ανάγκες των μαθητών, θα βελτίωνε την υλικοτεχνική υποδομή, θα ξεκινούσε από την αρχή
της χρονιάς την ενισχυτική διδασκαλία για όσους μαθητές το έχουν ανάγκη. Τώρα απλώς αποφασίζει να κόψει περισσότερους, πλήττοντας κυρίως τους τους πιο
αδύναμους μαθητές, αυτούς που χρειάζονται περισσότερη υποστήριξη.
Αγαπητοί γονείς, απευθυνόμαστε σε εσάς, γιατί αυτό που διακυβεύεται σήμερα είναι το μέλλον του δημόσιου σχολείου και η μόρφωση των παιδιών μας. Το μέλλον
της αυριανής κοινωνίας δεν μπορεί να στηρίζεται, ούτε στην ανάπηρη γνώση των «δεξιοτήτων» που έχει ανάγκη η αγορά, ούτε στο σκυφτό και πειθαρχημένο δάσκαλο
που θα διδάσκει το φόβο και την υποταγή. Κυβερνήσεις, Ε.Ε, ΟΟΣΑ, ΣΕΒ απαξιώνουν χρόνια ολόκληρα το δημόσιο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς. Ό,τι έχει
απομείνει όρθιο είναι αποτέλεσμα των δικών μας σκληρών συγκρούσεων, αγώνων και καθημερινής μάχης μέσα στη τάξη για να στηρίξουμε τους μαθητές μας.
Είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαίο να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για ένα δημόσιο, δωρεάν, καθολικό σχολείο που θα χωρά όλα τα παιδιά και όλους τους εκπαιδευτικούς.
Ένα σχολείο της ολόπλευρης γνώσης και μόρφωσης που θα στοχεύει στην ολοκληρωμένη ψυχοκοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Ένα
σχολείο που ο εκπαιδευτικός θα εκπληρώνει το ρόλο του ως παιδαγωγός και όχι ως ιμάντας μεταφοράς πληροφοριών και συμβολαιογράφος επιδόσεων.
Απαιτούμε άμεσα:
Να ληφθούν όλα τα απαιτούμενα μέτρα προστασίας για την επαναλειτουργία των σχολείων. Με 15 μαθητές στην τάξη, μόνιμες προσλήψεις εκπαιδευτικών και
προσωπικού καθαριότητας. Δωρεάν τεστ για μαθητές και εκπαιδευτικούς και έγκαιρο εμβολιασμό για όλους με προτεραιότητα στις ευπαθείς ομάδες.
Να καταργηθεί ο νόμος για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και σε κάθε περίπτωση να μην εφαρμοστεί φέτος.
Να καταργηθεί η τράπεζα θεμάτων. Να μην εφαρμοστεί για τους μαθητές της Α΄ Λυκείου.
Να καταργηθεί ο νόμος για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ν.4763/20), που οδηγεί στην ιδιωτικοοικονομική λειτουργία της.
Να μην διεξαχθούν φέτος προαγωγικές εξετάσεις. Να αξιοποιηθεί ο χρόνος αυτός για διδασκαλία.
Περαιτέρω περικοπή της ύλης για τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα.
Ενισχυτική Διδασκαλία στα Γυμνάσια και Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη στα Λύκεια με τις αναγκαίες προσλήψεις εκπαιδευτικών.
Μαζικούς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών και κάλυψη όλων των κενών από την αρχή της χρονιάς.
Γενναία αύξηση των δαπανών για την Παιδεία και όλων των υποστηρικτικών δομών της.
Επαναφορά των μαθημάτων των κοινωνικών επιστημών και της καλλιτεχνικής παιδείας.
Ουσιαστική αναβάθμιση της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης, ισότιμης και πλήρως ενταγμένης στο δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης και στο Υπουργείο
Παιδείας. Όχι στη μεταγυμνασιακή κατάρτιση και μαθητεία.
Για όλα τα παραπάνω επιθυμία μας είναι να συναντηθούμε, να συζητήσουμε και να συμπορευτούμε μαζί σας, με τους φορείς και εκπροσώπους του γονεϊκού κινήματος
σε συζήτηση που θα σας προσκαλέσουμε διαδικτυακά, είτε δια ζώσης μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες.