Οι εκπαιδευτικοί αποδομούν τα επιχειρήματα του υπουργείου παιδείας σχετικά με τον νέο νόμο για την αξιολόγηση και αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και δηλώνουν σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό πως συνεχίζουν την απεργία – αποχή από τη διαδικασία.
Η απεργιακή κινητοποίηση της Δευτέρας ήταν μια από τις μεγαλύτερες σε συμμετοχή των τελευταίων ετών, ενώ η αποχή από την αξιολόγηση είναι σε συντριπτικά υψηλά ποσοστά, καθώς μόνο ένα 10% των σχολείων -σύμφωνα με τα στοιχεία – έχει προχωρήσει σε αυτήν.
Αξίζει να σημειώσουμε, καθώς υπάρχει παρερμηνεία το τελευταίο διάστημα σχετικά με το θέμα, πως η αξιολόγηση αφορά τις σχολικές μονάδες και όχι ατομικά τους εκπαιδευτικούς. Η εκπαιδευτική κοινότητα αντιτίθεται προβάλλοντας το επιχείρημα ότι με τον τρόπο που επιχειρείται αυτή η αξιολόγηση θα δημιουργηθούν σχολεία πολλών ταχυτήτων, θα ανοίξει ο δρόμος για τους ιδιώτες χορηγούς που θα αποκτήσουν βαρύνοντα λόγο στη σχολική διαδικασία, σχολεία που θα αξιολογηθούν αρνητικά λόγω διαφόρων ελλείψεων και μικρά σχολεία επαρχιακά θα συγχωνευθούν με άλλα ή θα κλείσουν και όλα αυτά, τονίζουν, είναι θέματα που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας.
Μιλώντας στον Τeam fm, o νέος πρόεδρος της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου, Χρήστος Σουρουλής είπε χαρακτηριστικά πως οι εκπαιδευτικοί είναι αντίθετοι στο συγκεκριμένο νόμο διότι αυτός θα καταστρέψει την εκπαίδευση.
“Βάσει του νόμου, υποτίθεται ότι θα συνεδριάσει ο σύλλογος κάθε σχολείου, θα δημιουργηθεί μια ομάδα εργασίας και θα βγάλει ένα πόρισμα για το πως είναι το σχολείο μας, τι πλεονεκτήματα και τι ελλείψεις έχει. Στο νόμο επίσης προβλέπονται και εξωτερικοί αξιολογητές, ανώτεροι υπάλληλοι του υπουργείου, σύμβουλοι κτλπ.
Σκοπός βέβαια μια αξιολόγησης είναι να γίνει καλύτερο εκείνο που αξιολογείται. Αυτό όμως δεν είναι προφανές για το υπουργείο, αφού ούτε στο νόμο ούτε καν σε προφορικό επίπεδο προθέσεων δεν έχει τεθεί οτι οι ελλείψεις που θα έχουν τα σχολεία θα καλυφθούν. Άρα ποιο το νόημα της καταγραφής των ελλείψεων υλικοτεχνικής υποδομής για παράδειγμα, όταν δεν υπάρχει πρόθεση να καλυφθούν;
Η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων γίνεται ξεκάθαρα για να υπάρξει κατηγοριοποίηση των σχολείων”.
Αυτά είναι μοντέλα, υπογράμμισε ο κ. Σουρουλής, που έχουν δοκιμαστεί σε άλλες χώρες και έχουν αποτύχει. Είπε χαρακτηριστικά: “Αυτά τα μοντέλα έχουν οικτρά αποτελέσματα. Κάποια σχολεία έμειναν στον “αφρό”, πήγαιναν παιδιά των ανώτερων τάξεων, υπήρχε ένα φοβερό κυνήγι των καλών απολυτηρίων διότι έτσι ανέβαινε κατηγορία το σχολείο ενώ τα υπόλοιπα που “έπεφταν” κατηγορία έπρεπε να τα βγάλουν πέρα μόνα τους.
Εμείς μην ξεχνάμε επίσης ότι είμαστε η χώρα της Ευρώπης με τις χαμηλότερες δαπάνες για την παιδεία. Για ποια αξιολόγηση μιλάμε;
Είναι σαν να λέω στο μαθητή μου θα σου βάλω βαθμό αλλά δε θα σου κάνω μάθημα, θα σε αξιολογήσω αλλά δε θα σε ενισχύσω, βρες τρόπο να γίνεις καλύτερος, αν μπορείς διάβασε, πήγαινε φροντιστήριο κλπ.
Ο υπεύθυνος εκπαιδευτικός δεν μπορεί να το αφήσει να περάσει αυτό. Ο αγώνας γίνεται βασικά για τους μαθητές, για τους γονείς και συνολικά για την κοινωνία”.
Ήδη, σημείωσε ο ίδιος,η υποχρηματοδότηση της παιδείας έχει οδηγήσει σχολεία να αναζητούν πόρους από ιδιώτες, τη στιγμή μάλιστα που και οι περισσότεροι δήμοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να υποστηρίξουν πλήρως τα σχολεία.
Τόνισε όμως ο κ. Σουρουλής πως “οι χορηγοί αν έρθουν κι επίσημα θα ζητήσουν να έχουν λόγο και επί του προγράμματος σπουδών. Ήδη ο νόμος για την τεχνική εκπαίδευση το προβλέπει αυτό, να μπορούν δηλαδή ιδιωτικές εταιρείες να συνδιαμμορφώνουν το πρόγραμμα με το σχολείο και ουσιαστικά τα δημόσια σχολεία να λειτουργούν σαν δεξαμενές μαθητείας για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Όλα αυτά έχουν δοκιμαστεί στο εξωτερικό- όπως στη Μεγάλη Βρετανία- και οδήγησαν σε σχολεία πολλών ταχυτήτων με πολλές αποκλίσεις μεταξύ τους. Δεν είναι καινοτομία της ελληνικής κυβέρνησης, όπως θέλει να την παρουσιάσει”.
Ο πρόεδρος της ΕΛΜΕΡ επεσήμανε πως ακόμα και αν σκεφτούμε ότι η κυβέρνηση έχει δίκιο και οι εκπαιδευτικοί άδικο, το γεγονός ότι η εκπαιδευτική κοινότητα τάσσεται σχεδόν σύσσωμη απέναντι το νόμο για την αξιολόγηση θα έπρεπε τουλάχιστον να προβληματίσει το υπουργείο και να καλέσει σε διάλογο τους εκπαιδευτικούς.
“Όταν βλέπεις μια πολύ μεγάλη πλειοψηφία εκπαιδευτικών να έχει διαφωνία, οφείλεις ως ηγεσία να το ξανασκεφτείς, να καλέσεις σε διάλογο, να αναρωτηθείς γιατί συμβαίνει αυτό. Ανέκαθεν υπήρχε ένα μεγάλο κομμάτι εκπαιδευτικών που ήταν υπέρ της αξιολόγησης και έχουν γίνει και συγκεκριμένες προτάσεις παλαιότερα από την ΟΛΜΕ.
Όταν όμως έχεις μόλις ένα 10% των συλλόγων που συμμετέχουν στην αξιολόγηση και πολλοί υπό τον φόβο των συνεπειών, όχι επειδή συμφωνούν, τότε κάτι δεν κάνεις καλά. Εκπαιδευτικοί, ψηφοφόροι εκπαιδευτικοί της ΝΔ δεν στηρίζουν την αξιολόγηση, αλλά μάλλον δεν τους ενδιαφέρει.
Είναι σαν να βάλω εγώ ένα διαγώνισμα, να γράψουν οι 9 στους 10 κάτω από τη βάση κι εγώ να είμαι ευχαριστημένος με τον εαυτό μου και να λέω απλά δεν διάβασαν και όχι να αναρωτηθώ μήπως κάτι άλλο δεν πήγε καλά”.
Τέλος, ο κ. Σουρουλής τόνισε πως με τη μορφή που επιχειρείται να περάσει η αξιολόγηση, το κράτος επιδιώκει να βγάλει από πάνω του την ευθύνη για τη στήριξη και τη χρηματοδότηση των σχολείων.
“Πάνω από όλα χρειάζονται δαπάνες. Δε θέλουν να δώσουν χρήματα για την παιδεία όπως ούτε για την υγεία και αυτό δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη κυβέρνηση.
Χρήματα δίνονται αλλά για άλλα πράγματα.
Η αξιολόγηση θέλει να περάσει την εντύπωση ότι αν το σχολείο δεν έχει τις κατάλληλες υποδομές φταίει ο διευθυντής, ο σύλλογος, που δε έκαναν σωστά τις διαδικασίες. Είναι άλλοθι του κράτους, θέλει να βγάλει από πάνω του την ευθύνη.
Την ευθύνη του κράτους όμως πρέπει να την απαιτήσουν οι πολίτες”.