Με το άρθρο 9 του σχεδίου νόμου «Αναβάθμιση του σχολείου και άλλες διατάξεις» που κατέθεσε προς διαβούλευση του Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων στις 22-4-2020 προβλέπεται η επαναφορά της λεγόμενης Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας (Τ.Θ.Δ.Δ.) για όλους τους τύπους Λυκείου.
Η Τ.Θ.Δ.Δ. είναι ουσιαστικά ένας ηλεκτρονικός αποταμιευτήρας που λειτουργεί στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής και όπου οι εκπαιδευτικοί μπορούν να στέλνουν διαγωνίσματα για προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις τα οποία ετοίμασαν οι ίδιοι.
Με ηλεκτρονική κλήρωση θα ‘’πέφτουν’’ στους μαθητές κάποια από αυτά τα διαγωνίσματα.
Με ανακοίνωση της η συντακτική ομάδα της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου, αναφέρεται στην Τραπέζα Θεμάτων, αναλύοντας από την πλευρά της τις συνέπειες σε μαθητές, καθηγητές και γονείς , όπως λέει χαρακτηριστικά αυτού του συστήματος, εξηγώντας γιατί το Υπουργείο Παιδείας επαναφέρει μια αποτυχημένη διάταξη, όπως τονίζει χαρακτηριστικά.
Αναλυτικότερα:
Πριν εισέλθουμε στις συνέπειες αυτού του συστήματος, επιτρέψτε μας δυο γενικές παρατηρήσεις:
Ανεξαρτήτως ποιο εξεταστικό σύστημα εφαρμόζεται, η ποιότητα της παρεχόμενης διδασκαλίας πρωτίστως έχει να κάνει με τις κτιριακές υποδομές, τα προγράμματα σπουδών, τη δυνατότητα των εκπαιδευτικών να αναπτύξουν εναλλακτικούς τρόπους διδασκαλίας, τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη, το καλό κλίμα στη σχολική μονάδα κ.ά.
Η αξιολόγηση των μαθητών είναι χρήσιμο εργαλείο στη μετάδοση της γνώσης, αλλά τίποτε περισσότερο από αυτό. Μεγαλύτερη σημασία έχει η ίδια η ποιότητα της γνώσης και ακόμα περισσότερο η καλλιέργεια των ταλέντων και η ευτυχία των μαθητών.
Ας δεχτούμε όμως (παρότι και αυτό σηκώνει αρκετή συζήτηση) ότι ένα εξεταστικό σύστημα πρέπει να υπάρχει. Γιατί όχι λοιπόν η Τράπεζα Θεμάτων;
-Πρώτα από όλα γιατί εφαρμόστηκε το 2014 και απέτυχε. Σε συνδυασμό με την προαγωγική βάση του 10 αντί 9,5 (που επίσης επανέρχεται!), παραπέμφθηκαν τότε ως μετεξεταστέοι ένα τεράστιο ποσοστό μαθητών. (Εκτιμήσεις μιλάνε για 30%, άλλοι λένε ακόμα και 40%). Προφανώς δεν έχουμε και τόσους πολλούς ‘’κακούς’’ μαθητές.
Επιπλέον:
-Δημιουργεί υπερβολικό άγχος στους μαθητές, με επιπτώσεις στην ψυχική αλλά και σωματική τους υγεία. ‘’Αγαθά κόποις κτώνται’’, ασφαλώς, αλλά εν προκειμένω αποκτιέται το στρες και όχι κάποιο αγαθό.
-Οι μαθητές οδηγούνται στην αποστήθιση – ‘’παπαγαλία’’ και όχι σε ουσιαστική μάθηση.
-Οι μαθητές, είτε είναι σε ένα σχολείο των Βορείων Προαστίων της Αθήνας, είτε σε μια αγροτική περιοχή στο Ρέθυμνο, έχουν ίσες πιθανότητες να εξεταστούν σε δύσκολα θέματα, χωρίς καμία προσαρμογή στις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες κάθε τόπου.
Κατά συνέπεια:
-Οι διδάσκοντες δεν μπορούν να δώσουν στα παιδιά το ‘’κάτι παραπάνω’’ (πχ. να οργανώσουν το μάθημα ώστε τα παιδιά να προβληματιστούν δημιουργικά για ένα ιστορικό γεγονός), αλλά περιορίζονται στο να ‘’κυνηγάνε’’ την ύλη (που πάντα είναι και πολύ εκτεταμένη). Έτσι, η μαθησιακή διαδικασία χάνει την ποιότητά της. Η γνώση υπάρχει μόνο για να εξετάζεται.
-Οι γονείς, από τη μεριά τους, θα αναγκαστούν να βάλουν πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για φροντιστήρια, και εφόσον μπορούν βέβαια να το κάνουν.
-Η σχολική διαρροή θα αυξηθεί – πολλοί νέοι θα αναζητήσουν τον δρόμο τους σε ιδιωτικές δομές κατάρτισης, εφόσον και αυτοί διαθέτουν την όποια οικονομική δυνατότητα.