«Πάτωσαν» οι Έλληνες μαθητές στις εξετάσεις Pisa του ΟΟΣΑ, που δημοσιεύεται κάθε τρία χρόνια αλλά μετατέθηκε αυτή τη φορά κατά έναν χρόνο λόγω της πανδημίας της Covid-19 και έχει καταστεί παγκόσμιο σημείο αναφοράς που εξετάζεται εξονυχιστικά από τις κυβερνήσεις.
Η PISA εξετάζει από το 2000 τις επιδόσεις των εκπαιδευτικών συστημάτων, μέσω των δεξιοτήτων στις φυσικές επιστήμες, στα μαθηματικά και στην κατανόηση κειμένου, των μαθητών ηλικίας 15 ετών. Κάθε φορά ένα από αυτά τα τρία πεδία αναπτύσσεται διεξοδικά, τα μαθηματικά αυτή τη φορά. Στις ασκήσεις υποβλήθηκαν το 2022 690.000 νέοι σε 81 χώρες και περιοχές.
Σύμφωνα με την έρευνα, ο μέσος όρος των αποτελεσμάτων του 2022 στην Ελλάδα μειώθηκε σε σύγκριση με το 2018 στα μαθηματικά, στην κατανόηση κειμένου και στις φυσικές επιστήμες.
Και στα τρία πεδία, η μέση επίδοση ήταν χαμηλότερη το 2022 απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε προηγούμενη εκτίμηση: σύμφωνα με την έρευνα, η απότομη πτώση ανάμεσα στο 2018 και το 2022 επιβεβαίωσε και ενίσχυσε μια μείωση η οποία είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα.
Οι μαθητές στην Ελλάδα είχαν χαμηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά, στην κατανόηση κειμένου και στις φυσικές επιστήμες.
Αναλυτικότερα:
- Στα μαθηματικά, η Ελλάδα συγκέντρωσε 430, σημειώνοντας πτώση 21 μονάδων σε σχέση με το 451 που είχε συγκεντρώσει το 2018 (στον πίνακα κατατάσσεται στη 44η θέση από 80 χώρες/περιοχές -μέλη και μη του ΟΟΣΑ- που συμμετείχαν στον διαγωνισμό). Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά ήταν 472 (489 το 2018).
- Στην κατανόηση κειμένου, οι Έλληνες συγκέντρωσαν 438 (41η θέση). Η βαθμολογία αυτή ήταν κατά 19 μονάδες χαμηλότερη από το 457 του 2018. Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στην κατανόηση κειμένου ήταν 476 (487 βαθμοί το 2018).
- Στις φυσικές επιστήμες η Ελλάδα συγκέντρωσε βαθμολογία 441, σημειώνοντας μείωση 11 μονάδων από το 452 που είχε πετύχει το 2018 (44η θέση). Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στις επιστήμες ήταν 485 (489 το 2018).
Πόροι που επενδύονται στην εκπαίδευση
Η χρηματοδότηση για την εκπαίδευση σχετίζονται με τις επιδόσεις των μαθητών έως κάποια έκταση. Όσες χώρες επένδυσαν 75.000 δολάρια ανά μαθητή το 2019, είδαν τις επιδόσεις στο τεστ των μαθηματικών να βελτιώνεται. Στην Ελλάδα, η σωρευτική δαπάνη ανά μαθητή, ηλικίας μεταξύ 6 και 15, ισοδυναμούσε με περίπου 71. 500 δολάρια.
Παράλληλα, σχεδόν στις μισές χώρες/οικονομίες με διαθέσιμα δεδομένα, οι διευθυντές σχολείων το 2022 ήταν πιο πρόθυμοι από το 2018 να αναφέρουν έλλειψη διδακτικού προσωπικού. Αυτό συνέβη και στην Ελλάδα όπου το 2022, το 54% των μαθητών φοιτούσαν σε σχολεία όπου οι διευθυντές τους είχαν αναφέρει ελλείψεις διδακτικού προσωπικού (ενώ το 26% των μαθητών φοιτούσε σε δομές με ανεπαρκές ή μερικώς καταρτισμένο διδακτικό προσωπικό), όταν το 2018 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 26% και 13%. Στις περισσότερες χώρες/οικονομίες, οι μαθητές που φοιτούσαν σε σχολεία των οποίων ο διευθυντής ανέφερε ελλείψεις διδακτικού προσωπικού σημείωσαν χαμηλότερη βαθμολογία στα μαθηματικά.
Στην κορυφή η Ασία
Η Ασία, με επικεφαλής τη Σιγκαπούρη, βρίσκεται για μια ακόμη φορά στην κορυφή της έρευνας όμως μια «άνευ προηγουμένου μείωση των επιδόσεων των μαθητών μετά την κρίση της Covid».
Όπως και στην προηγούμενη έρευνα, όπου τέσσερις κινεζικές μητροπόλεις και επαρχίες (Πεκίνο, Σανγκάη, Τσιανγκσού, Τσετσιάνγκ, οι οποίες δεν συμμετείχαν αυτή τη φορά στην έρευνα) είχαν βρεθεί στην κορυφή, οι μαθητές σε πολλές ασιατικές χώρες βρίσκονται μεταξύ των καλύτερων μαθητών στα μαθηματικά, στις φυσικές επιστήμες και στην κατανόηση κειμένου.
Η Σιγκαπούρη βρίσκεται μακράν μπροστά στα τρία αυτά πεδία, όπως και το 2016. Ακολουθούν το Μακάο, η Ταϊβάν, το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα στα μαθηματικά. “Συνεχίζουμε να έχουμε χώρες της Ασίας να μονοπωλούν τις καλύτερες επιδόσεις, κυρίως στα μαθηματικά”, υπογραμμίζει ο Ερίκ Σαρμπονιέ, ειδικός για την εκπαίδευση στον ΟΟΣΑ.
Όμως το κύριο στοιχείο που διακρίνει αυτή την έρευνα του 2022 βρίσκεται αλλού: σε μια “άνευ προηγουμένου μείωση των επιδόσεων” των μαθητών, υπογραμμίζει η Ιρέν Χου, ειδική στην εκπαίδευση του ΟΟΣΑ.
«Στα μαθηματικά, ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ έπεσε κατά 15 μονάδες σε σχέση με το 2018, ενώ η διαφορά ανάμεσα σε κάθε κύκλο δεν είχε ξεπεράσει ποτέ τις τέσσερις μονάδες προηγουμένως. Στην κατανόηση κειμένου, η μείωση είναι 10 μονάδες κατά μέσο όρο στον ΟΟΣΑ» και τα αποτελέσματα στις φυσικές επιστήμες παρέμειναν σταθερά, λέει.
Αυτό αντιστοιχεί σχεδόν στο μισό ενός έτους εκμάθησης της ανάγνωσης και στα τρία τέταρτα ενός έτους στα μαθηματικά, εκτιμά ο ΟΟΣΑ για τον οποίο οι 20 μονάδες ισοδυναμούν με ένα έτος φοίτησης.
Η Covid επιτάχυνε τη μείωση
Ποιος είναι κυρίως ο λόγος που εξηγεί αυτή τη «δραματική πτώση» των επιδόσεων; Η κρίση της πανδημίας της Covid, η οποία «βέβαια έχει αντίκτυπο σε αυτό που παρατηρείται” και ήταν ένας “επιταχυντής της μείωσης των επιδόσεων», αναφέρει ο Ερίκ Σαρμπονιέ.
Όμως, συνεχίζει, «δεν πρέπει ούτε να τα αποδίδουμε όλα στην Covid», καθώς «υπήρχε ήδη μια πτωτική τάση εδώ και δεκαπέντε χρόνια» παγκοσμίως και «δεν έχουμε δει μια άμεση σχέση ανάμεσα στο κλείσιμο των σχολείων και τις επιδόσεις».
Όσον αφορά τη Γαλλία, βρίσκεται στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ «σε ένα επίπεδο που συγκρίνεται με εκείνο της Ισπανίας, της Ουγγαρίας και της Λιθουανίας στα τρία πεδία», λέει η Ιρέν Χου. Κατατάσσεται 22η στα μαθηματικά, 24η στην κατανόηση κειμένου και 22η στις φυσικές επιστήμες, μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ.
Όμως τα αποτελέσματά της είναι «από τα χειρότερα που έχουν καταμετρηθεί ποτέ» από τον ΟΟΣΑ. Στα μαθηματικά, κατέγραψε μεταξύ 2018 και 2022 «ιστορική μείωση του επιπέδου των μαθητών», υπογραμμίζει ο Ερίκ Σαρμπονιέ.
Άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία –η οποία πέτυχε ωστόσο από το 2000 μια θεαματική διόρθωση, το λεγόμενο «σοκ Pisa»–, η Φινλανδία, όπου οι ανισότητες ανάμεσα στα κορίτσια και τα αγόρια βαθαίνουν, ή ακόμη η Νορβηγία καταγράφουν πιο σημαντική πτώση από τη Γαλλία στα μαθηματικά.
Αντίθετα, στην Ευρώπη, η Εσθονία, η Ελβετία, η Ιρλανδία, η Αυστρία, η Βρετανία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Σουηδία και η Δανία βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, όπως και ο Καναδάς.