Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις την τελευταία εικοσαετία λέγεται η έκθεση που δημοσίευσε στην ιστοσελίδα του ο Εθνικός Οργανισμός Εξετάσεων (ΕΟΕ). Η έκθεση αναφέρει τα διάφορα συστήματα εισαγωγής, που εφαρμόστηκαν την τελευταία εικοσαετία στην Ελλάδα και κάνει κάποιες προτάσεις.
Η σημαντικότερη είναι ότι προτείνει η εξεταστέα ύλη να διευρυνθεί σε έκταση και να μειωθεί σε βάθος. Πρόκειται για το αυτονόητο που έπρεπε να έχει γίνει εδώ και χρόνια. Πράγματι οι υποψήφιοι αναλώνονται στην επίλυση πολύπλοκων ασκήσεων απίστευτης δυσκολίας, γιατί όταν η ύλη είναι πολύ μικρή σε έκταση για να ξεχωρίσουν οι πολύ καλοί υποψήφιοι από τους άριστους χρειάζονται δύσκολα θέματα, που, όμως, δεν έχουν κανένα διδακτικό νόημα. Τα παιδιά εκπαιδεύονται να λύνουν κάθε είδους “παλαβή” άσκηση και όταν καταφέρουν να πετύχουν στη σχολή των ονείρων τους διαπιστώνουν ότι έχουν προβλήματα παρακολούθησης των σπουδών τους, γιατί τους λείπουν ολόκληρες γνωστικές περιοχές. Στα Μαθηματικά, για παράδειγμα, δεν έχουν μελετήσει το χώρο των τριών διαστάσεων, δεν γνωρίζουν στατιστική και πιθανότητες, δεν γνωρίζουν γραμμική άλγεβρα και άλλα.
Επισημαίνει, μάλιστα, η έκθεση ότι η μικρή και πολύ συγκεκριμένη ύλη της μορφής από τη σελίδα τάδε μέχρι τη σελίδα δείνα, έχει ως αποτέλεσμα την καταφυγή του υποψηφίου στην παπαγαλία. Προτείνει η ύλη να αναφέρεται σε γνωστικές περιοχές, να είναι μεγαλύτερη σε έκταση και να μην εξετάζεται στο βαθμό δυσκολίας που εξετάζεται σήμερα. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε πραγματική επανάσταση στην εκπαίδευση της χώρας μας. Φανταστείτε να μπορούσαμε να απαλλάξουμε τα παιδιά μας από την παπαγαλία, που τους χαλάει το μυαλό. Τι ωραία που θα ήταν. Κι όμως δεν είναι δύσκολο. Αλλάζοντας την εξεταστέα ύλη και τα θέματα των Πανελλαδικών μπορεί να γίνει η μεγαλύτερη βελτίωση στην εκπαίδευση στη χώρα μας και με ελάχιστο κόστος.
Φυσικά θα απαιτείτο προσαρμογή όλων· καθηγητών και μαθητών, που θα γινόταν, όμως, αναγκαστικά για να μπορέσουν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και να έχουν επιτυχία οι μαθητές τους. Το πολλαπλό βιβλίο θα μπορούσε να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση, χωρίς, όμως, να είναι απολύτως απαραίτητο. Μπορεί να γίνει με πολύ μικρότερο κόστος. Αρκεί κάποιος από αυτούς που αποφασίζουν να το καταλάβει και να το βάλει ως στόχο. Θα άλλαζαν όλα σχετικά γρήγορα και θα είχαμε μία πραγματική αναβάθμιση της εκπαίδευσης συμφωνα με το naftemporiki.gr.
Ως παράδειγμα της ύλης παραθέτει ο ΕΟΕ το Βασιλικό Διάταγμα του 1965, για το ακαδημαϊκό απολυτήριο, που περιλάμβανε την εξεταστέα ύλη με αυτό τον τρόπο. Θα πουν κάποιοι, θα γυρίσουμε σχεδόν 60 χρόνια πίσω; Αν είναι δυνατόν. Θα τους αντιτείνω ότι πρέπει να σκεφθούν ότι τόσα χρόνια κάνουμε βήματα προς τα πίσω. Πέρα από την εξεταστέα ύλη η έννοια του Εθνικού Απολυτηρίου, που κάποιοι προσπάθησαν να εφαρμόσουν αλλά δεν τα κατάφεραν, είναι απολύτως απαραίτητη στις μέρες μας.
Αναφέρει η έκθεση και το διπλό μηχανογραφικό, λέγοντας ότι πάνω από το 50% των υποψηφίων εισάγεται στη σχολή της πρώτης του προτίμησης, διατηρώντας την αμφιβολία αν η πρώτη προτίμηση είναι πράγματι οι σπουδές των ονείρων των υποψηφίων ή ο συμβιβασμός ανάλογα με τα μόρια που συγκέντρωσαν. Σωστός ο προβληματισμός. Η πραγματικότητα είναι ότι το 2020 εισήχθησαν σε μία από τις 6 πρώτες προτιμήσεις τους το 62,55% των υποψηφίων. Ποια είναι η λύση; Να συμπληρώνουν το μηχανογραφικό τους δελτίο οι υποψήφιοι πριν τις εξετάσεις και όχι το διπλό μηχανογραφικό.
Θα πρέπει βέβαια οι προτάσεις του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων να τύχουν της προσοχής της Υπουργού Παιδείας, αφού πρόκειται για τον θεσμικά αρμόδιο οργανισμό για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Και ο ΕΟΕ θα πρέπει να μας πει γιατί παρατηρούνται τέτοια σκαμπανεβάασματα στη δυσκολία των θεμάτων στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Δεν είναι δυνατόν να αλλάζει τόσο πολύ η δυσκολία των θεμάτων έτσι ώστε μέσα σε 5 χρόνια, για παράδειγμα οι αριστούχοι πάνω από 19 στη Χημεία, να είναι το 2016 6466 υποψήφιοι, το 2017 3758 υποψήφιοι το 2020 428 υποψήφιοι και το 2021 1038 υποψήφιοι. Πρέπει να καθιερωθεί ένα επίπεδο παρόμοιας δυσκολίας στα θέματα και όχι τη μία χρονιά έτσι και την άλλη αλλιώς. Αυτό είναι ευθύνη του ΕΟΕ, θα πρέπει να την αναλάβει και να φροντίσει τα θέματα να είναι παρόμοιας δυσκολίας. Εκτός και αν δίνεται κάθε χρόνο εντολή από τον εκάστοτε Υπουργό, όπως δόθηκε φέτος για ευκολότερα θέματα, οπότε δεν μπορεί να γίνει τίποτα πάνω σ’ αυτό.
Πεδίο δόξας λαμπρό ανοίγεται, λοιπόν, για όποιον Υπουργό Παιδείας δει αυτές τις προτάσεις και αποφασίσει να τις υλοποιήσει. Δυστυχώς, όμως, κανείς δεν το αποφασίζει. Αντί αυτών των λογικών και αυτονόητων ζούμε, εδώ και 20 χρόνια, τις επινοήσεις κάθε Υπουργού, που οδηγούν σε αποτυχία και τελικά σε μία νέα αλλαγή, με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα τη νέα αποτυχία, με θύματα, φυσικά, τα παιδιά και τις οικογένειές τους.