Ενας σταυρός που… λείπει από μια εκκλησία, στην εικονογράφηση του εξωφύλλου του νέου βιβλίου των Θρησκευτικών της Γ’ Γυμνασίου έχει γίνει ο λόγος για έναν ακόμη αναίτιο «ξεσηκωμό» στα social media.
Οι γνωστοί «αρνητές των πάντων» μόλις πήραν το βιβλίο στα χέρια τους ξεκίνησαν… πόλεμο αναρτήσεων στα social media με στόχο, πρώτα το υπουργείο Παιδείας και μετά τον καλλιτέχνη, τον οποίο ούτε γνωρίζουν και που βέβαια κανείς δεν ζήτησε τη γνώμη του, μιας και όχι μόνο βρίσκεται εν… ζωή αλλά είναι και πρόθυμος να απαντήσει. Κάτι που ο ζωγράφος Μπάμπης Πυλαρινός, έκανε με ευχαρίστηση απαντώντας σε σχετική ερώτηση του σάιτ ethnos.gr.
Η όλη ιστορία, ξεκίνησε στις αρχές της εβδομάδας, όταν οι μαθητές πήραν τα νέα βιβλία των Θρησκευτικών στα χέρια τους και συγκεκριμένα το βιβλίο των θρησκευτικών της Γ΄ Γυμνασίου. Στο εξώφυλλο υπάρχει μια εικόνα, που παρουσιάζει την Εκκλησία του Αγίου Διονυσίου, στη Ζάκυνθο. Στην κορυφή του ναού, δεν υπάρχει σταυρός αλλά ελικοειδείς απολήξεις, που μοιάζουν με καπνό, και οι οποίες ξεκινούν από τις από τη σκεπή του καμπαναριού και του ναού, και κατευθύνονται προς τον ουρανό.
Ετσι για άλλη μια φορά ένα έργο τέχνης και κατ’ επέκταση ένα σχολικό βιβλίο στήθηκε στον… τοίχο και άρχισαν οι πυροβολισμοί από «δήθεν γονείς» και «κύκλους της Εκκλησίας» και γενικά ανθρώπους χωρίς ονοματεπώνυμο, οι οποίοι αγνοούν ή υποκρίνονται ότι αγνοούν, πως τα συγκεκριμένα βιβλία εκπονήθηκαν και με τη σύμφωνη γνώμη της Εκκλησίας της Ελλάδας.
Στο στόχαστρο μπήκε και η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, αφού σύμφωνα με τους «αρνητές» ,το συγκεκριμένο βιβλίο βγήκε υπό δική της εποπτεία και στην οποία η «μετατροπή των εκκλησιών σε τζαμιά ίσως φαίνεται φυσιολογική, αλλά θα περίμενε κανείς πειστικές απαντήσεις από την Ιεραρχία, καθώς τα συγκεκριμένα βιβλία ελέγχθηκαν και από επιτροπή της Ιεράς Συνόδου, η οποία προφανώς δεν βρήκε τίποτε το περίεργο σε όλο αυτό».
Ο κ.Πυλαρινός, ο ζωγράφος του εξωφύλλου, είπε: «Eίχα την τιμή το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων να επιλέξει έργα μου, τα οποία ήδη είχα ζωγραφίσει, για να κοσμήσουν τα εξώφυλλα των βιβλίων του μαθήματος των θρησκευτικών. Να διευκρινίσω ότι εργάζομαι ως αγιογράφος και εντυπωσιάστηκα, αλλά και χάρηκα, που επέλεξαν ζωγραφική και όχι κάποια αγιογραφία, και αυτό το είδα σαν μια προσπάθεια τρυφερής προσέγγισης των παιδιών. Για το έργο του εξωφύλλου του βιβλίου της Γ’ Γυμνασίου δημιουργήθηκαν ερωτήματα και αμφιβολίες. Σε αυτό παρουσιάζεται μια αφαιρετική εικόνα της αγαπημένης μου πατρίδας, του «γλυκού Τζάντε».
Όλο το τοπίο είναι παραδείσιο παρά τα πεπτωκότα στοιχεία που το απαρτίζουν (αυτοκίνητα, δρόμοι, βάρκες κτλ.) Αυτή είναι η ουσία και θα έλεγα ο στόχος ή καλύτερα η αγωνία της ζωγραφικής μου: πώς εξαγιάζεται η φθορά; Πώς ο σκουπιδότοπος γίνεται ανθισμένος κήπος; Στο συγκεκριμένο έργο η παρουσία της εκκλησίας του Αγίου Διονυσίου εξαγιάζει το τοπίο με την προίκα του νησιού αυτού, και η προίκα αυτή είναι η συγγνώμη του Αγίου προς τον φονιά του αδελφού του.
Η προίκα αυτή είναι ακριβή, και ευλογημένοι όσοι την έχουμε. Για το συγκεκριμένο έργο εκφράστηκαν αντιρρήσεις σχετικά με τις ελικοειδείς απολήξεις που μοιάζουν με καπνό, που ξεκινούν από τις απολήξεις της σκεπής του καμπαναριού και του ναού, και κατευθύνονται προς τον ουρανό. Αυτή είναι μια σουρεαλιστική, ασυνείδητη, ζωγραφική κίνηση που έχει για μένα μεταφυσικό βάθος, σαν ένας τρόπος να επικοινωνήσεις με τον Θεό, κάτι σαν το θυμίαμα που ανεβαίνει στον ουρανό: «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου». Παρεξηγήθηκε και η αχνή παρουσία μιας μορφής που μπορεί να είναι μέρος του παραδείσου, αλλά μπορεί και να κρατάει μια απόσταση, να αισθάνεται αποκομμένη από τη «γιορτή».
Μην ξεχνάμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα έργο ζωγραφικής, δηλαδή ένα έργο τέχνης, και πρόκειται για μια συνομιλία του δημιουργού του έργου με το ασυνείδητό του, αλλά και με το ευρύτερο συλλογικό ασυνείδητο της κοινότητας στην οποία ανήκει».