Μπορεί η οριακή αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για τον Μάιο κατά 0,1% να δείχνει ελάχιστη σε σχέση με το διεθνές περιβάλλον των ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες οδήγησαν στην άνοδο του πληθωρισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο 2% και στις ΗΠΑ στο 5% για τον περασμένο μήνα. Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι.
Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ξεκίνησε το 2021 από -2% τον Ιανουάριο, εν μέσω πανδημίας και συνέχισε με μείωση 1,3% τον Φεβρουάριο, 1,6% τον Μάρτιο και 0,3% τον Απρίλιο, για να πέρασει τον Μάιο σε θετικό έδαφος, με προοπτική περαιτέρω αύξησης μέχρι και το τέλος του χρόνου. Ειδικά για τον Μάιο, οι πρόσφατες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων έχουν περάσει στη λιανική. Η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης αυξήθηκε τον περασμένο μήνα κατά 21,9% και του φυσικού αερίου κατά 31,8%. Επίσης, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται αυξήσεις σε βασικά προϊόντα διατροφής όπως τα λαχανικά (αύξηση 3%), το λάδι (1,1%), τα πουλερικά (4,1%), και τα νωπά ψάρια κατά 6%. Με δεδομένο ότι μόλις στα τέλη του προηγούμενου μήνα άρχισε να ανοίγει σταδιακά το λιανεμπόριο και η εστίαση, δεν έχουν ακόμη καταγραφεί αυξήσεις σε άλλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών. Το υπουργείο Οικονομικών παρακολουθεί την πορεία των τιμών. Αρμόδιες πηγές παραδέχονταν τις αυξήσεις αλλά έδειχναν να μην ανησυχούν ιδιαιτέρως ούτε για την πορεία της ανάκαμψης, αλλά ούτε και για τα εισοδήματα των νοικοκυριών.
Συγκεκριμένα, μιλώντας για τις τιμές, αναφέρονταν σε ένα “φαινόμενο βάσης” που θα βιώσουμε τους επόμενους μήνες, όταν πέρσι λόγω της πανδημίας και των αυστηρών περιορισμών οι τιμές είχαν συμπιεστεί και τώρα που η αγορά επανέρχεται σταδιακά σε μια ομαλότητα, οι τιμές επανέρχονται στα προ της πανδημίας επίπεδα. Επιπλέον, πιέσεις δημιουργούν και οι αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων, αφού και η τιμή του αργού έχει πάρει την ανηφόρα λόγω της ανάκαμψης της διεθνούς οικονομίας.
Δεν βλέπουν “σπιράλ” πληθωρισμού
Ωστόσο, αποκλείουν ένα σπιράλ ανατιμήσεων στο σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών. Ο πρώτος λόγος είναι ότι η άνοδος των τιμών είναι συγκυριακή και όχι αποτέλεσμα αύξησης της ζήτησης από τους καταναλωτές. Ο δεύτερος πολύ βασικός λόγος είναι ότι η άνοδος των τιμών δεν συμβαδίζει και με άνοδο εισοδημάτων. Κατά τους μήνες της πανδημίας τα εισοδήματα δεν αυξήθηκαν σε καμία ευρωπαϊκή χώρα. Στην Ελλάδα, με τη συνδρομή και των μέτρων στήριξης που εκπόνησε η κυβέρνηση, είχαμε μόνο μια οριακή μείωση των εισοδημάτων κατά 0,7%. Συνεπώς, μια απόπειρα αυξημένης ανόδου των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ζήτησης και στη συνέχεια μια συγκράτηση των τιμών. Τον πληθωρισμό θεωρείται πως θα βοηθήσει για περιορισμένο χρονικό διάστημα μόνο η αναβαλλόμενη κατανάλωση από τις συσσωρευμένες καταθέσεις ύψους 25 δισ. από επιχειρήσεις και νοικοκυριά τους μήνες της πανδημίας, κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες με τα χρήματα να κατευθύνονται κυρίως στον τουρισμό και άλλες υπηρεσίες.
Ωστόσο, οι τιμές αναμένεται να βρουν την ισορροπία το 2022, όταν η άνοδος αυτή θα απαλειφθεί και η αγορά θα επανέλθει οριστικά σε ένα καθεστώς μονιμότερης σταθεροποίησης. Μέχρι τότε, όμως, οι τιμές θα ακολουθήσουν ανοδική πορεία.