Ανήσυχοι είναι οι αστυνομικοί και οι πυροσβεστες του Ηρακλείου, καθώς όπως λένε είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο να νοσήσουν απο κορωνοιο, αφού έρχονται σε επαφή με τους τουρίστες, χωρις να έχουν ούτε την απαιτούμενη γνώση, ούτε τον κατάλληλο εξοπλισμό
Η Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Ηρακλείου σε επιστολή της προς τους αρμόδιους υπουργούς και τις υπηρεσίες εκφράζει την έντονη αντίδραση των μελών της στην εμπλοκή τους στη διενέργεια τεστ στους επισκέπτες τουρίστες που φτάνουν στο νησί μας. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι εκπρόσωποι των αστυνομικών, ως δια μαγείας και με προφορική εντολή οι αστυνομικοί κλήθηκαν να αντικαταστήσουν τους εργαζόμενους της ΓΓ Πολιτικής Προστασίας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας χωρίς καν να έχουν ούτε τις απαραίτητες γνώσεις αλλά ούτε και τον σωστό εξοπλισμό.
Η επιστολή αναλυτικά την οποία αποστέλλουν στην ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, αλλά και σην ηγεσία της Αστυνομίας:
«Αξιότιμοι κύριοι,
Σήμερα 06-07-2020 ο Πρόεδρος Πικράκης Γεώργιος και ο Γενικός Γραμματέας Αναμουρλού Χρήστος της Ένωσής μας επισκέφθηκαν εκτάκτως το Αστυνομικό Τμήμα Αερολιμένα Ηρακλείου.
Την 28 Ιουνίου 2020 εκδόθηκε η υπ’αριθ Δ1α/ΓΠ.ιοκ.40383 Κ.Υ.Α. με θέμα: ‘’ Επιβολή του μέτρου του δειγματοληπτικού εργαστηριακού ελέγχου και του προσωρινού περιορισμού προσώπων που εισέρχονται από την αλλοδαπή, προς περιορισμό της διασποράς του COVID-19’’. Ειδικότερα στο άρθρο 1 παρ. 2 αναφέρεται ρητά : ‘’Τα πρόσωπα που εισέρχονται στην Χώρα με οποιονδήποτε τρόπο και από οποιοδήποτε κράτος της αλλοδαπής , συμπεριλαμβανομένων και των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης , υποχρεούνται όπως επιδεικνύουν έντυπο ή ηλεκτρονικό αντίγραφο της φόρμας της παρ.1 στα κλιμάκια της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας που είναι επιφορτισμένα με τη διενέργεια ιατρικών ελέγχων. ‘’
Προς μεγάλη μας έκπληξη αλλά και αγανάκτηση , οι ίδιοι διαπιστώσαμε ότι τόσο στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου όσο και σε άλλα αεροδρόμια της Επικράτειας, τα κλιμάκια της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας ΩΣ ΔΙΑ ΜΑΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕ ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΕΝΤΟΛΗ !!!!! αντικαταστάθηκαν από αστυνομικούς οι οποίοι αφενός δεν αναφέρονται πουθενά στην σχετικά Κ.Υ.Α. αφετέρου δεν έχουν καμία σχετική εκπαίδευση ούτε ιατρικές γνώσεις. Επιπρόσθετα δεν τους έχει χορηγηθεί ο κατάλληλος ολόσωμος υγειονομικός εξοπλισμός αλλά κάνουν χρήση του βασικού μόνο υγειονομικού εξοπλισμού (μάσκα – γάντια) με άμεσο κίνδυνο για την υγεία τους αφού είναι αυτοί που έρχονται πρώτοι σε άμεση σωματική επαφή με ΟΛΟΥΣ τους πολίτες ξένων κρατών που επισκέπτονται την Χώρα μας. Ήδη στην Κρήτη έχουν καταγραφεί τα πρώτα κρούσματα από τουρίστες οι οποίοι είναι βέβαιο ότι έχουν έρθει σε επαφή με αστυνομικούς.
Σε εμάς και στους συναδέλφους μας γεννώνται τα εξής εύλογα ερωτήματα στα οποία ζητάμε άμεσες και υπεύθυνες απαντήσεις:
-Ποιος έδωσε την προφορική αυτή διαταγή κατά παρέκκλιση της Κ.Υ.Α. ;
-Γιατί η διαταγή δεν είναι γραπτή;
-Η Πολιτεία προσφάτως έκρινε ότι το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ το επίδομα που δόθηκε στο προσωπικό της Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας παρά το ότι ο Έλληνας Αστυνομικός σε όλο το διάστημα της απαγόρευσης κυκλοφορίας αλλά και ακόμα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Αφού είναι έτσι για ποιο λόγο μας μεταβιβάζουν με τέτοιο τρόπο δικές τους αρμοδιότητες οι οποίες άπτονται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ στα δικά τους καθήκοντα;
Ζητάμε την ΑΜΕΣΗ εφαρμογή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης και την απαλλαγή των αστυνομικών από την παράνομη αυτή υποχρέωση.
Η Ένωσή μας κοινοποιεί το παρόν έγγραφο στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Ηρακλείου για την ενημέρωσή της, και κάνει γνωστό ότι σε περίπτωση που έστω και ένας συνάδελφός μας που είχε οποιαδήποτε εμπλοκή με τους δειγματοληπτικούς αυτούς εργαστηριακούς ελέγχους νοσήσει θα ζητήσουμε την ποινική δίωξη των υπευθύνων».
Το θέμα στη Βουλή
Άμεση ήταν η αντίδραση των 3 βουλευτών Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ στην σημερινή επιστολή-ανακοίνωση της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων του Νομού Ηρακλείου με την οποία επισημαίνεται η παραβίαση της σχετικής ΚΥΑ για την διεξαγωγή των τεστ για τον κορωνοϊό στα αεροδρόμια.
Οι 3 βουλευτές Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ Βαρδάκης Σωκράτης, Ηγουμενίδης Νικόλαος και Μαμουλάκης Χάρης κατέθεσαν αναφορά στη Βουλή με την οποία επισημαίνουν το σημείο της επιστολής που αναφέρει πως «αντί για τα κλιμάκια της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας ΩΣ ΔΙΑ ΜΑΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕ ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΕΝΤΟΛΗ αντικαταστάθηκαν από αστυνομικούς οι οποίοι αφενός δεν αναφέρονται πουθενά στην σχετική Κ.Υ.Α. αφετέρου δεν έχουν καμία σχετική εκπαίδευση ούτε ιατρικές γνώσεις».
Οι 3 βουλευτές κατέθεσαν την επιστολή στον Υπουργό Προστασίας ζητώντας απάντηση στο θέμα και τις σχετικές ενέργειες του Υπουργού, αλλά και να ενημερωθούν σχετικά.
Σημειώνεται επίσης ότι στην επιστολή ζητείται η άμεση εφαρμογή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης, ενώ η Ένωση κοινοποιεί την επιστολή και στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Ηρακλείου για την ενημέρωσή της, κάνοντας γνωστό ότι «σε περίπτωση που έστω και ένας συνάδελφός μας που είχε οποιαδήποτε εμπλοκή με τους δειγματοληπτικούς αυτούς εργαστηριακούς ελέγχους νοσήσει θα ζητήσουμε την ποινική δίωξη των υπευθύνων».
Οι πυροσβεστες
Την ίδια ώρα στη δημοσιότητα δόθηκε επιστολή διαμαρτυρίας των πυροσβεστών στο αεροδρόμιο Ηρακλείου για την εμπλοκή τους στους ελέγχους του COVID-19
Σε σχετική ανοιχτή επιστολή διαμαρτυρίας που δόθηκε στη δημοσιότητα, εκπρόσωποι των πυροσβεστών υψώνουν κραυγή αγωνίας για την εμπλοκή τους, όπως σημειώνουν, σε ένα αντικείμενο άσχετο με τα καθήκοντα και την εκπαίδευσή τους. Εμπλοκή, όπως τονίζουν, η οποία και αποδυναμώνει την ίδια την υπηρεσία και το αντικείμενό τους, αλλά και ελλοχεύει κινδύνους για τους ίδιους.
Η επιστολή
«Το δύσκολο αυτό καλοκαίρι, οι πυροσβέστες καλούνται μαζί με τα καθήκοντά τους να ασκούν και καθήκοντα υγειονομικών κλιμακίων ελέγχου για τον COVID-19 στα αεροδρόμια της χώρας, με το ίδιο προσωπικό, παρά τις αυξημένες τους υποχρεώσεις στην πυρόσβεση-διάσωση. Χωρίς οργάνωση, εκπαίδευση, μέτρα και μέσα ατομικής προστασίας, αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να νοσήσει όλο το πυροσβεστικό προσωπικό μαζί με τις οικογένειες των υπαλλήλων του. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που σίγουρα θα συμβεί στην κοινωνία είναι η εξάπλωση των πυρκαγιών και των ατυχημάτων, αφού το Πυροσβεστικό Σώμα θα έχει αρκετά μειωμένο προσωπικό να επέμβει, λόγω του ότι θα νοσήσει σχεδόν όλο και θα τεθεί σε καραντίνα.
Οι πυροσβέστες που υπηρετούμε στον Πυροσβεστικό Σταθμό του Κρατικού Αερολιμένα Ηρακλείου “Ν. Καζαντζάκης”, όπως και σε άλλα αεροδρόμια της χώρας, σαν πυροσβέστες είμαστε εκπαιδευμένοι και επιφορτισμένοι με την ασφάλεια των πολιτών, των αεροσκαφών και των εγκαταστάσεων εντός του αερολιμένα. Επίσης, με επιφυλακές συμμετέχουμε και συνδράμουμε σε συμβάντα καταστροφών, ατυχημάτων, αστικών και δασικών πυρκαγιών. Κατά τα δύσκολα κυρίως καλοκαίρια μας, τα ρεπό μας και οι άδειές μας ίσα που βγαίνουν και σε μια έκτακτη περίπτωση αναρρωτικής ενός συναδέλφου, κάποιοι δεν μπορούν να πάρουν τα προβλεπόμενα ρεπό, γιατί λόγω έλλειψης προσωπικού δεν έχει σκόντο στην υπηρεσία και δε θέλουν να αφήσουν τη βάρδια με λιγότερα άτομα για να μην πέσει κατηγορία το αεροδρόμιο.
Δεν επαρκούμε λοιπόν για τη διεξαγωγή της υπηρεσίας μας και ξαφνικά περισσεύουμε για να συνδράμουμε και αλλού, και πόσω μάλλον να μην είναι και δουλειά μας. Ασκώντας παράλληλα καθήκοντα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επιστολή διαμαρτυρίας που είδε το φως της δημοσιότητας.
Στην ίδια επιστολή επισημαίνεται: «Στην παρούσα χρονική στιγμή, με το άνοιγμα του τουρισμού στη χώρα, μέσα στον γενικό χαμό που επικρατεί στα αεροδρόμια και που όλη αυτή την κατάσταση τη βαπτίζουν “απόλυτη τάξη”, καλούνται οι πυροσβέστες των αεροδρομίων να συνδράμουν εκτελώντας υγειονομικά καθήκοντα, συμμετέχοντας στα υγειονομικά κλιμάκια ελέγχου, λαμβάνοντας μέρος στην επαφή με τους τουρίστες, στις δειγματοληψίες, στη μεταφορά δειγμάτων και στη συνέχεια πιθανόν των κρουσμάτων. Αυτό δεν είναι συνδρομή αλλά κύρια απασχόλησή μας σε τομέα που δε γνωρίζουμε και δεν έχουμε εκπαιδευτεί και εξοπλιστεί.
Βρισκόμαστε σε έναν χώρο που ήδη οι συνθήκες υγιεινής είναι επιβαρυμένες, με υψηλή συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπων, χωρίς ιδιαίτερη καθαριότητα, με καθόλου απολυμάνσεις, με τις υψηλές θερμοκρασίες της περιόδου χωρίς επαρκή αερισμό και χωρίς τα απαραίτητα προστατευτικά. Αυτό δεν αφορά μόνο τους πυροσβέστες, αλλά και όλους όσοι εμπλέκονται.
Είναι 99,99% σίγουρο ότι θα κολλήσει ο υπάλληλος τον ιό, αφού υπάρχουν ελλιπή μέτρα προστασίας, με αποτέλεσμα να τον μεταδώσει στην Υπηρεσία του και στο περιβάλλον της οικογένειάς του. Είναι 99% σίγουρο ότι θα διασπαρθεί ο ιός σε τουρίστες που δεν είναι δείγματα λόγω του υψηλού συνωστισμού και των συνθηκών αναμονής, οι οποίοι θα τον μεταφέρουν στις ξενοδοχειακές μονάδες και τουριστικούς χώρους, με πολύ δύσκολο έργο την ιχνηλάτηση των κρουσμάτων αυτών».
«Σε κάθε προσπάθεια συζήτησης των προβληματισμών μας και της διαμαρτυρίας μας προς τους ανωτέρους μας ή τους υπευθύνους, μας λένε ότι είναι δουλειά μας ο κίνδυνος. Και βέβαια το ξέρουμε καλύτερα απ’ όλους τι πάει να πει κίνδυνος και δεν το αρνηθήκαμε ποτέ οι πυροσβέστες. Αυτό όμως που συμβαίνει εδώ δεν είναι μια επικίνδυνη κατάσταση, αλλά μια ΘΥΣΙΑ, όλων των πυροσβεστών, αφού θα κολλήσουμε όλοι λόγω των συνθηκών εργασίας μας, αλλά και των οικογενειών μας, αφού θα πρέπει μετά την υπηρεσία να γυρίσουμε στα σπίτια μας, λόγω του ότι η υπηρεσία δεν μπορεί να μας φιλοξενήσει.
Και αφού γίνεται όλο αυτό, δε θα έπρεπε να υπάρχει ένας χώρος διαμονής για μας για να μην επιστρέφουμε στα σπίτια μας και θυσιάσουμε και τους δικούς μας ανθρώπους; Μόνο οι δηλώσεις των υπευθύνων είναι ευοίωνες, οι οποίοι είναι κλεισμένοι στους απολυμασμένους χώρους τους και, όταν μας πλησιάζουν, κρατούν μεγάλες αποστάσεις. Το οξύμωρο είναι ότι το κράτος κυνηγάει τους επαγγελματίες και βάζει πρόστιμα λόγω της συγκέντρωσης ανθρώπων στα καταστήματα, και στους κρατικούς χώρους κάνει ότι δε βλέπει. Όλα πάνε καλά λοιπόν», συνεχίζει, μεταξύ άλλων, η επιστολή διαμαρτυρίας.
«Δε μας ακούει κανείς»
Η επιστολή καταλήγει ως εξής: «Ο πυροσβέστης δε φοβάται τη δουλειά, το έχει αποδείξει διαχρονικά και το αποδεικνύει καθημερινά. Γνωρίζει ότι μπορεί να είναι αναλώσιμος, κάτι που δε θα έπρεπε. Αλλά είναι απαράδεκτο να οδηγείται για θυσία με αυτόν τον τρόπο και να μην έχει δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί στη δημοκρατική εποχή μας. Δεν μπορεί να είναι πειραματόζωο πολιτικών πρακτικών. Σας παρακαλούμε για τη βοήθειά σας. Δε μας ακούει κανείς. Η διοίκησή μας δεν έχει το θάρρος να μας υπερασπιστεί και οι συνδικαλιστικοί μας φορείς δεν υπάρχουν πουθενά».