Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων εξέδωσε εγκύκλιο, με την οποία παρέχονται διευκρινίσεις αναφορικά με την ενιαία εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 292 του ν.4738/2020 (ΦΕΚ Α’207/2020) και της κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσας Απόφασης Υφυπουργού Οικονομικών Α. 1127/2021 (ΦΕΚ Β’ 2362)».
Πιο συγκεκριμένα:
Στη ρύθμιση της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 (Α’107), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, δύναται να υπάγονται και οι βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα και Τελωνεία, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α’90, Κ.Ε.Δ.Ε.), τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’170, Κ.Φ.Δ.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, που είχαν υπαχθεί σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση, η οποία κατά την 1.11.2019 ήταν σε ισχύ και στη συνέχεια απωλέσθη, εφόσον πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στην Απόφαση Α. 1127/2021 (Β’ 2362).
Οι ανωτέρω οφειλές υπάγονται στην πάγια ρύθμιση του ν.4152/2013 (Α’107), όπως ισχύει, για πρώτη φορά, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις αυτής, ανεξαρτήτως της νομοθετικής ρύθμισης που ήταν εν ισχύ την 1.11.2019 και η οποία μετέπειτα απωλέσθη. Σε περίπτωση απώλειας αυτής δεν επιτρέπεται η υπαγωγή τους για δεύτερη φορά από τον ίδιο οφειλέτη.
Ειδικότερα και σε ό, τι αφορά τα κριτήρια τα οποία θα πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά για να γίνει αποδεκτή η αίτηση του οφειλέτη, καθώς και τις εξαιρέσεις από την ένταξη στη ρύθμιση του άρθρου 292 του ν.4738/2020 (Α’207) διευκρινίζονται τα ακόλουθα με την επιφύλαξη των λοιπών οριζομένων στο άρθρο 2 της απόφασης Α.1127/2021:
α) Η ιδιότητα με την οποία ο οφειλέτης υπάγεται στα οριζόμενα της ως άνω απόφασης καθορίζεται κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης. Αν ασκεί επιχείρηση κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπάγεται στις ρυθμίσεις για τα φυσικά πρόσωπα – επιτηδευματίες. Αν είναι υποκείμενος σε ΦΠΑ με υποχρέωση υποβολής δήλωσης κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης αντιμετωπίζεται αναλόγως. Αν δεν ασκεί επιχείρηση αντιμετωπίζεται ως Φυσικό Πρόσωπο – μη επιτηδευματίας.
Για την ένταξη του φορολογούμενου-Φυσικού Προσώπου μη επιτηδευματία στην απόφαση προκειμένου να προσδιοριστεί το συνολικό καθαρό εισόδημα του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στην πάγια ρύθμιση της Α.1127/21, για το οποίο έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, θα πρέπει να έχει εκδοθεί η σχετική πράξη προσδιορισμού του φόρου.
β) Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος της οποίας τα δεδομένα θα λαμβάνονται υπόψη είναι αυτή για την οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του φορολογούμενου.
γ) Εάν σε Φυσικό Πρόσωπο υπάρχει μόνο μία δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή καμία, τότε δεν πληρείται η προϋπόθεση της μείωσης του 10% (σχ. παρ. Α. του άρθρ.1) ή της μείωσης του 5% (σχ. περ. α. της παρ. 1 του άρθρ.2). Αντίστοιχα, για τους υπόχρεους σε υποβολή δήλωσης Φ.Π.Α., αν δεν υπάρχουν δηλώσεις προηγούμενου έτους για σύγκριση, (π.χ. επιχείρηση υπαγόμενη σε Φ.Π.Α το έτος 2021 και μη υπαγόμενη σε Φ.Π.Α το έτος 2020, φυσικό πρόσωπο με έναρξη εργασιών το 2020, που είχε ενταχθεί σε ρύθμιση, η οποία ήταν ενεργή την 01/11/2019 και απωλέσθη μεταγενέστερα, οφειλή από φόρο κληρονομιάς) ή καθόλου δηλώσεις Φ.Π.Α. (π.χ. λόγω πρόσφατης έναρξης εργασιών ενός Φυσικού Προσώπου) θα θεωρείται ότι δεν πληρείται η προϋπόθεση της μείωσης του 10% ή του 5% .
δ) Για την εφαρμογή της περ. α. της παρ. 1 του άρθρου 2 της Α.1127/2021, εάν επιχείρηση δεν ήταν υπαγόμενη σε ΦΠΑ το 2019, ήταν όμως υπαγόμενη το έτος 2020, οπότε δεν τίθεται θέμα σύγκρισης των κωδικών 312 για τα έτη αυτά αφού δεν υπάρχουν δηλώσεις για το 2019 (μείωση τουλάχιστο 5%), το επόμενο κριτήριο που θα ελέγχεται είναι το εισοδηματικό κριτήριο της περ. α. της παρ. Α. του άρθρ.1 περί μείωσης των ακαθαρίστων εσόδων κατά τουλάχιστο 10% από το μέσο όρο των ακαθαρίστων εσόδων που προκύπτουν από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών ή δύο ή ενός από τα προηγούμενα φορολογικά έτη κατά περίπτωση και όχι αυτό της μείωσης κατά 5% των ακαθαρίστων εσόδων σύμφωνα με την περ. α. της παρ. 1 του άρθρ.2 που ισχύει για τους μη υπόχρεους σε υποβολή δήλωσης Φ.Π.Α..
ε) Εάν οι υποβληθείσες δηλώσεις δεν αφορούν ίσες χρονικά διαχειριστικές περιόδους, για τη σύγκριση των δηλωθέντων ποσών και τον υπολογισμό της μείωσης, θα πρέπει να γίνεται αναγωγή των ποσών, ώστε η σύγκριση να γίνεται αναλογικά.
στ) Για τα Φυσικά Πρόσωπα – μη επιτηδευματίες ως καθαρό εισόδημα ορίζεται το δηλωθέν εισόδημα, τα αυτοτελώς φορολογούμενα και τα απαλλασσόμενα εισοδήματα, όπως προκύπτουν από το έντυπο Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
ζ) Για τα Φυσικά Πρόσωπα μη επιτηδευματίες προκειμένου να ενταχθούν στη ρύθμιση ελέγχεται η υποχρέωση υποβολής δηλώσεων ΦΕ με βάση τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στα αρχεία της ΑΑΔΕ (αν υπάρχουν στοιχεία εισοδημάτων ή τεκμηρίων) και στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν έχει υποβληθεί κάποια δήλωση, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση, το αίτημα του φορολογούμενου για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν θα γίνεται δεκτό (σχ. παρ. Α. του άρθρ.1).
η) Η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση δεν γίνεται δεκτή όταν ο φορολογούμενος ο οποίος κατά το χρόνο υποβολής της ασκεί επιχείρηση, ενώ σε προηγούμενη περίοδο (τρίμηνο ή φορολογικό έτος) δεν ασκούσε, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν διαθέσιμα αντίστοιχα στοιχεία για σύγκριση (σχ. περ. α. και β. της παρ. Α. του άρθρ.1 και περ. α. της παρ. 1 του άρθρ.2), όπως για παράδειγμα, Φυσικό Πρόσωπο που έχει κάνει έναρξη το 2020 και έχει υποβάλλει ως επιτηδευματίας τη δήλωση ΦΕ του 2020, όλες τις δηλώσεις ΦΠΑ για το 2020, ενώ το φορ.2019, 2018, 2017 κ.λπ. έχει υποβάλλει δηλώσεις εισοδήματος ως Φυσικό Πρόσωπο μη επιτηδευματίας.
θ) Η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση δεν γίνεται δεκτή, αν η αξία της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη (φυσικό πρόσωπο, επιτηδευματίας ή μη, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα) υπερβαίνει τις διακόσιες ογδόντα χιλιάδες (280.000) ευρώ, όπως αυτή προσδιορίζεται για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. και η οποία προκύπτει από την τελευταία εκδοθείσα πράξη προσδιορισμού του φόρου του οικείου φορολογικού έτους και, εφόσον αυτή δεν έχει εκδοθεί, του αμέσως προηγούμενου.
ι) Για την εφαρμογή του περιουσιακού κριτηρίου του άρθρου 1 της Α.1127/2021, οι οφειλέτες που αιτούνται την υπαγωγή τους στην εν λόγω ρύθμιση, οφείλουν να αναγράψουν επί της αίτησής τους ότι δεν απέκτησαν μεταφορικά μέσα εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση ή ότι τα μεταφορικά μέσα που αποκτήθηκαν εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση έχουν συνολική αξία αγοράς που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα χιλιάδες (80.000) ευρώ.
ια) Για την εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 2 της Α.1127/2021, εάν ο οφειλέτης έχει απολέσει άνω της μίας ρύθμισης, για τη σύγκριση με το 40% του τιμήματος λαμβάνεται υπόψη το συνολικό υπόλοιπο προς καταβολή του συνόλου των απολεσθεισών ρυθμίσεων.