Επιχειρηματίας απέλυσε τη σύζυγό του και αντιπρόεδρο της εταιρείας, γλίτωσαν φόρους, αλλά τους τσίμπησε η Εφορία και πλήρωσαν ακριβά την «απόλυση», που διήρκεσε μόλις ένα μήνα!
Όπως προκύπτει από τη σχετική απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, σε συνήθη φορολογικό έλεγχο, που διενεργήθηκε σε επιχείρηση με έδρα την Κρήτη, διαπιστώθηκε, ότι εκτός των άλλων και μια απόλυση, η οποία, στη συνέχεια αποδείχτηκε εικονική.
Με τη διαδικασία της εικονικής απόλυσης γλίτωσαν φόρους και η εταιρεία, αλλά και η υπάλληλος, η οποία συμβαίνει να είναι σύζυγος του επιχειρηματία.
Αμφότεροι έμπλεξαν με την Εφορία, η οποία τους καταλόγισε υψηλά πρόστιμα και προσαυξήσεις, δεδομένου ότι η υπόθεση αφορά στο έτος 2014, ενώ η προσφυγή τους στη ΔΕΔ, δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, αφού απορρίφθηκε.
Σύμφωνα με την υπ. Αρ. 1050/2020 απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, το 2019 εκδόθηκε οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2014, με την οποία προσδιορίστηκε επιπλέον καθαρό εισόδημα ποσού 58.059,30 ευρώ και καταλογίστηκε στην προσφεύγουσα διαφορά φόρου εισοδήματος ποσού 15.114,87 ευρώ, πλέον 3.778,72 ευρώ πρόσθετοι φόροι και συνολικά το ποσό των 18.893,59 ευρώ.
Όπως περιγράφεται στην απόφαση, από τον έλεγχο των δαπανών, για το φορολογικό έτος 2014, μεταξύ άλλων δεν αναγνωρίστηκε δαπάνη ποσού 40.204,99 ευρώ η οποία αφορούσε την αποζημίωση απόλυσης εμμίσθων, συμφωνα με το sofokleousin.gr.
Συγκεκριμένα αφορούσε την αποζημίωση απόλυσης της αντιπροέδρου του Δ.Σ. της εταιρείας και συζύγου του προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου του Δ.Σ. της εταιρείας. Δηλαδή, εμφανίζεται ο επικεφαλής της εταιρείας να απολύσει την αντιπρόεδρο, η οποία συμβαίνει να είναι και σύζυγός του.
Επιπλέον, της καταβάλλεται διπλάσια από την κανονική αποζημίωση, επαναπροσλαμβάνεται, μετά από ένα μήνα, χωρίς να της ζητηθεί η επιστροφή της αποζημίωσης.
Οι ελεγκτές θεώρησαν, ότι πρόκειται για δαπάνη που πραγματοποιήθηκε με σκοπό το όφελος, από την μείωση των κερδών της εταιρείας και την μεταφορά χρηματικού ποσού σε μέλος του Δ.Σ. χωρίς την υποχρέωση εργοδοτικών εισφορών αλλά και με επιπλέον όφελος από τον λήπτη πέρα από την οικονομική παροχή και την φορολόγηση της αποζημίωσης με συντελεστή 0% εφόσον πρόκειται για ποσό μικρότερο των 60.000,00 ευρώ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15§3 του ν. 4172/2013.
Οι υπόνοιες των ελεγκτών ενισχύθηκαν από το γεγονός ότι, η αποζημίωση ήταν πολύ υψηλότερη, από την κανονική, με βάση τη νομοθεσία, αλλά κυρίως εκ του γεγονότος ότι η υπάλληλος και πρώην αντιπρόεδρος της εταιρείας, ενώ απολύθηκε το 2014, επαναπροσλήφθηκε στην εταιρεία τον Ιανουάριο του 2015.
Με την προσφυγή στη ΔΕΔ, η εταιρεία ζητεί την αναγνώριση της δαπάνης αποζημίωσης που καταβλήθηκε, ως παραγωγικής και εκπεστέας ισχυριζόμενη ότι το ποσό της επίμαχης αποζημίωσης, πράγματι καταβλήθηκε στην υπάλληλο και πρέπει να αναγνωριστεί για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της. Κατατέθηκε και το πρακτικό συνεδρίασης του Δ.Σ. της εταιρείας της 10/12/2014 όπου αποφασίστηκε η διακοπή της εμπορικής δραστηριότητάς της και η απόλυση της
Ωστόσο, με το πρακτικό της 16/01/2015 αποφασίστηκε η ανάκληση της παραπάνω απόφασης με την επαναπρόσληψη της υπαλλήλου και την παραίτηση της εταιρείας από την επιστροφή της πρόσθετης καταβληθείσας αποζημίωσης.
Σε ότι αφορά τον υπολογισμό του ποσού της αποζημίωσης η εταιρεία διευκρινίζει ότι το ποσό της κανονικής αποζημίωσης ήταν 20.102,49 ευρώ, αλλά αποφασίστηκε να διπλασιαστεί στα 40.204.99 ευρώ, «προς το συμφέρον της επιχείρησης και εν τέλει αποτέλεσε κίνητρο για την μεγαλύτερη απόδοση όχι μόνο της ιδίας αλλά και του συνόλου του προσωπικού της εταιρείας».
Ταυτόχρονα όμως, οι ελεγκτές ανακάλυψαν ότι η απολυμένη αντιπρόεδρος της εταιρείας είναι και σύζυγος του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ίδιας εταιρείας, και συνεπώς θεώρησαν ότι η απόλυση ήταν εικονική, για να αποκομίσουν όφελος και τα δύο μέρη.
Η μεν εταιρεία ενέταξε τη σχετική δαπάνη σε εκείνες που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, η δε υπάλληλος δεν φορολογήθηκε για το ποσό των 40.204,99 ευρώ, αφού ως αποζημίωση είναι αφορολόγητη μέχρι το ποσό των 60.000 ευρώ.
Η ετυμηγορία της ΔΕΔ
Η ΔΕΔ έκρινε ότι ορθώς καταλογίστηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα συνολικού ύψους 18.893,59 ευρώ, καθώς όπως σημειώνει:
Δεν εξηγείται επαρκώς και δεν τεκμηριώνεται ο λόγος για τον οποίο έπρεπε να λάβει μεγαλύτερη της οριζόμενης αποζημίωσης απόλυσης, πέρα από το γεγονός του ότι η ίδια είναι μέλος του Δ.Σ. και σύζυγος του κύριου μετόχου, προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της ελεγχόμενης εταιρείας. Αυτό όμως δεν αρκεί για να χαρακτηριστεί η δαπάνη ως παραγωγική.
Δεν εξηγείται ο λόγος για τον οποίο δεν ζητήθηκε η επιστροφή της καταβληθείσας αποζημίωσης δεδομένου ότι η αποζημίωση απόλυσης καταβάλλεται στον εργαζόμενο με σκοπό να αμβλύνει τις δυσμενείς συνέπειες της απώλειας της θέσεως εργασίας του, γεγονός που δεν υφίσταται στην προκειμένη περίπτωση αφού επαναπροσλήφθηκε την 22/01/2015 στην ίδια θέση που κατείχε.
Ορθώς ο έλεγχος έκρινε ότι πρόκειται για δαπάνη που πραγματοποιήθηκε με σκοπό το όφελος της εταιρείας, το οποίο προκύπτει από την μείωση των κερδών της εταιρείας, με την έκπτωση της δαπάνης από τα ακαθάριστα έσοδά της και χωρίς την υποχρέωση καταβολής εργοδοτικών εισφορών και ο ανωτέρω χειρισμός αποβλέπει στην αποφυγή της φορολόγησης εκ μέρους της προσφεύγουσας εταιρείας.
Επειδή, εν προκειμένω ορθώς ο φορολογικός έλεγχος δεν αποδέχθηκε τον ως άνω χειρισμό και δεν αναγνώρισε προς έκπτωση την ως άνω δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους 2014, και οι ισχυρισμοί της προσφεύγουσας περί του αντιθέτου απορρίπτονται ως νόμω και ουσία αβάσιμοι.
Επειδή, οι διαπιστώσεις του ελέγχου, όπως αυτές καταγράφονται στην από 24/12/2019 έκθεση μερικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος Ν.2238/1994 και Ν.4172/2013 της Δ.Ο.Υ. Χανίων, επί της οποίας εδράζεται η προσβαλλόμενη πράξη, κρίνονται βάσιμες, αποδεκτές και πλήρως αιτιολογημένες, η υπό κρίση ενδικοφανής προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.