Οι κινήσεις στους τραπεζικούς λογαριασμούς αποτυπώνουν τις επιχειρηματικές προσδοκίες και την καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία επιβεβαιώνεται από τον οικονομικό κύκλο τους επόμενους μήνες. Τα στοιχεία για τις καταθέσεις και τα δάνεια του ιδιωτικού τομέα τον Οκτώβριο στην Ελλάδα επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις των τραπεζών και το συμπέρασμα της ΕΚΤ που διατυπώθηκε στην έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Με μια ματιά: Τα νοικοκυριά συνέχισαν να αυξάνουν τις καταθέσεις και να αποπληρώνουν περισσότερα δάνεια από ό,τι λαμβάνουν, με ένα μέρος των αποταμιεύσεων να οδηγείται σε αμοιβαία κεφάλαια, κυρίως, μετοχικά, και σε ασφαλιστικά προϊόντα. Οι επιχειρήσεις, για δεύτερη φορά μέσα στο 2021 παρουσιάζουν καθαρή εκροή καταθέσεων, λόγω φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Η προηγούμενη φορά είχε παρατηρηθεί τον Μάρτιο, εν όψει της επανεκκίνησης.
Επιχειρήσεις
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στις καταθέσεις όψεως των επιχειρήσεων, σημειώθηκε τον Οκτώβριο καθαρή εκροή 563 εκατ. ευρώ για πληρωμές κυρίως φόρων (διπλή δόση ΕΝΦΙΑ και φόρος νομικών προσώπων) και εισφορών. Στις επιχειρήσεις δεν παρατηρείται εκροή από τις καταθέσεις για αποπληρωμές δανείων, αφού η καθαρή πιστωτική επέκταση συνέχισε να είναι θετική τον Οκτώβριο. Οι νέες καθαρές εκταμιεύσεις επιχειρηματικών δανείων ήταν 215 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 72 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε μικρομεσαίες. Συνολικά, οι καθαρές εκταμιεύσεις δανείων τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο ανήλθαν σε 600 εκατ. ευρώ (330 εκατ. σε μικρομεσαίες).
Τον ίδιο μήνα παρατηρείται και μεταφορά από τους λογαριασμούς όψεως των επιχειρήσεων προς λογαριασμούς προθεσμίας. Η καθαρή εισροή σε προθεσμιακές καταθέσεις ήταν 72 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, οι επιχειρήσεις επιλέγουν προθεσμιακές καταθέσεις τους μήνες με πλεονάζουσα ρευστότητα. Αυτό βέβαια δεν αφορά όλες τις επιχειρήσεις και για το λόγο αυτό παρατηρούνται αυξομειώσεις από μήνα σε μήνα. Πάντως, συνολικά στο δεκάμηνο, παρατηρείται καθαρή εκροή από τις προθεσμιακές 700 εκατ. ευρώ, όταν στο αντίστοιχο διάστημα το 2020, οι εισροές σε προθεσμιακές ήταν 1 δισ. ευρώ. Οι συνολικές καταθέσεις όψεως των επιχειρήσεων στο 10μηνο αυξήθηκαν κατά 4,2 δισ. ευρώ, έναντι 5,3 δισ. το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Συνολικά, από τις αρχές της πανδημίας, οι επιχειρήσεις έχουν αυξήσει τις καταθέσεις τους κατά 12,6 δισ. ευρώ.
Νοικοκυριά
Στα νοικοκυρά, η αύξηση των καταθέσεων τον Οκτώβριο ήταν 465 δισ. ευρώ, συνεχίζοντας, με τις αποταμιεύσεις στο δεκάμηνο να έχουν αυξηθεί κατά 6 δισ. ευρώ, έναντι 5,3 δισ. ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2020. Δηλαδή, ο ρυθμός αύξησης των καταθέσεων των νοικοκυριών το 2021 ήταν υψηλότερος κατά περίπου 700 εκατ. ευρώ, σε σχέση με το 2020, σε αντίθεση με τις προβλέψεις ότι θα υπήρχε μείωση λόγω του ανοίγματος της αγοράς. Αυτό το στοιχείο έρχεται να επιβεβαιώσει το συμπέρασμα της ΕΚΤ.
Συνολικά, νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχουν αυξήσει τις καταθέσεις τους από την αρχή της πανδημίας κατά 28,7 δισ. ευρώ, δηλαδή σημειώνεται κάμψη κατά περίπου 3 δισ. ευρώ από το μέγιστο σημείο. Αυτά τα 3 δισ. ευρώ έχουν κατευθυνθεί κυρίως προς αμοιβαία κεφάλαια (2,3 δισ. ευρώ) και ασφαλιστικά προϊόντα (300 εκατ. ευρώ), σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών και της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών. Ένα υπόλοιπο της τάξεως του μισού δισ. ευρώ έχει χρησιμοποιηθεί για υποχρεώσεις και κατανάλωση.
Εκτιμήσεις τραπεζών
Αυτό που δήλωσαν τα τραπεζικά στελέχη στην έρευνα Bank Lending Survey της ΕΚΤ ήταν ότι η καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία ξεκίνησε δυναμικά, με κορύφωση το β’ τρίμηνο, παρουσίασε μια μικρή κάμψη στο γ’ τρίμηνο, χωρίς να αναμένεται μεγάλη διαφοροποίηση μέχρι το τέλος του έτους. Ειδικά για τις επιχειρήσεις, περιμένουν τη ζήτηση για δάνεια σταθερή, ενώ μικρή αύξηση, ίσως, να εμφανιστεί στα στεγαστικά και τα καταναλωτικά από τα νοικοκυριά.
Η ανάλυση της ΕΚΤ
Η ΕΚΤ, στην έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας καταλήγει στην εκτίμηση ότι η αποταμίευση της πανδημίας, ειδικά των νοικοκυριών, δύσκολα θα περάσει στην κατανάλωση. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε, ύστερα και από δικές της μετρήσεις, οι οποίες έδειξαν ότι η αποταμίευση (από τα μέτρα στήριξης και την αναγκαστική πτώση της κατανάλωσης) πραγματοποιήθηκε από νοικοκυριά με υψηλά εισοδήματα. Αντίθετα, τα νοικοκυριά, με χαμηλά εισοδήματα, ακόμα στηρίζονται σε μέτρα στήριξης και δεν αποταμιεύουν.
Σε ό,τι αφορά στην αποταμίευση των υψηλών εισοδημάτων, αυτή είτε παραμένει στις καταθέσεις και σε εναλλακτικές επενδύσεις, είτε επενδύεται στην αγορά ακινήτων, με παράλληλη αποπληρωμή δανείων. Οι επενδύσεις στην αγορά ακινήτων έχουν εκτινάξει τις τιμές κατοικιών, όπου σε ορισμένες χώρες της Ε.Ε., αγγίζουν τα όρια της φούσκας. Στην ανάλυσή της, η ελληνική αγορά ακινήτων δεν εμπίπτει στις “κόκκινες περιοχές”, παρά την άνοδο που έχει σημειωθεί την τελευταία διετία, λόγω της μεγάλης μείωσης τιμών που είχε προηγηθεί.
Σε ό,τι αφορά στην κατανάλωση, αυτή έχει αυξηθεί σημαντικά, σε σχέση με την περίοδο των lockdown, ωστόσο, δεν έχει φτάσει τα προ-πανδημίας επίπεδα και, από ό,τι φαίνεται, δεν θα φτάσει μέχρι το τέλος του 2021. Η άνοδος του πληθωρισμού και των τιμών ενέργειας, στο μεταξύ, λειτουργούν επιβαρυντικά στην καταναλωτική εμπιστοσύνη και στην κατανάλωση. Ο παράγοντας των ανατιμήσεων αποτελεί ιδιαίτερα ανασταλτικά για τις επιχειρήσεις. Αλλά και χωρίς τον παράγοντα πληθωρισμό, η ΕΚΤ σημειώνει ότι τα νοικοκυριά με υψηλά εισοδήματα είναι λιγότερο “ευαίσθητα” στο ύψος της αποταμίευσης σε σχέση με την κατανάλωση. Με άλλα λόγια, δεν περιμένουν να αυξηθούν οι καταθέσεις για να καταναλώσουν περισσότερο. Το πιθανότερο είναι να χρησιμοποιήσουν την αυξημένη αποταμίευση για επενδύσεις.
capital.gr