Αυξημένα συναισθηματικά προβλήματα και προβλήματα συμπεριφοράς, υπερκινητικότητα και μειωμένη κοινωνική συμπεριφορά είναι ανάμεσα στις επιπτώσεις που είχε η πανδημία του κορωνοϊού σε παιδιά και εφήβους.
Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα που διεξήγε η Παιδοψυχιατρική Κλινική του ΕΚΠΑ κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας σε 282 παιδιά και 490 εφήβους και τις οικογένειές τους, τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της οποίας παρουσίασε σήμερα, Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου, σε συνάντηση του Δικτύου Ευρωπαίων Συνηγόρων του Παιδιού ο καθηγητής Παιδοψυχιατρικής στο ΕΚΠΑ και διευθυντής της Παιδοψυχιατρικής Κλινικής στο νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Γεράσιμος Κολαΐτης.
Όπως καταδεικνύεται στην έρευνα, η αυξημένη ψυχοπαθολογία των παιδιών σχετίζεται με ορισμένους παράγοντες, όπως η ηλικία (τα ποσοστά είναι μεγαλύτερα στους εφήβους), το φύλο (αυξημένα ποσοστά σε αγόρια), η ψυχολογική ή σωματική ευημερία τους, η κοινωνική υποστήριξή τους, η οικογενειακή δυσλειτουργία και το ιστορικό τραύματος και ανθεκτικότητας των φροντιστών τους.
Την ίδια ώρα, σε έρευνα που διεξήγε η Ευρωπαϊκή Παιδοψυχιατρική Εταιρεία διαπιστώθηκε ότι η επίπτωση της πανδημίας στην ψυχική υγεία των παιδιών και εφήβων αυξήθηκε δραματικά από το 50% το 2020 στο 80% το 2021 με τη μεγαλύτερη αύξηση να σημειώνεται στις αυτοκτονικές τάσεις, τις διαταραχές άγχους και διατροφής και τα σοβαρά καταθλιπτικά επεισόδια. Από την άλλη πλευρά, εντοπίστηκε ότι η παροχή υπηρεσιών στους ασθενείς και τις οικογένειές τους επηρεάστηκε περισσότερο στην αρχή της πανδημίας, παρά στο δεύτερο κύμα της.
Ο κ. Κολαΐτης ανέφερε ότι δεν υπάρχουν πολλές έρευνες γύρω από τις επιπτώσεις της πανδημίας κυρίως σε παιδιά και εφήβους, αλλά οι πρώτες έρευνες σε Κίνα, Ινδία, ΗΠΑ, Ισπανία, Ιταλία και Γερμανία, καταδεικνύουν, όπως και η ελληνική, αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία τους και αυξημένα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης. Σημείωσε πάντως ότι χρειάζεται να ερευνηθεί περισσότερο το ζήτημα σε βάθος χρόνου.
Σε έκθεση που έγινε για λογαριασμό των Ευρωπαίων Συνηγόρων του Παιδιού, προκειμένου να χαρτογραφηθούν οι επιπτώσεις των μέτρων κατά της πανδημίας στα δικαιώματα των παιδιών στα κράτη μέλη του Δικτύου παρατηρήθηκε ότι τα ευάλωτα παιδιά βίωσαν μεγαλύτερες διακρίσεις, μεταξύ των οποίων τα παιδιά με επιπλέον μαθησιακές ανάγκες, τα παιδιά με αναπηρία ή με ψυχική ασθένεια, τα παιδιά αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, τα παιδιά χωρισμένων γονιών και τα παιδιά σε σωφρονιστικά ιδρύματα.
Μάλιστα, τονίζεται ότι η πανδημία ανέδειξε και ανισότητες μεταξύ ομάδων παιδιών. Στην ίδια έκθεση υπογραμμίζεται ότι τα παιδιά και οι ειδικοί γύρω από τα παιδιά έχουν αποκλειστεί σε μεγάλο βαθμό από τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών κρατών γύρω από τα επείγοντα μέτρα.
Ανάμεσα στις επιπτώσεις της πανδημίας που καταγράφονται στη συγκεκριμένη έκθεση είναι: το ψηφιακό χάσμα (κάποια παιδιά δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο), ο περιορισμός στη μετακίνηση των παιδιών που έθεσε ρίσκο στην ψυχική υγεία των παιδιών, ο αυξημένος κίνδυνος να βιώσουν τα παιδιά ενδοοικογενειακή ή διαδικτυακή εκμετάλλευση, εκφοβισμό ή παραμέληση, καθώς και ο περιορισμός στην πρόσβαση των παιδιών σε ιατρικές και ψυχιατρικές υπηρεσίες.
Επιπλέον, ανησυχία υπάρχει για την ψυχική υγεία των παιδιών εξαιτίας του περιορισμού της μετακίνησης, του κλεισίματος των σχολείων, του εγκλεισμού στο σπίτι και των περιορισμένων δυνατοτήτων παιχνιδιού και συνάντησης με φίλους.
«Τα παιδιά επηρεάστηκαν πολύ από τα μέτρα και τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν για τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας και την προστασία της δημόσιας υγείας. Ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός παραπόνων και αιτημάτων για παρέμβαση έχουν κατατεθεί στον συνήγορο του πολίτη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο και είναι κοινό φαινόμενο σε όλους τους Ευρωπαίους Συνηγόρους του Παιδιού», παρατήρησε ο Συνήγορος του Πολίτη, Ανδρέας Ποττάκης, ανοίγοντας τις εργασίες του 25ου ετήσιου συνεδρίου του Δικτύου Ευρωπαίων Συνηγόρων του Παιδιού, που γίνεται σήμερα και αύριο στην Αθήνα.
Ο κ. Ποττάκης τόνισε ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας στα παιδιά «ήταν σαφώς πολύπλευρες και πολυεπίπεδες τόσο στη σωματική και την ψυχική τους υγεία, στις συναισθηματικές τους ανάγκες, στα εκπαιδευτικά τους δικαιώματα με τα αυξημένα επίπεδα εγκατάλειψης και αποκλεισμού από την εκπαιδευτική διαδικασία, στην κοινωνικοποίηση, καθώς και στις οικογενειακές σχέσεις, όπου υπήρξε μια αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας. Δυστυχώς οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι ευρείες, βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες, και επίσης αρκετά επίμονες».
Μάλιστα, ο διευθυντής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του παιδιού, Γιώργος Νικολαΐδης, επισήμανε ότι ένας μεγάλος αριθμός υποθέσεων και περιστατικών δεν θα αναφερθούν ποτέ και πάντα οι αριθμοί αντικατοπτρίζουν ένα μικρό ποσοστό του φαινομένου.
Κατά την περίοδο αυτή της πανδημίας, «η ασυνέπεια των συστημάτων παιδικής προστασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο έγινε ακόμα πιο εμφανής υπό την πίεση αυτής της χωρίς προηγούμενο κατάστασης έκτακτης ανάγκης», σημείωσε η βοηθός Συνήγορος του Παιδιού, Θεώνη Κουφονικολάκου, η οποία αναλαμβάνει μετά το συνέδριο την προεδρία του ευρωπαϊκού Δικτύου.
Ο σημερινός πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Συνηγόρων του Παιδιού και Επίτροπος για τα Παιδιά και τους Νέους στη Σκωτία, Μπρους ‘Ανταμσον, επισήμανε ότι η πανδημία δεν δημιουργεί μόνο μια επείγουσα κατάσταση για την υγεία, αλλά και για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ «τα δικαιώματα των παιδιών στην εκπαίδευση, την υγεία την οικογενειακή ζωή, στο παιχνίδι και στην κοινωνικοποίηση έχουν επηρεαστεί».
Τέλος, εκπροσωπώντας την αντιπρόεδρο της Κομισιόν για τη Δημοκρατία και τη Δημογραφία, Ντουμπράβκα Σουίτσα, ο Κόλιν Σικλούνα εξήγησε ότι στην Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τα Δικαιώματα των Παιδιών που υιοθέτησε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελήφθησαν υπόψη οι θέσεις των ίδιων των παιδιών, καθώς περισσότερα από 10.000 παιδιά συμμετείχαν στη σχετική διαβούλευση.