«Η ανθρωπότητα θα είναι κατά πολύ περισσότερο ευγνώμων στα εμβόλια mRNA κατά του κορωνοϊού όταν η πανδημία θα έχει τελειώσει, όπως αναφέρουν οι επικεφαλής της έρευνας για τα εμβόλια αυτά», τόνισε κατά την αποψινή ενημέρωση η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου προσθέτοντας ότι η συμβολή αυτών των εμβολίων δεν θα είναι σημαντική μόνο για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού αλλά και για την πρόληψη του καρκίνου, όπως εκτιμούν οι ίδιοι οι ερευνητές.
Η κυρία Θεοδωρίδου αναφερόμενη τόσο στο εμβόλιο του κορωνοϊού όσο και στο εμβόλιο της γρίπης μίλησε για όσους έχουν ήδη νοσήσει, για τις ιδιαιτερότητες που εμφανίζουν τα παιδιά και οι ψυχικά πάσχοντες αλλά και τα νεώτερα που αφορούν τις εγκρίσεις για τη δεύτερη δόση του εμβολίου της Johnson and Johnson.
Όπως είπε, ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) γνωμοδότησε θετικά για δεύτερη δόση μετά την πάροδο δύο μηνών από την πρώτη δόση του εμβολίου Johnson and Johnson για τα άτομα άνω των 18 ετών. Όπως εξήγησε η κυρία Θεοδωρίδου, το μονοδοσικό αρχικά εμβόλιο της Johnson and Johnson είχε χαμηλότερη αποτελεσματικότητα από τα mRNA εμβόλια η οποία έφθανε το 70%. Με τη χορήγηση και δεύτερης δόσης από το ίδιο εμβόλιο η αποτελεσματικότητά του αγγίζει το 90%, τόνισε και είπε ότι βρισκόμαστε εν αναμονή έγκρισης κι από τους υπόλοιπους οργανισμούς. Όπως συμπλήρωσε, η μία δόση με αυτό το εμβόλιο είχε κριθεί από την αρχή ανεπαρκής από πολλούς ανοσολόγους που υποστήριζαν ότι θα χρειαζόταν κι επαναληπτικός εμβολιασμός με το ίδιο εμβόλιο. «Η δεύτερη δόση στο Johnson and Johnson θα έχει τον χαρακτήρα της τρίτης δόσης που γίνεται για τα mRNA εμβόλια», κατέληξε η κυρία Θεοδωρίδου.
Η ίδια, επικαλούμενη και έρευνα στο διεθνές περιοδικό The Lancet, τόνισε ότι ο κορονοϊός που μολύνει τα παιδιά παραμένει ζωντανός στον οργανισμό τους και έχουν ιικό φορτίο υψηλό, ανεξάρτητα από το αν νοσούν ασυμπτωματικά ή είναι στο νοσοκομείο. Καλό είναι να θυμόμαστε, όπως είπε, ότι τα παιδιά μεταδίδουν τον ιό όπως και οι ενήλικες και συμβάλλουν στη δημιουργία νέων μεταλλάξεων, παρότι το ιικό τους φορτίο δεν είναι μεγαλύτερο αλλά ούτε και υποδεέστερο από αυτό τον ενηλίκων. Όπως εξήγησε, τα παιδιά που μπορούν να εμβολιαστούν κατά του κορονοϊού θα πρέπει να το κάνουν και όσα έχουν ένδειξη καλό θα ήταν να εμβολιαστούν και για τη γρίπη. «Πρόκειται για παιδιά με ιδιαίτερα προβλήματα και χρόνια νοσήματα αλλά και παιδιά που έχουν στο περιβάλλον τους ευάλωτα άτομα όπως νεογνά, ηλικιωμένους ή ανθρώπους με χρόνια σοβαρά νοσήματα», είπε η κυρία Θεοδωρίδου και προσέθεσε ότι δεν υπάρχει γενική σύσταση για τον εμβολιασμό όλων των παιδιών για τη γρίπη.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, αναφερόμενη στα άτομα που νόσησαν είπε ότι συστήνεται ο εμβολιασμός τους με μία δόση καθώς η υβριδική ανοσία που αποκτούν όταν νοσούν από κορονοϊό σε συνδυασμό με τον εμβολιασμό τους στη συνέχεια τους βοηθά να αποκτήσουν σημαντική ανοσία και τους παρέχει καλύτερη κάλυψη από όλους τους τύπους κορονοϊού. «Μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι νόσησαν και δεν εμβολιάστηκαν είχαν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να μολυνθούν και να νοσήσουν ξανά από αυτούς που έκαναν μία δόση εμβολίου μετά τη νόσηση».
Τέλος, μιλώντας για όσους έχουν ψυχικά νοσήματα και νοητική υστέρηση, είπε ότι σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό, η προστασία τους από τον εμβολιασμό κατά της covid-19 είναι σημαντική, για αυτό οι άνθρωποι αυτοί αλλά και όσοι τους φροντίζουν θα πρέπει να μεριμνήσουν για τον εμβολιασμό τους.