Ένταση των πληθωριστικών πιέσεων με επίπτωση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και στα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων, μείωση των εμπορικών συναλλαγών και των τουριστικών ροών από τη Ρωσία και την Ουκρανία και ενδεχόμενη δυσμενής μεταβολή του κλίματος εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές διεθνώς, είναι οι σημαντικότερες επιπτώσεις από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας – Μάιος 2022, της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στην έκθεση τονίζεται χαρακτηριστικά ότι οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουν επηρεάσει τις προοπτικές για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και εντείνουν τις προκλήσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η έκθεση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και ειδικότερα του τραπεζικού τομέα προς τις εν λόγω χώρες είναι αμελητέα- σημειώνει η Κεντρική Τράπεζα-. Υπογραμμίζει όμως ότι οι όποιες επιδράσεις θα προκύψουν δευτερογενώς μέσω των λοιπών διαύλων μετάδοσης της κρίσης.
Ακόμα χαρακτηρίζει «εξαιρετικά πρόωρη και επισφαλής» οποιαδήποτε πρόβλεψη για την έκταση των τελικών επιδράσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δεδομένου ότι εμπεριέχεται υψηλός βαθμός αβεβαιότητας ως προς την έκβαση και τη διάρκεια του πολέμου.
Για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και ειδικότερα στο τραπεζικό σύστημα αναφέρει ότι:
-Ο υψηλός ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2021 και η προσδοκία συνέχισης της ανάπτυξης το 2022, σε συνδυασμό με τις θετικές μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές, συνέβαλαν στην πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδος από τους διεθνείς οργανισμούς S&P και DBRS, μειώνοντας σε μία μόνο βαθμίδα την απόσταση των τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου από την επενδυτική βαθμίδα.
-Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία διαμόρφωσε νέες συνθήκες, μετριάζοντας τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης. Η ενεργειακή κρίση επιτείνει τις πληθωριστικές πιέσεις αποτελώντας τροχοπέδη, ενώ η αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια του πολέμου και τις επιπτώσεις του στην πραγματική οικονομία λειτουργεί αποτρεπτικά για τη λήψη οικονομικών αποφάσεων από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, δεδομένης της αύξησης του κόστους παραγωγής και της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματός τους αντίστοιχα. Στο πλαίσιο αυτό, ο τραπεζικός τομέας καλείται να προσαρμοστεί άμεσα, αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις που τον περιβάλλουν.
-Η συνέχιση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει την ενίσχυση της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας και την ενεργό συμμετοχή του τραπεζικού τομέα. Κατά συνέπεια, οι τράπεζες οφείλουν, υπό το πρίσμα των δευτερογενών επιδράσεων του πολέμου στην Ουκρανία, να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειές τους για περαιτέρω εξυγίανση του ισολογισμού τους. Προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της χρηματοδότησης, ώστε η ελληνική οικονομία να τεθεί σε τροχιά υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης, σημαντικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει η αξιοποίηση των πόρων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
-Το 2021, η υλοποίηση της στρατηγικής των τραπεζών για την οριστική απαλλαγή τους από το υφιστάμενο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) συνέβαλε καθοριστικά αφενός στη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου τους και αφετέρου στη διαμόρφωση του λειτουργικού τους αποτελέσματος και του επιπέδου κεφαλαιακής επάρκειάς τους.
-Η δραστηριοποίηση των Εταιριών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ) διευκόλυνε τη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς ΜΕΔ. Ωστόσο, απαιτείται εντατικοποίηση των προσπαθειών παροχής βιώσιμων λύσεων αναδιάρθρωσης στους πιστούχους, που να διασφαλίζει υγιή χρηματοοικονομικά μεγέθη και να διευκολύνει με τον τρόπο αυτό την επανένταξη των δανείων τους, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στους ισολογισμούς των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, δημοσιεύεται δύο φορές το χρόνο από τη Διεύθυνση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, και αξιολογεί τις εξελίξεις, εντοπίζει τους κύριους παράγοντες των συστημικών κινδύνων του ελληνικού τραπεζικού τομέα και των λοιπών κλάδων του χρηματοπιστωτικού συστήματος και αναλύει τη λειτουργία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών (συστήματα πληρωμών, κάρτες πληρωμών, κεντρικά αποθετήρια τίτλων και κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι).