Επενδύσεις σε τομείς που εστιάζουν στην τηλεργασία σχεδιάζει το 40% των επιχειρήσεων, ώστε να μετριάσει τον κίνδυνο κατά τη διάρκεια ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας ή μιας άλλης, μελλοντικής κρίσης, σύμφωνα με έρευνα της Xerox που διενεργήθηκε κατά τη διάρκεια του lockdown.
Στην Ελλάδα, το υπουργείο Εργασίας, βλέποντας ότι η επέκταση της τηλεργασίας αλλάζει τα δεδομένα για αυτές που μέχρι πρότινος ονομάζαμε «δουλειές γραφείου», παράλληλα με την υποχρεωτική εφαρμογή του μέτρου στο 50% των εργαζόμενων, καταρτίζει νέο θεσμικό πλαίσιο. Σε παγκόσμιο επίπεδο κυριαρχεί η συζήτηση για το ποια είναι τα όρια της εργασίας από το σπίτι. Η κυρίαρχη άποψη αφορά κατά κύριο λόγο την εξοικονόμηση χρόνου, τη δυνατότητα παράλληλης φροντίδας σε παιδιά, την ευελιξία, τη δυνατότητα εργασίας σε καλύτερο περιβάλλον. Στον αντίποδα, δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η σύγχυση ανάμεσα στον χρόνο εργασίας και στον χρόνο ανάπαυσης οδηγεί σε μείωση της παραγωγικότητας ενώ παράλληλα αυξάνει το εργασιακό στρες. Κάποιοι μάλιστα εκτιμούν πως το γεγονός ότι δεν είναι εύκολος ο έλεγχος επιτείνει φαινόμενα εκμετάλλευσης ως προς τον πραγματικό χρόνο εργασίας και επισημαίνουν ότι η απουσία κοινωνικής συναναστροφής περιορίζει την ανάπτυξη καινοτόμων ιδεών στην εργασία.
Ακόμη ένα πρόβλημα που ανέδειξε η μελέτη της Xerox είναι ότι, με το προσωπικό να εργάζεται εξ αποστάσεως, απαιτείται μεγαλύτερη επαγρύπνηση και περισσότερα μέτρα ασφαλείας ως προς τις περιπτώσεις ηλεκτρονικής απάτης (phishing) όπου οι επιτιθέμενοι χρησιμοποιούν περιεχόμενο σχετικό με την COVID-19 ως δέλεαρ. Βάσει των διατάξεων που επεξεργάζεται το υπουργείο Εργασίας ώστε να κατατεθούν στην επερχόμενη εργασιακή μεταρρύθμιση, οι εργοδότες θα έχουν την υποχρέωση να τηρούν το ωράριο εργασίας και να σέβονται την ιδιωτική ζωή του υπαλλήλου, ενώ θα απαγορεύεται ρητά η χρήση της κάμερας (web cam) για τον έλεγχο του τηλεργαζόμενου.
Οι επιχειρήσεις θα είναι υποχρεωμένες να προμηθεύουν με τον απαιτούμενο εξοπλισμό τον τηλεργαζόμενο και να καλύπτουν το μηνιαίο κόστος χρήσης, συντήρησης και αποκατάστασής του, καθώς σε διαφορετική περίπτωση η συμφωνία περί τηλεργασίας δεν ισχύει.
Βάσει της προωθούμενης διάταξης, η τηλεργασία θα συμφωνείται μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου κατά την πρόσληψη ή με μεταγενέστερη συμφωνία. Κατ’ εξαίρεσιν, σε όλες τις επιχειρήσεις, για λόγους δημόσιας υγείας ή σε περίπτωση κινδύνου υγείας του ίδιου του εργαζομένου, ο εργοδότης οφείλει να αποδεχθεί την πρόταση του εργαζομένου, που απασχολεί ήδη στις εγκαταστάσεις του, για τηλεργασία, εκτός κι αν αδυνατεί να το πράξει για σπουδαίο και σοβαρό κατ’ αντικειμενική κρίση λόγο, τον οποίο οφείλει να εκθέσει εγγράφως προς τον εργαζόμενο. Εντός 8 ημερών από την έναρξη της τηλεργασίας, ο εργοδότης θα πρέπει εγγράφως να ενημερώνει τον εργαζόμενο αφενός για τα πλήρη καθήκοντά του, αφετέρου για το ωράριο εργασίας του αλλά και τον τρόπο υπολογισμού και την ανάλυση του πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνεται περιοδικώς ο τηλεργαζόμενος από την τηλεργασία. Το συνολικό αυτό πρόσθετο κόστος θα καλύπτει ο εργοδότης.