Όπως αναφέρθηκε, αναδεικνύει το σημαντικό ρόλο του κλάδου στην ελληνική οικονομία, αποτυπώνοντας παράλληλα τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού στη βιωσιμότητα και τις προοπτικές των εμπορικών επιχειρήσεων.
H Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου για το 2022 επιβεβαιώνει ότι ο κλάδος του εμπορίου με κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 167 δισ. ευρώ, και στον οποίο δραστηριοποιούνται περισσότερες από 222.000 επιχειρήσεις, αποτελεί και τον μεγαλύτερο εργοδότη της ελληνικής οικονομίας απασχολώντας 725.000
Αυτό όμως που συνάγεται από την αναλυτικότερη μελέτη των δεδομένων είναι ότι η όποια βελτίωση των μεγεθών του λιανικού εμπορίου δεν κατανέμεται ανάλογα μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου. Όπως προκύπτει από την πρωτογενή έρευνα του ΙΝΕΜΥ, οι μικρότερες επιχειρήσεις, που αποτελούν και την συντριπτική πλειονότητα των εμπορικών επιχειρήσεων, μπορεί μεν να επιδεικνύουν μια σημαντική ανθεκτικότητα ωστόσο επιχειρούν να αποφύγουν την «τριπλή παγίδα»: των μειωμένων πωλήσεω
Σύμφωνα με στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης, οι κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εμπορικές επιχειρήσεις είναι: α) οι οικονομικές υποχρεώσεις (42,8%), β) η διαχείριση των ανατιμήσεων (25%) και γ) η ρευστότητα (23,6%). Η ενεργειακή κρίση επιδρά αρνητικά στη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων καθώς για το 83,6% των εμπορικών επιχειρήσεων ο κύκλος εργασιών έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις ανατιμήσεις στο κόστος ενέργειας ενώ το 30% των εμπορικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν αυξήσεις της τάξης 31%-50% στους λογαριασμούς ρεύματος.
Η τριπλή παγίδα σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση ενδέχεται να μετατρέψει, μεσοπρόθεσμα, τις εμπορικές επιχειρήσεις σε «παθητικούς αποδέκτες» των mega-trends καθώς μόλις το 1,8% θεωρεί ως βασική πρόκληση το κόστος του «ψηφιακού μετασχηματισμού» και μόλις το 0,3% το κόστος της «πράσινης μετάβασης». Το στοιχείο αυτό τεκμηριώνει την ανάγκη υποστήριξης των εμπορικών επιχειρήσεων για έναν «δίκαιο» δίδυμο – ψηφιακό και πράσινο – μετασχηματισμό.
Την επιστημονική παρουσίαση της ΕΣΕΕ – 2022 έκαναν οι:
Βάλια Αρανίτου, Επιστημονική Διευθύντρια, ΙΝΕΜΥ- ΕΣΕΕ, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Δρ. Χαράλαμπος Αράχωβας, Οικονομολόγος – Συντονιστής Τμήματος Οικονομικής Ανάλυσης ΕΣΕΕ
Δρ. Μανόλης Μανιούδης, Οικονομικός αναλυτής ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ
Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Κλαδικών Μελετών ICAP-CRIF
Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κύριος Γιώργος Καρανίκας τόνισε:
«Τα αποτελέσματα της ΕΕΕΕ-2022 αναδεικνύουν για μια ακόμα φορά τον κεντρικό ρόλο του εμπορίου στην ελληνική οικονομία. Ξεχωριστή θέση συνεχίζουν να κατέχουν οι μικρές επιχειρήσεις οι οποίες παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις φαίνεται να αντέχουν. Χρειάζονται τη στήριξη της πολιτείας είτε μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων είτε μέσα από δημόσιες πολιτικές (τέλος επιτηδεύματος κλπ). Τα συμπεράσματα της Έκθεσης έρχονται επίσης να επιβεβαιώσουν τους βασικούς στόχους της Διοίκησης της ΕΣΕΕ που μέσα από την κεντρική δράση future of retail στοχεύει να φέρει σε επαφή όλο και μεγαλύτερο μέρος των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων με τον αναγκαίο ψηφιακό μετασχηματισμό».
Ακολούθησε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση επί των ευρημάτων της Έκθεσης στην οποία συμμετείχαν οι κκ Μιχάλης Αργυρού, Πρόεδρος Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Φραγκίσκος Κουτεντάκ
Ο κύριος Αργυρού υποστήριξε πως «το εμπόριο είναι ευέλικτος και ανθεκτικός κλάδος, παρά τις δυσμενείς επιπτώσεις των συνεχών κρίσεων. Μια σειρά από ευνοϊκά στοιχεία μας κάνει αισιόδοξους για την πορεία της οικονομίας και του κλάδου και το 2023. Ωστόσο, ευθύνη κάθε κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η εξασφάλιση ενός σταθερού και προβλέψιμου οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος που θα διευκολύνει τα business plans, θα ενισχύει τις επενδύσεις, την απασχόληση».
Σύμφωνα με τον κύριο Κουτεντάκη «το εμπόριο καταγράφει θετικές επιδόσεις αλλά παρατηρούνται σημαντικές ενδο-κλαδικές και ενδο-επιχειρηματικές ανισότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πολύ μικρές οι οποίες, παρά τις πιέσεις, παρουσιάζουν υψηλότερη παραγωγικότητα σε σχέση με τις μεγαλύτερες. Ο υψηλός πληθωρισμός μπορεί να ευνοεί κάποιες επιχειρήσεις και κάποιες άλλες όχι, αλλά σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να δούμε και την κοινωνική του διάσταση, ιδιαίτερα στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών των τροφίμων που επηρεάζουν τη συνολική καταναλωτική δαπάνη».
Ο κύριος Πελαγίδης υπογράμμισε: