«Χιλιάδες εργαζόμενοι θα δουν άμεση βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους» υποστηρίζει, σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου.
«Η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων αποτελεί κεντρική πολιτική στόχευση αυτής της κυβέρνησης. Τη στόχευση αυτή υπηρετούμε με δύο μέσα: αφενός με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που έχει ήδη τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με όσα προανέφερα, αφετέρου με την αύξηση του κατώτατου μισθού που θα βελτιώσει άμεσα το εισόδημα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων. Η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού θα ξεκινήσει άμεσα. Προβλέπει τη σύνταξη εκθέσεων από συγκεκριμένους επιστημονικούς φορείς, ώστε να εκτιμηθεί η επίδραση της αύξησης στους βασικούς οικονομικούς δείκτες, ακολούθως τη διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, τη σύνταξη πορίσματος από επιτροπή εμπειρογνωμόνων και, τέλος, την απόφαση του Υπουργού Εργασίας για την αύξηση. Η όλη διαδικασία δεν θα διαρκέσει περισσότερους από τέσσερις μήνες» λέει σχετικά η κ. Αχτσιόγλου.
Αναφερόμενη στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, είπε πως η επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, έχει ήδη νομοθετηθεί από την κυβέρνηση και τέθηκε σε ισχύ με το τέλος του μνημονίου.
«Οι εργαζόμενοι έχουν ξανά τη δυνατότητα και τα εργαλεία, να διεκδικήσουν και να υπογράψουν συλλογικές συμβάσεις, που θα βελτιώνουν τους μισθούς και τους όρους εργασίας τους. Από την πλευρά μας στο Υπουργείο Εργασίας εξετάζουμε ήδη τις εν ισχύ κλαδικές συλλογικές συμβάσεις προκειμένου με απόφασή μου να επεκταθούν, να κηρυχτούν δηλαδή γενικώς υποχρεωτικές. Φαίνεται ότι μέσα στις επόμενες δυο εβδομάδες θα είμαστε σε θέση να επεκτείνουμε κλαδικές συλλογικές συμβάσεις στον τουρισμό, τις τράπεζες και τη ναυτιλία, που καλύπτουν συνολικά περισσότερους από 77.000 εργαζόμενους. Θα συνεχίσουμε με τις επόμενες ακολουθώντας τη θεσμοθετημένη διαδικασία. Μέσω των επεκτάσεων αυτών αλλά και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, που απαγορεύει σε μια ατομική ή μια επιχειρησιακή σύμβαση να καθορίζει χειρότερους μισθούς και όρους εργασίας από τη συλλογική σύμβαση του κλάδου, χιλιάδες εργαζόμενοι θα δουν άμεση βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους».
Στο φλέγον μέτρο της μείωσης των συντάξεων, η κ. Αχτσιόγλου λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως, «στη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης υποστηρίξαμε ότι το μέτρο αυτό δεν είναι αναγκαίο, ούτε διαρθρωτικά ούτε δημοσιονομικά. Σήμερα έχουμε ήδη αποδείξει ότι και τα δύο επιχειρήματα ισχύουν: η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος σε μακροπρόθεσμο επίπεδο είναι διασφαλισμένη, το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ είναι πολύ ισχυρό και η συνταξιοδοτική δαπάνη της χώρας πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ η κυβέρνηση επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους. ’Αρα στο τεχνοκρατικό επίπεδο επιμένουμε στις θέσεις μας».