Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και τις συνέπειες της ανάκαμψης στον εργασιακό τομέα εμφανίστηκε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας την Τρίτη (9/11) στο Διεθνές Σεμινάριο Ευρωπαϊκών Μελετών με θέμα: «Ενδυνάμωση του κοινωνικού διαλόγου. Προσδιορισμός της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στα Δυτικά Βαλκάνια για την ανάπτυξη και την ενίσχυση της δημοκρατίας και της κοινωνίας των πολιτών».
Ο κ. Χατζηδάκης παρουσίασε τα αποτελέσματα και τους στόχους της κυβερνητικής πολιτικής για τη μείωση της ανεργίας και την ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων στο σεμινάριο που διοργανώνουν το Κίνημα Χριστιανοδημοκρατών Εργαζομένων της Ιταλίας (MCL, Movimento Cristiano Lavoratori) και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Εργασιακών Θεμάτων (European Centre for Workers’ Questions) με συνδιοργανωτές την ΔΑΚΕ Ιδιωτικού Τομέα και το Εκπαιδευτικό Κέντρο των Χριστιανοδημοκρατών Εργαζομένων Ιταλίας (EFAL).
«Η ανεργία μειώθηκε από το 17,3% το καλοκαίρι του 2019, σε 13,3% το Σεπτέμβριο που μας πέρασε. Αυτό δεν έγινε τυχαία. Είναι αποτέλεσμα της φορολογικής, αδειοδοτικής, ασφαλιστικής και εργασιακής πολιτικής της κυβέρνησης και μάλιστα παρά την κρίση του κορωνοϊού. Ενώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2022-2025, η ανεργία προβλέπεται να μειωθεί στο 12,5% το 2022 και τελικά να πέσει κάτω από το 10% το 2025», ανέφερε.
Σε σχέση με τα εισοδήματα σημείωσε ότι το πραγματικό κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 7,2% το πρώτο εξάμηνο του 2021, σε σύγκριση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2020 ενώ οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν την τελευταία διετία (μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, παρεμβάσεις στη φορολογία, αύξηση του κατώτατου μισθού), ισοδυναμούν με βελτίωση στα εισοδήματα των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό από 305 έως 534 ευρώ ετησίως.
«Καθώς η οικονομία μπαίνει σε μία θετική τροχιά και με δεδομένο ότι οι εργαζόμενοι πιέστηκαν πολύ την τελευταία δεκαετία, είμαστε αποφασισμένοι, η ισχυρή οικονομική ανάκαμψη που αναμένουμε τα επόμενα χρόνια να επιστρέψει ένα σημαντικό μέρισμα στους εργαζόμενους, πάντα στο πλαίσιο των αντοχών της οικονομίας. Και αυτό θα φανεί στην επόμενη φάση του ορισμού του κατώτατου μισθού το 1ο εξάμηνο του 2022», υπογράμμισε.
Δύο σημαντικές μεταρρυθμιστικές αλλαγές
Ο υπουργός αναφέρθηκε εξάλλου στις δύο σημαντικές μεταρρυθμιστικές αλλαγές που υιοθετήθηκαν το τελευταίο διάστημα, οι οποίες θα έχουν θετική αντανάκλαση τόσο στην οικονομία όσο και στους εργαζομένους, δηλαδή:
– Το Νόμο για την Προστασία της Εργασίας που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις ρυθμίσεις για την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, τις νέες μεγαλύτερες γονικές άδειες, τη δυνατότητα «συμφιλίωσης» της επαγγελματικής και προσωπικής ζωής των εργαζομένων, το «δικαίωμα αποσύνδεσης» στην τηλεργασία και
– Την Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση για τη Νέα Γενιά που εισάγει τους «ατομικούς κουμπαράδες» και οδηγεί σε σημαντική αύξηση των επικουρικών συντάξεων, όπως δείχνουν τα στοιχεία από τις χώρες που έχουν υιοθετήσει ένα παρόμοιο μοντέλο.
Ακολουθεί η νομοθετική μεταρρύθμιση της κατάρτισης και της επανακατάρτισης με την οποία, όπως είπε, «φιλοδοξούμε να αντιμετωπίσουμε μία δομική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας: Το ότι είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη σε σχέση με τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού».
Αναφερόμενος, τέλος στη σημασία του κοινωνικού διαλόγου υπογράμμισε ότι βρίσκεται στον πυρήνα του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και έχει συνεισφέρει, παρά τις αδυναμίες και τα προβλήματα, στην πρόοδο που έχει σημειωθεί στην προσπάθεια για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
«Εμείς στην Ελλάδα ζήσαμε την τελευταία δεκαετία, μία βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση με πολλαπλές επιπτώσεις στην οικονομία, αλλά και στην κοινωνική ειρήνη. Ένα βασικό δίδαγμα αυτής της περιόδου είναι η ανάγκη τόσο το κράτος όσο και οι κοινωνικοί εταίροι, να προχωρούν μπροστά με ωριμότητα, με συνεννόηση και χωρίς υπερβολές. Οι διαφορές μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων είναι συχνό φαινόμενο. Η εξεύρεση όμως κοινών παρονομαστών είναι προς όφελος των δύο πλευρών, της κοινωνικής συνοχής και της ανάπτυξης. Διότι, όπως εγώ πάντοτε τονίζω, δεν μπορούν να υπάρξουν εργαζόμενοι χωρίς εργοδότες. Δεν μπορούν όμως και να υπάρξουν και επιχειρήσεις με τους εργαζόμενους διαμαρτυρόμενους! Συνεπώς, πρέπει πάντα να συμβιβάζουμε το στόχο για τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, με το στόχο για την κοινωνική προστασία», κατέληξε.