Ισχυρότερες φοροαπαλλαγές για τις µακροχρόνιες µισθώσεις ακινήτων και αύξηση της φορολογίας των εισοδηµάτων για τις βραχυχρόνιες περιλαµβάνονται, µεταξύ άλλων, στο «πακέτο» µε τις νέες παρεµβάσεις για την καταπολέµηση της στεγαστικής κρίσης. Με τα ενοίκια να έχουν εκτοξευθεί στα ύψη και η αγορά κατοικίας να έχει γίνει απλησίαστη για χιλιάδες νοικοκυριά που βιώνουν έναν γολγοθά για να βρουν στέγη, στο οικονοµικό επιτελείο ετοιµάζουν κινήσεις για να αντιµετωπίσουν το πρόβληµα που έχει καταστεί πλέον πολύ σοβαρό.
Πάνω στο τραπέζι βρίσκονται διάφορες προτάσεις οι οποίες εξετάζονται υπό το πρίσµα των αντοχών του προϋπολογισµού και εστιάζουν στην αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των ενοικίων, µε τη θέσπιση νέων φοροεκπτώσεων που θα ελευθερώσουν πολλές κατοικίες από τις βραχυχρόνιες µισθώσεις και θα ξεκλειδώσουν την πόρτα σε τουλάχιστον 200.000 σπίτια, τα οποία σήµερα παραµένουν κλειστά.
Το βασικό σενάριο
Το βασικό σενάριο προβλέπει νέα κλίµακα για τη φορολόγηση των εισοδηµάτων από ενοίκια µε υψηλότερους συντελεστές γι’ αυτά που προέρχονται από τις βραχυχρόνιες µισθώσεις τύπου Airbnb και χαµηλότερους για τα εισοδήµατα από µακροχρόνιες µισθώσεις. Σήµερα η κλίµακα είναι ενιαία και το εισόδηµα από ενοίκια φορολογείται από το πρώτο ευρώ µε συντελεστή 15%, εφόσον δεν υπερβαίνει τα 12.000 ευρώ. Για τα υψηλότερα εισοδηµατικά κλιµάκια εφαρµόζονται συντελεστές 35%-45% και συγκεκριµένα 35% για το κλιµάκιο εισοδήµατος από 12.001 έως 35.000 ευρώ και 45% για κλιµάκιο εισοδήµατος άνω των 35.001 ευρώ.
Τα εισοδήµατα από ενοίκια σε ετήσια βάση κυµαίνονται στην περιοχή των 6,5 δισ. ευρώ τον χρόνο, µε σχεδόν οκτώ στους δέκα φορολογούµενους να δηλώνουν ετήσιο εισόδηµα έως 5.000 ευρώ και το 14% να δηλώνουν εισοδήµατα από 5.000 έως 10.000 ευρώ, µε αποτέλεσµα 9 στους 10 ιδιοκτήτες ακινήτων να δηλώνουν ετήσια εισοδήµατα από ενοίκια χαµηλότερα από 10.000 ευρώ.
Την ίδια στιγµή πολλοί ιδιοκτήτες ακινήτων, που βρίσκονται στις τρεις µεγαλύτερες πλατφόρµες βραχυχρόνιας µίσθωσης, Airbnb, Booking.com και Expedia Group/VRBO, φροντίζουν να δηλώνουν ετήσια εισοδήµατα από ενοίκια κάτω από 12.000 ευρώ, ώστε ο συντελεστής να µην ανεβαίνει πάνω από το 15% και αυτό που εξετάζεται είναι η αύξηση του ελάχιστου συντελεστή στο 22% για τις βραχυχρόνιες µισθώσεις και µείωση στο 7,5% για τις µακροχρόνιες για το τµήµα έως 12.000 ευρώ και στο 17,5% από 12.001 έως 35.000 ευρώ. Ταυτόχρονα, υπάρχουν εισηγήσεις για επαναφορά των εκπτώσεων φόρου για ενοίκιο πρώτη κατοικίας και των τόκων για στεγαστικά δάνεια, καθώς πρόκειται για δύο µέτρα που θεωρούνται κοµβικά για την αντιµετώπιση της ραγδαίας αύξησης στο κόστος στέγασης, πέρα από τις ανάσες στα φορολογικά βάρη. Σε δεύτερο χρόνο θα εξεταστούν οι υπόλοιπες παρεµβάσεις µε τους χρονικούς «κόφτες» στις βραχυχρόνιες µισθώσεις και τον αριθµό των ακινήτων που θα υποχρεούνται σε έναρξη επιχειρηµατικής δραστηριότητας.
Ειδικότερα:
* Η µίσθωση του κάθε ακινήτου να µην υπερβαίνει τις 90 ηµέρες ανά ηµερολογιακό έτος και για νησιά κάτω των 10.000 κατοίκων τις 60 ηµέρες ανά ηµερολογιακό έτος. Υπέρβαση της διάρκειας να επιτρέπεται µόνο εφόσον το συνολικό εισόδηµα του εκµισθωτή ή του υπεκµισθωτή, από το σύνολο των ακινήτων που διαθέτει για µίσθωση ή υπεκµίσθωση, δεν ξεπερνά τα 12.000 ευρώ κατά το οικείο φορολογικό έτος.
* Να µην επιτρέπεται βραχυχρόνια µίσθωση άνω των δύο ακινήτων ανά ΑΦΜ δικαιούχου εισοδήµατος. Σε αυτήν την περίπτωση όσοι εκµεταλλεύονται τουλάχιστον δύο ακίνητα θα αντιµετωπίζονται ως επιχειρηµατίες που θα υπάγονται σε καθεστώς ΦΠΑ και θα καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές.
Σήµερα, για να θεωρηθεί ένας ιδιοκτήτης ακινήτου επαγγελµατίας και να προχωρήσει σε έναρξη επιχειρηµατικής δραστηριότητας θα πρέπει να διαθέτει τρία ή περισσότερα ακίνητα βραχυχρόνιας µίσθωσης.