Ο Προϋπολογισμός του 2025 στέλνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας», αναφέρει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, σε δήλωση που έκανε on camera.
Έχει 12 διαφορετικές αυξήσεις αποδοχών και 12 μειώσεις φόρων. Επιβεβαιώνει ότι η οικονομία μας θα αναπτύσσεται πολύ γρηγορότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι ότι η ανεργία θα μειωθεί ακόμα πιο πολύ. Η κυβέρνηση κάνει ακόμα ένα σημαντικό βήμα για την πλήρη εκπλήρωση των προεκλογικών της δεσμεύσεων», πρόσθεσε.
Η δήλωση του Θ. Πετραλιά
Ο υφυπουργός Οικονομικών, Θάνος Πετραλιάς, έκανε on camera την ακόλουθη δήλωση:
«Κατατέθηκε στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, το προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2025. Να αναφέρουμε ότι αυτή τη στιγμή όπως μιλάμε κατατίθεται και το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Σχέδιο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Η Ελλάδα, παρά τις υψηλές αβεβαιότητες από τις πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις, παρουσιάζει υψηλή ανθεκτικότητα. Σε αυτά τα πλαίσια, όπως και στο Μεσοπρόθεσμο στο προσχέδιο προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,2 για φέτος και 2,3 για του χρόνου, πληθωρισμός 2,7 για φέτος και 2,1 για του χρόνου και πρωτογενές πλεόνασμα 2,4 για φέτος και 2,5 για του χρόνου, που είναι η βάση που μας επιτρέπει να αυξήσουμε και τις δαπάνες, τις πρωτογενείς δαπάνες, όπως αναφέραμε και στο Μεσοπρόθεσμο.
Σε αυτά τα πλαίσια οι πρωτογενείς δαπάνες γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθούν 3,6% με όριο το 3,7% από το Μεσοπρόθεσμο.
Να αναφέρουμε ότι στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού αναφέρονται όλα τα μέτρα που παρουσιάστηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και ό,τι έχουμε αναγγείλει που είναι εντός δημοσιονομικών στόχων, οπότε καλείται να συγκεράσει τους στόχους της δημοσιονομικής σταθερότητας με τους στόχους βελτίωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, αλλά και να αντιμετωπίσει σύγχρονα προβλήματα όπως είναι το στεγαστικό, το δημογραφικό, η κλιματική αλλαγή αλλά και τις αναγκαίες αυξημένες δαπάνες της εθνικής άμυνας.
Όλα γίνονται προς όφελος της βελτίωσης της κοινωνικής ευημερίας των πολιτών προς όφελος των πολιτών, με σκοπό τη διανομή των πεπερασμένων δημοσιονομικών πόρων, με τη βέλτιστη δυνατή αποτελεσματικότητα.
Επιστολή Κ. Χατζηδάκη και Θ. Πετραλιά
Σε σχετική επιστολή προς τα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης και ο Υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς, αναφέρουν:
«Το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2025 κατατίθεται συγχρόνως με την υποβολή στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του πρώτου Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού – Διαρθρωτικού Σχεδίου 2025 – 2028 (ΜΔΣ) που βασίζεται στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης. Συνεπώς, τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη που αποτυπώνονται στο προσχέδιο βρίσκονται σε εναρμόνιση με τις εκτιμήσεις του ΜΔΣ.
Την τελευταία τριετία η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπισε αλλεπάλληλες κρίσεις λόγω αλληλοσυνδεόμενων αναταραχών σε οικονομικό, κλιματικό και γεωπολιτικό επίπεδο. Παρά τα σημάδια ανάκαμψης, το διεθνές οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα που συνδέεται με τις πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, τον παρατεταμένο πόλεμο στην Ουκρανία καθώς και με βραχυπρόθεσμους παράγοντες, όπως οι συσταλτικές νομισματικές πολιτικές και ο περιορισμός της δημοσιονομικής στήριξης διεθνώς μετά τη πανδημία και την ενεργειακή κρίση, αλλά και με τις σημαντικές και επιταχυνόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Σε αυτό το δυσμενές και αβέβαιο διεθνές περιβάλλον η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται ανθεκτική. Ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να ανέλθει σε 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025 έναντι 0,8% και 1,4%, αντίστοιχα, που εκτιμάται για την Ευρωζώνη, με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά 6,7% το 2024 και 8,4% το 2025 και το ποσοστό ανεργίας να μειωθεί από 10,3% το 2024 σε 9,7% το 2025. Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σε ονομαστικούς όρους το 2025 αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 10 δισ. ευρώ και ο λόγος του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης προς το ΑΕΠ να μειωθεί κατά 4,6 ποσοστιαίες μονάδες. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή εκτιμάται σε 2,7% το 2024 και αναμένεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 2,1% το 2025.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού 2025 περιλαμβάνεται το σύνολο των παρεμβάσεων που έχουν ανακοινωθεί, συμπεριλαμβανομένων όσων παρουσιάστηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Τα νέα μόνιμα δημοσιονομικά μέτρα που επηρεάζουν τον τακτικό προϋπολογισμό επιφέρουν επιπλέον δημοσιονομικό κόστος το 2025 σε σχέση με το 2024, ύψους 1,1 δισ. ευρώ, ενώ πλήθος άλλων παρεμβάσεων χρηματοδοτείται από πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Σε αυτό το πλαίσιο, οι επενδυτικές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν από 13,1 δισ. ευρώ το 2024 σε 14,3 δισ. ευρώ το 2025, πλέον των πόρων του δανειακού σκέλους του ΤΑΑ.
Οι νέες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, που συμπληρώνονται από σειρά θεσμικών μέτρων, εστιάζουν στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος, στην ενίσχυση των επενδύσεων και της καινοτομίας, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού και του στεγαστικού ζητήματος καθώς και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής.
Οι παρεμβάσεις είναι εντός των δημοσιονομικών στόχων που τίθενται στο ΜΔΣ, καθώς προβλέπεται αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά 3,6% το 2025 σε σχέση με το 2024, ενώ ο σχετικός στόχος ανέρχεται σε αύξηση δαπανών έως 3,7%. Σε αυτό το πλαίσιο το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,4% το 2024 και 2,5% το 2025 και το συνολικό αποτέλεσμα σε -1,0% το 2024 και -0,6% το 2025.
Ο προϋπολογισμός του 2025 καλείται να συγκεράσει τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας με την ανάγκη για αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών καθώς και την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, όπως είναι το δημογραφικό και το στεγαστικό πρόβλημα, η κλιματική κρίση, αλλά και να καλύψει τις αναγκαίες δαπάνες για την ενίσχυση της Εθνικής Άμυνας.
Στόχος είναι η διασφάλιση της ισχυρής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η περαιτέρω αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας και η ευημερία των πολιτών, για την επίτευξη του οποίου απαιτείται η διοχέτευση των πεπερασμένων δημοσιονομικών πόρων με τη μέγιστη δυνατή οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα».