Δύο – εκ των μεγαλυτέρων – Οργανισμών του δημοσίου τομέα βρίσκονται υπό καθεστώς πλήρους αναδιοργάνωσης. Πρόκειται για τον e – ΕΦΚΑ και τον ΟΑΕΔ δύο Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, εποπτευόμενα από το υπουργείο Εργασίας, το μέγεθος, οι δραστηριότητες και η κοινωνική παρέμβαση των οποίων ξεπερνούν – κατά πολύ – πολλούς αυτόνομους κυβερνητικούς τομείς.
Δύο νομοσχέδια του υπουργείου Εργασίας βρίσκονται στο τελικό στάδιο της επεξεργασίας τους και έχουν ως αντικείμενο τον «επανασχεδιασμό και τον εκσυγχρονισμό» των Οργανισμών αυτών.
Ήδη το νομοσχέδιο που αφορά τον e – ΕΦΚΑ «παίρνει το δρόμο» για την έγκρισή του από το υπουργικό συμβούλιο – εντός των επόμενων ημερών – και ακολούθως τη διαδικασία ψήφισή του από τη Βουλή.
Οι αλλαγές στον ΟΑΕΔ εντάσσονται στο νομοσχέδιο για αναμόρφωση του συστήματος επαγγελματικής κατάρτισης των εργαζομένων, όπου θα περιέχονται αλλαγές στον επίδομα ανεργίας, αλλά και στην οργανωτική δομή του Οργανισμού.
ΕΦΚΑ
Το νομοσχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του e ΕΦΚΑ επιχειρεί τον επανασχεδιασμό της λειτουργίας του ταμείου σε νέες «υγιείς βάσεις». Περιλαμβάνει το νέο οργανόγραμμα του ταμείου και αλλαγές στην εσωτερική λειτουργία του, ευελιξία στην αντιμετώπιση των προβλημάτων εξυπηρέτησης του πολίτη, πάταξη της γραφειοκρατίας και της δυσκινησίας και εισαγωγή νέων σύγχρονων μεθόδων management στον ΕΦΚΑ.
Ταυτοχρόνως με τις οργανωτικές και λειτουργικές αλλαγές, προωθείται και ο ψηφιακός μετασχηματισμός του, με εφαρμογή προγραμμάτων παρέμβασης συνολικού προϋπολογισμό 77 εκατ. ευρώ, έως το τέλος του 2024. Στις ψηφιακές παρεμβάσεις περιλαμβάνονται: η ψηφιακή αναβάθμιση του ΕΦΚΑ, με την ψηφιοποίηση των αρχείων του με χρονικό ορίζοντα το 2024 και προϋπολογισμό 27 εκατ. ευρώ. Το νέο ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα, προϋπολογισμού 13 εκατ. ευρώ, ώστε να επικοινωνούν οι υπηρεσίες – των διαφορετικών ενοποιημένων ταμείων – μεταξύ τους. Και η αναβάθμιση του συστήματος ΑΤΛΑΣ με προϋπολογισμό 4 εκατ. ευρώ που θα ολοκληρωθεί έως το 2024, με στόχο την μείωση του χρόνου απονομής των συντάξεων.
ΟΑΕΔ
Ταυτόχρονα, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας ετοιμάζει την μεταρρύθμιση της επαγγελματικές κατάρτισης και της επανακατάρτισης με νομοσχέδιο το οποίο – πέραν τούτου – θα περιλαμβάνει διατάξεις και για τον εκσυγχρονισμό του ΟΑΕΔ. Οι βασικές αρχές του νέου συστήματος, θα είναι η ποιότητα, η αξιολόγηση και η πιστοποίηση, τόσο των παρόχων της κατάρτισης, όσο και των καταρτιζομένων. Στόχος είναι η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων (ΕΣΠΑ και Ταμείο ανάκαμψης) προκειμένου να βελτιωθεί το λεγόμενο «skills matching», δηλαδή η αντιστοίχιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Στον τομέα αυτό, η χώρα μας παρουσιάζει χαμηλές επιδόσεις, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα πολλές επιχειρήσεις να μην βρίσκουν τους κατάλληλους εργαζόμενους, παρότι η ανεργία κινείται σε υψηλά επίπεδα.
Πρέπει να σημειωθεί πως σήμερα μόνο το 51% των εργαζομένων έχει ψηφιακό επίπεδο δεξιοτήτων. Το υπουργείο Εργασίας και ο ΟΑΕΔ επανασχεδιάζουν τα προγράμματα κατάρτισης με βάση την αρχή ίσων ευκαιριών για όλους. Ένα δισ. ευρώ θα διατεθεί για προγράμματα κατάρτισης με ειδικούς όρους. Μέχρι το τέλος του 2022, 150.000 ωφελούμενοι θα έχουν λάβει πιστοποιητικό προγράμματος, ενώ ο αριθμός αυτός θα φτάνει τους 500.000 στο τέλος του 2025. Εξασφαλίσθηκαν 131 εκατ. ευρώ για προγράμματα κατάρτισης του ΟΑΕΔ μέχρι το 2025, που θα αφορούν 78.000 άτομα.
Επίδομα ανεργίας
Αλλαγές σχεδιάζονται μέσω του νομοσχεδίου και στο επίδομα ανεργίας έτσι ώστε να συνδεθεί με την υποχρέωση του ανέργου να παρακολουθήσει προγράμματα επανακατάρτισης, ώστε να βελτιώσει τη δυνατότητα επανένταξής του στην αγορά εργασίας. Έτσι ο άνεργος, που λαμβάνει επίδομα ανεργίας, θα πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμος για κατάρτιση. Παράλληλα, εξετάζεται η δυνατότητα αύξησης του ποσού του επιδόματος το οποίο ενδέχεται να συνδεθεί με το ύψος του μέσου μισθού του ανέργου τα τελευταία χρόνια, πριν την έξοδό του στην ανεργία. Σήμερα το επίδομα ανεργίας χορηγείται για 5 έως 12 μήνες, ανάλογα με τις ημέρες εργασίας που έχουν πραγματοποιήσει οι δικαιούχοι. Το ποσό της επιδότησης είναι σταθερό για όλους (400 ευρώ) και εξαρτάται από τον κατώτατο μισθό. Το επίδομα λαμβάνει μόνο μια μικρή μερίδα ανέργων, που φθάνει μόλις το 10% των εγγεγραμμένων ανέργων.