Μέχρι σήμερα στις 15:00 θα μπορούν όλοι οι πληττόμενοι, λόγω κορωνοϊού, επαγγελματίες με έως πέντε άτομα προσωπικό να υποβάλλουν αίτηση προκειμένου να λάβουν την ειδική κρατική αποζημίωση των 800 ευρώ.
Όλοι οι παραπάνω πρέπει να ανήκουν στους πληττόμενους Κωδικούς Αριθμών Δραστηριότητας (ΚΑΔ) για να λάβουν την ειδική αποζημίωση από το κράτος.
Σημειώνεται πως έχει ήδη κατατεθεί τροπολογία με την οποία προβλέπεται πως και οι πληττόμενοι εργοδότες με 6 έως 20 άτομα προσωπικό, θα μπορούν να λάβουν την αποζημίωση των 800 ευρώ.
Τονίζεται, επίσης, η αποζημίωση αυτή αφορά το 45ημερο μεταξύ 16ης Μαρτίου και 30ης Απριλίου.
Με νεότερη εγκύκλιο την οποία εξέδωσε χθες η ΑΑΔΕ, ξεκαθαρίζει πως προκειμένου μία επιχείρηση να λάβει τα 800 ευρώ θα πρέπει:
· Να έχει υποβάλει μέχρι και την 20η Μαρτίου 2020 δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2018, με ποσό ακαθάριστων εσόδων (κωδ. 047 της δήλωσης Ε3) μεγαλύτερο του μηδενός,
· Να έχει υποβάλει μέχρι και την έναρξη ισχύος της απόφασης, όλες τις δηλώσεις ΦΠΑ για την περίοδο από 1 Ιανουαρίου 2018 μέχρι 29 Φεβρουαρίου 2020, γ) η επιχείρηση δεν είναι σε αδράνεια από την 1η Απριλίου 2019 και μετά, όπως αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που τηρούνται στο φορολογικό μητρώο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ή από τη μη υποβολή μηδενικών δηλώσεων ΦΠΑ, μέχρι και την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, καθ’ όλη την περίοδο από την 1η Απριλίου 2019 μέχρι και την 29η Φεβρουαρίου 2020,
· Να έχουν δηλώσει έναρξη εργασιών στο φορολογικό μητρώο της ΑΑΔΕ μέχρι την 31-3-2019, να μην έχουν υποβάλει, μέχρι και την έναρξη ισχύος της απόφασης, πιστωτικές δηλώσεις ΦΠΑ με μηδενικές εκροές καθ’ όλη την περίοδο από την 1η Απριλίου 2019 μέχρι και την 29 Φεβρουαρίου 2020
· Να μην έχει ανασταλεί η χρήση του ΑΦΜ της επιχείρησης για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών σύμφωνα με την απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1200/2015, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει (εξαφανισμένος έμπορος), όπως αυτό προκύπτει από το φορολογικό μητρώο της ΑΑΔΕ.
Για τους σκοπούς εφαρμογής της παραπάνω απόφασης και ειδικότερα ως προς τις παραπάνω αναφερόμενες προϋποθέσεις, διευκρινίζεται ότι, αυτές εφαρμόζονται και, μάλιστα, σωρευτικά για τις περιπτώσεις επιχειρήσεων, οι οποίες είχαν την υποχρέωση υποβολής των οικείων δηλώσεων κατά τις αναφερόμενες παραπάνω περιόδους.
Συνεπώς για τις επιχειρήσεις οι οποίες έκαναν έναρξη εργασιών εντός του έτους 2019, δεν εξετάζεται η προϋπόθεση της υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους 2018.
Επίσης, στις περιπτώσεις που η έναρξη εργασιών πραγματοποιήθηκε μετά την 1-1-2020, εάν η επιχείρηση τηρεί απλογραφικά βιβλία δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, για το διάστημα μέχρι και την 29η Φεβρουαρίου 2020.
Αντίθετα εάν τηρεί διπλογραφικά βιβλία, πρέπει να έχει υποβάλει τη δήλωση Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου του 2020.
Εξάλλου, σε περίπτωση που η επιχείρηση από το νόμο δεν ήταν υπόχρεη σε υποβολή δήλωσης Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, δεν εξετάζονται για αυτήν οι προϋποθέσεις οι σχετικές με την υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ (όπως πχ επιχειρήσεις μη υπαγόμενες στο ΦΠΑ ή επιχειρήσεις υπαγόμενες μεν που έκαναν έναρξη μετά την 1η Μαρτίου 2020).
Σχετικά με την προϋπόθεση η επιχείρηση να μην είναι σε αδράνεια από την 1η Απριλίου 2019 και μετά, όπως αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που τηρούνται στο φορολογικό μητρώο της ΑΑΔΕ ή από τη μη υποβολή μηδενικών δηλώσεων ΦΠΑ, μέχρι και την έναρξη ισχύος της εν θέματι απόφασης, καθ’ όλη την περίοδο από την 1η Απριλίου 2019 μέχρι και την 29η Φεβρουαρίου 2020, διευκρινίζεται ότι για να αποκλεισθεί μια επιχείρηση και να μην είναι δικαιούχος θα πρέπει να είναι σε αδράνεια συνεχώς για όλο το διάστημα από 1ης Απριλίου 2019 και μετά, έως και την 29η Φεβρουαρίου 2020.
Συνεπώς, αν μια επιχείρηση είναι μόνο κάποιο διάστημα σε αδράνεια ή υπάρχει τμηματική περίοδος αδράνειας, π.χ. από 1/5/2019-30/11/2019 και από 1/1/2020-31/1/2020, αυτή δικαιούται αποζημίωσης. Για το σκοπό αυτό λαμβάνονται υπόψη κατ’ αρχήν όλες οι επιχειρήσεις που στο διάστημα αυτό εμφανίζονται ως “ενεργές”.
Ομοίως, η προϋπόθεση να μην έχουν υποβληθεί μηδενικές δηλώσεις αφορά τις επιχειρήσεις οι οποίες καθ’ όλη την περίοδο από την 1η Απριλίου 2019 έως και την 29η Φεβρουαρίου 2020 υπέβαλαν δηλώσεις με μηδενικές εισροές και μηδενικές εκροές, δηλαδή δηλώσεις μέχρι και το Δ’ τρίμηνο του 2019, για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία και για τον δεύτερο μήνα του 2020 για τις επιχειρήσεις που τηρούν διπλογραφικά βιβλία.
Ομοίως, δεν δικαιούνται την αποζημίωση ειδικού σκοπού, οι επιχειρήσεις που έχουν δηλώσει έναρξη εργασιών στο φορολογικό μητρώο της ΑΑΔΕ μέχρι την 31-3-2019 και έχουν υποβάλει, μέχρι και την 16-4-2020, πιστωτικές δηλώσεις ΦΠΑ με μηδενικές εκροές καθ’ όλη την περίοδο από την 1η Απριλίου 2019 μέχρι και την 29 Φεβρουαρίου 2020, κατά τα προαναφερθέντα. Συνεπώς, επιχειρήσεις που έχουν υποβάλει κατά την περίοδο αυτή έστω και μία χρεωστική δήλωση ή πιστωτική δήλωση ΦΠΑ με θετικές (άνω του μηδενός) εκροές, δικαιούνται την αποζημίωση.
Για τις επιχειρήσεις που έκαναν έναρξη μετά την 1η Απριλίου 2019, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που αφορούν το διάστημα από την δήλωση έναρξης και μετά, και έως την 29η Φεβρουαρίου 2020, κατά τα προαναφερθέντα.
Επιχειρήσεις που έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών μετά την 20η Μαρτίου 2020 δεν δικαιούνται την αποζημίωση ειδικού σκοπού, δεδομένου ότι αυτή αφορά διάστημα ως την 30η Απριλίου 2020, ήτοι αφορά ενεργές επιχειρήσεις για όλο το διάστημα που καλύπτει η αποζημίωση.
Επισημαίνεται, τα αναφερόμενα στην παραπάνω Κοινή Υπουργική Απόφαση, αλλά και σε όσες αποφάσεις έχουν εκδοθεί με βάση εξουσιοδοτικές διατάξεις Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου για την ενίσχυση επιχειρήσεων, λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, περί υποβολής συγκεκριμένων δηλώσεων φόρου εισοδήματος και γενικά εκπλήρωσης φορολογικών υποχρεώσεων υποβολής δηλώσεων ΦΠΑ, εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις που υφίσταται η σχετική υποχρέωση, από τις επιχειρήσεις αυτές.
Τέλος, διευκρινίζεται ότι για το σκοπό εφαρμογής του άρθρου 2 της εν θέματι Κοινής Υπουργικής Απόφασης σχετικά με τους δικαιούχους της αποζημίωσης ειδικού σκοπού εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο Άρθρο δεύτερο “Δυνατότητα και προϋποθέσεις μεταβολής ΚΑΔ και συνέπειες ανακριβούς δήλωσης” Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 13/04/2020.
Περαιτέρω, διευκρινίζεται ότι τα οριζόμενα στο εν λόγω άρθρο αποτελούν δυνατότητα μεταβολής του κυρίου ΚΑΔ και όχι υποχρέωση μεταβολής του. Συνεπώς, δεν επιβάλλονται κυρώσεις στις επιχειρήσεις που δεν θα κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής και δεν θίγεται το δικαίωμα υπαγωγής τους στις κάθε είδους ευεργετικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο αντιμετώπισης των συνεπειών διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, εφόσον εμπίπτουν σε κάποια άλλη από τις προϋποθέσεις υπαγωγής στις διατάξεις αυτές (έχουν ενεργό κύριο ΚΑΔ στις 20.03.2020 έναν από τους αναφερόμενους στον συνημμένο στη εν θέματι απόφαση πίνακα ή των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα ενεργού κατά την 20.03.2020 ΚΑΔ δευτερεύουσας δραστηριότητας από τους αναγραφόμενους στον ίδιο συνημμένο πίνακα, όπως αυτά προκύπτουν από την αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα που αντιστοιχούν στον κύριο ΚΑΔ στις 20.03.2020).