Στην προαναγγελία αύξησης στον κατώτατο μισθό το 2022 μεγαλύτερης από αυτή που αποφασίστηκε (2%) από την κυβέρνηση τον Ιούλιο (για να ισχύσει από τον Ιανουάριο του 2022) προχώρησε ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης.
Συγκεκριμένα, έκανε λόγο για “αύξηση αρκετά σημαντικότερη από την αύξηση που δόθηκε πέρσι”. Ο ίδιος σημείωσε πως εκείνο που “απομένει είναι να δούμε τα ποσοστά με βάση τις εξελίξεις που θα έχουμε”.
Οι αποφάσεις σε σχέση με το ύψος της νέας αύξησης επηρεάζονται από τις προγραμματικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης περί αύξησης του κατώτατου μισθού σε ποσοστό διπλάσιο από το ΑΕΠ, τις προβλέψεις του νόμου, σύμφωνα με τις οποίες οι σχετικές αποφάσεις θα λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τις προηγούμενες, αλλά και τις προβλεπόμενες, μελλοντικές εξελίξεις στην οικονομία, αλλά και τον χρόνο εφαρμογής των κυβερνητικών αποφάσεων το 2022 (δηλαδή η νέα αύξηση θα εφαρμοστεί εντός του 2022 π.χ. στα μέσα ή τα τέλη ή από τον Ιανουάριο του 2023).
Όσον αφορά το σκέλος του ύψους της επερχόμενης αύξησης, δεδομένης της δήλωσης του κ. Χατζηδάκης, περί “αρκετά σημαντικότερης” (σε σχέση με εκείνη του 2022) αύξησης, αναλυτές προβλέπουν αύξηση τουλάχιστον 4% με τον “δείκτη” να κοιτά πολύ υψηλότερα, δηλαδή προς το 5%-6%. Σε σχέση με τις οικονομικές εξελίξεις, ο κ. Χατζηδάκης δήλωσε πως “τώρα η οικονομία μπαίνει σε αναπτυξιακή τροχιά, βούληση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού είναι αυτό να έχει θετική αντανάκλαση και στις τσέπες των εργαζομένων. Θέλουμε οι εργαζόμενοι να πάρουν ένα κοινωνικό μέρισμα ανάπτυξης”.
Όσον αφορά τον χρόνο εφαρμογής της επερχόμενης αύξησης του κατώτατου μισθού, δεν ορίζεται ρητά από το νόμο. Ο νόμος ορίζει μόνο το χρονοδιάγραμμα των αποφάσεων. Σύμφωνα με αυτό, οι αποφάσεις από την κυβέρνηση πρέπει να ληφθούν τον Ιούλιο του 2022.
Τι προβλέπει ο νόμος
Υπενθυμίζεται πως με βάση το θεσμικό πλαίσιο (νόμος 4173 του έτους 2013), “το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών, και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών”.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Σε σχέση με την κατάσταση της οικονομίας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ, κατά το β’ τρίμηνο του 2021 αυξήθηκε κατά 16,4%, ενώ κατά το α’ τρίμηνο μειώθηκε μόλις κατά 1,4%. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2022 προβλέπει ανάπτυξη 6,1% φέτος και 4,5% το 2022 μετά από ύφεση 8,2% το 2020.
Όσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας εκτινάχθηκε κατά 13,7% κατά το β’ τρίμηνο του 2021 και αυξήθηκε κατά 4% το α’ τρίμηνο του ίδιου έτους. Η Τράπεζα της Ελλάδας, στην τελευταία Νομισματική Έκθεση (Ιούνιος 2021) προβλέπει αύξηση της παραγωγικότητας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους κατά 4%.
Το ποσοστό της ανεργίας κατά το α’ τρίμηνο του 2021 ανήλθε στο 17,1% του εργατικού δυναμικού έναντι 16,2% κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2020. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπει ανεργία 14,1% φέτος και 12,5% το 2022.
Σχετικά, με το σύνολο των αμοιβών της εξαρτημένης εργασίας, αναμένεται το 2021 να αυξηθεί κατά 0,7%, σύμφωνα με την ΤτΕ.
Όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα, σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ, “η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2020 εμφάνισε μικτή εικόνα. Σε όρους σχετικών τιμών βελτιώθηκε, λόγω του αρνητικού εγχώριου πληθωρισμού, ενώ σε όρους σχετικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος χειροτέρευσε, λόγω της έκτακτης μεγάλης πτώσης της εγχώριας παραγωγικότητας της εργασίας. Σε διαρθρωτικούς όρους, η ανταγωνιστικότητα σημείωσε βελτίωση σε ορισμένους τομείς, κυρίως με τη μείωση των φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων των επιχειρήσεων, αλλά και την πρόοδο ως προς την αποτελεσματικότητα και τον ψηφιακό μετασχηματισμό του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. Σε όρους σχετικών τιμών και σχετικού κόστους εργασίας, η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδος, όπως και όλων των οικονομιών της ζώνης του ευρώ, δέχθηκε πλήγμα από τη μεγάλη ανατίμηση του ευρώ, η οποία έφθασε σε σταθμισμένους όρους το 3,4% το 2020 (μέσα επίπεδα έτους)”.
Η διαδικασία των αποφάσεων
Σε σχέση με τους ρυθμούς της επερχόμενης απόφασης για τον κατώτατο μισθό, ο κ. Χατζηδάκης, στις ίδιες δηλώσεις του ανέφερε πως “η κυβέρνηση θεσπίζει τον κατώτατο μισθό. Υπάρχει μία διαδικασία που θα ξεκινήσει με τον καινούριο χρόνο, που θα ακολουθήσει τις προβλέψεις του νόμου. Όταν κλείσει αυτή η διαβούλευση και υπάρχουν προτάσεις από τους εμπλεκόμενους, έρχεται ο υπουργός Εργασίας στη συνέχεια και κάνει εισήγηση στο υπουργικό συμβούλιο”.
Αναλυτικά, το χρονοδιάγραμμα των διαδικασιών για τον επανακαθορισμό του κατώτατου μισθού έχει τα ακόλουθα 6 βήματα :
– Η αποστολή έγγραφης πρόσκλησης από την Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης, λαμβάνει χώρα εντός του τελευταίου δεκαημέρου του μηνός Μαρτίου 2021.
– Η σύνταξη και η υποβολή της έκθεσης λαμβάνουν χώρα το αργότερο έως την 30ή Απριλίου 2021
– Η διαβίβαση του υπομνήματος και της τεκμηρίωσης κάθε διαβουλευομένου από την Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης προς τους λοιπούς εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, με πρόσκληση για προφορική διαβούλευση, λαμβάνει χώρα το αργότερο έως την 15η Μαΐου 2021.
– Η διαβίβαση όλων των υπομνημάτων και της τεκμηρίωσης των διαβουλευομένων, καθώς και της έκθεσης των εξειδικευμένων επιστημονικών και ερευνητικών φορέων στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (Κ.Ε.Π.Ε.) προς σύνταξη Σχεδίου Πορίσματος Διαβούλευσης, λαμβάνει χώρα το αργότερο έως την 31η Μαΐου 2021.
– Το Σχέδιο του Πορίσματος Διαβούλευσης ολοκληρώνεται, το αργότερο έως την 30ή Ιουνίου 2021.
-Η εισήγηση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων προς το Υπουργικό Συμβούλιο, για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού υπαλλήλων και του κατώτατου ημερομισθίου των εργατοτεχνιτών, λαμβάνει χώρα εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του μηνός Ιουλίου 2021.
Ο χρόνος της εφαρμογής
Ο νόμος ορίζει το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας των κυβερνητικών αποφάσεων για το νέο κατώτατο, αλλά δεν ορίζει τον χρόνο εφαρμογής. Έτσι, μπορεί οι κυβερνητικές αποφάσεις για το νέο κατώτατο να πρέπει να ληφθούν έως το τέλος Ιουλίου του 2021, αλλά δεν ορίζονται πότε θα εφαρμοσθούν.
Η κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2021 αποφάσισε αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%, η οποία, όμως, θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου του 2022.
Εξάλλου, στο Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης για τη διαδικασία διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού (σ.σ. δημοσιοποίησε το Υπουργείο Εργασίας), το οποίο υπέβαλε το ΚΕΠΕ στο Υπουργείο Εργασίας λίγο πριν το τελευταίο λάβει τις τελικές αποφάσεις του ανέφερε πως “ως γενικότερη αρχή τόσο το ΚΕΠΕ όσο και τα μέλη της Επιτροπής θεωρούν ότι οι αποφάσεις που θα αφορούν την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού είναι σκόπιμο να μην είναι ξαφνικές και να μην ανατρέπουν τον οικονομικό προγραμματισμό των επιχειρήσεων. Γενικότερα η έγκαιρη αναγγελία τους, καθώς και η ισχύς τους από την αρχή του επόμενου έτους θεωρούνται διεθνώς καλές πρακτικές. Εφόσον η πρόταση Οδηγίας 18 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση γίνει δεκτή και η ελληνική νομοθεσία εναρμονιστεί σε αυτή ίσως είναι σκόπιμος ένας προγραμματισμός με βάση τον τελικό στόχο και τη μεταβατική περίοδο που θα ορίζεται”.
Αυτό σημαίνει πως η απόφαση για την “αρκετά σημαντικότερη” αύξηση του κατώτατου μισθού η οποία θα ληφθεί τον Ιούλιο του 2022 ενδεχομένως να ισχύσει σχετικά άμεσα, δηλαδή από τον Αύγουστο ή Σεπτέμβριο ή ακόμα και Οκτώβριο του 2022, αλλά δεν θα πρέπει να αποκλείεται να ισχύσει και από τον Ιανουάριο του 2023, σημειώνουν στο Capital.gr αναλυτές.