Ετοιμος για τη… βουτιά στα βαθιά εμφανίστηκε ο νέος υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, ο οποίος φαίνεται ότι έχει πλήρη επίγνωση όχι μόνο των δυσκολιών του χαρτοφυλακίου που ανέλαβε, αλλά κυρίως των πολλών παγίδων -πολιτικών και τεχνικών- που κρύβει το Ασφαλιστικό.
Εκφράσεις όπως «ηλεκτρική καρέκλα», «καυτή πατάτα», «πονοκέφαλος» έρχονται συνειρμικά στον νου, κάθε φορά που κάποιος αναλαμβάνει τον χειρισμό του Ασφαλιστικού, πόσω μάλλον τώρα που η ραγδαία γήρανση του πληθυσμού και οι ιδιαιτερότητες του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, σε συνδυασμό με τις ανατροπές που φέρνει στην αγορά εργασίας η πανδημία, επισπεύδουν τον νέο γύρο μεταρρυθμίσεων.
«Αρκετά έχουν ακόμα να γίνουν, κυρίως αλλά όχι αποκλειστικά ως προς τον δεύτερο πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Πάνος Τσακλόγλου αναλαμβάνοντας καθήκοντα, δίνοντας έτσι το στίγμα των αλλαγών οι οποίες λίγο ως πολύ περιγράφονται και στην Έκθεση της Επιτροπής Σοφών. Είναι πολιτικά ώριμες οι συνθήκες; «Δεν είμαι πολιτικός καριέρας. Προέρχομαι από τον ακαδημαϊκό χώρο», έσπευσε να θυμίσει ο νέος υφυπουργός, υπονοώντας ότι δεν τον απασχολεί το πολιτικό κόστος, τουλάχιστον όχι τον ίδιο.
Μετά από μια δεκαετία επώδυνων αλλαγών και περικοπών στο συνταξιοδοτικό σύστημα, μπορεί να υποστηρίζει κανείς ότι είμαστε ακόμα στην αρχή; Σίγουρα όχι. Κατάργηση πρόωρων συντάξεων και «ειδικών καθεστώτων», αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης είναι παρεμβάσεις που έγιναν και παραμένουν μετά τις αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις που εστίασαν στις περικοπές των συντάξεων, ενώ οι αλλαγές στο σύστημα εισφορών και ανταποδοτικότητας έδωσαν ανάσες βιωσιμότητας στο σύστημα. Αρκούν αυτά;
Στα ύψη η συνταξιοδοτική δαπάνη
Σύμφωνα με την Έκθεση Πισσαρίδη, όχι. Παραμένουν προβλήματα στη δομή του, με υψηλό βαθμό επιβάρυνσης της εργασίας και περιορισμένο βαθμό ανταποδοτικότητας και δυνατότητας κεφαλαιοποίησης. H συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα παραμένει ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό του ΑΕΠ (16,5% έναντι 13,2% κατά μ.ό. στην Ευρωζώνη), με τη χώρα να βρίσκεται στην υψηλότερη θέση στην Ευρωζώνη, παρά τις διαδοχικές περικοπές και αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα από το 2010.
Επιβαρυντικά για τα δημόσια οικονομικά δρα το υψηλό ποσοστό κρατικής επιχορήγησης για την κάλυψη συντάξεων σε ύψος 10,1% του ΑΕΠ το 2018, έναντι 3,1% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στην ΕΕ. Σε συνδυασμό με την υψηλή μισθολογική δαπάνη της γενικής κυβέρνησης (11,7% έναντι 9,9% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη), το ελληνικό δημόσιο καταλήγει να δαπανά το υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ (28,4%) σε μισθούς και συντάξεις στην Ευρωζώνη (έναντι 23,1% κατά μέσο όρο).
Δεν είναι μυστικό ότι η Ευρώπη γερνάει, χωρίς να εξαιρείται η Ελλάδα, με τη σχέση εργαζομένων- συνταξιούχων να ανατρέπεται δραματικά μέσα στα επόμενα 30- 40 χρόνια. Οι επιπτώσεις στα συνταξιοδοτικά συστήματα προφανής, εξ ου και η συζήτηση που ήδη έχει ξεκινήσει σε όλη την Ευρώπη, πάνω σε δύο άξονες: 1) κίνητρα για αύξηση των γεννήσεων, αλλά με χαμηλή προσδοκία δεδομένων των συνθηκών που δημιουργούν κρίσεις όπως αυτή του κορωνοϊού και η πρόσφατη δημοσιονομική 2) βαθιές τομές στα συνταξιοδοτικά συστήματα. Ειδικά όσον αφορά στην Ελλάδα, το βασικό σενάριο εργασίας, προβλέπει ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη θα διαμορφώνεται στο 15,4% του ΑΕΠ το 2050, για να υποχωρήσει ελαφρώς κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες το 2070, δηλαδή 1,7 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το μέσο κοινοτικό όρο. Είναι η χειρότερη «επίδοση»; Όχι, αλλά θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς και τα εκρηκτικά ποσοστά Χρέους που επιβαρύνουν την Ελλάδα.
Σύμφωνα με την Επιτροπή Σοφών, για να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις της δημογραφικής γήρανσης πρέπει να ενισχυθούν οι κεφαλαιοποιητικοί πυλώνες ώστε να επιμεριστεί το βάρος της χρηματοδότησης των συντάξεων και ένα μέρος της να καλυφθεί από συσσωρευμένη αποταμίευση. Οι κεφαλαιοποιητικοί πυλώνες είναι επιθυμητό να δρουν συμπληρωματικά με τον κύριο, έχοντας ένα δευτερεύοντα αλλά κρίσιμο ρόλο.
«Τα κύρια οφέλη από αυτή τη μετάβαση σε ένα σύγχρονο σύστημα, που θα έφερνε την Ελλάδα πλησιέστερα στον μέσο όρο των συστημάτων της Ευρώπης, αφορούν κυρίως ενίσχυση των κινήτρων για περισσότερη και επίσημη εργασία όσο και για αποταμίευση των νοικοκυριών, με άμεσα αναπτυξιακά οφέλη για την οικονομία», επισημαίνει χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας ότι τα νοικοκυριά θα έχουν ισχυρότερα κίνητρα προσφοράς εργασίας, στον τυπικό τομέα της οικονομίας, όταν θα έχουν σε μεγάλο βαθμό έλεγχο των αποταμιεύσεών τους και όταν με υψηλότερες εισφορές κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου θα μπορούν να αναμένουν μεγαλύτερη σύνταξη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, που επικαλείται η Επιτροπή Πισσαρίδη, σήμερα μόνο περίπου το 5% των πληρωμών ασφαλισμένων για συντάξιμες εισφορές είναι κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Αντίστοιχα, το σύνολο του ενεργητικού των κεφαλαιοποιητικών προγραμμάτων σύνταξης είναι κοντά στο 1% του ΑΕΠ, σε αντιδιαστολή με 50% για τον μέσο όρο των μελών του ΟΟΣΑ. Επίσης, το σημερινό ύψος των υποχρεωτικών εισφορών για κύρια και επικουρική σύνταξη στον δημόσιο διανεμητικό πυλώνα (26,5%) είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και 8 π.μ. υψηλότερο από τον μ.ό. των μελών του ΟΟΣΑ. Η σταδιακή μετατροπή μέρους των εισφορών αυτών σε εισφορές κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα θα έχει ευεργετική επίδραση στις εγχώριες αποταμιεύσεις και επενδύσεις, όπως παρατηρείται σε χώρες με πιο ισορροπημένα συνταξιοδοτικά συστήματα.
Κατά την Επιτροπή δεν αρκούν οριακές, παραμετρικές αλλαγές στο σημερινό σύστημα και σε αυτή τη βάση εκτιμάται ότι ο βέλτιστος τρόπος συμπλήρωσης του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα είναι ο μετασχηματισμός της επικουρικής σύνταξης (σήμερα νοητής κεφαλαιοποίησης) σε νέα επικουρική που θα λειτουργεί πλήρως κεφαλαιοποιητικά. Δεδομένης, μάλιστα, της καθυστέρησης της ανάπτυξης του κεφαλαιοποιητικού πυλώνα στη χώρα, η μεταρρύθμιση της επικουρικής συστήνεται να προχωρήσει τάχιστα και με ευρύ πεδίο εφαρμογής (ενδεικτικά, για όλους τους νέους εργαζόμενους και εθελοντικά για όσους παλαιότερους ασφαλισμένους το επιλέξουν). Συμπληρωματικά προς την παραπάνω κατεύθυνση, είναι ιδιαίτερα σημαντική η θέσπιση αποτελεσματικού και αυστηρού κανονιστικού πλαισίου για τα ασφαλιστικά ταμεία στον δεύτερο και τρίτο πυλώνα κατά τα πρότυπα πολλών χωρών της ΕΕ, όπως και η λειτουργία ενός δημόσιου ασφαλιστικού ταμείου στον δεύτερο πυλώνα, με κεφαλαιοποίηση.
Η χρηματοδότηση
Είναι όλα τόσο… ρόδινα; Αν αυτή είναι η λύση γιατί δεν εφαρμόστηκε νωρίτερα; Δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν ότι αν το σύστημα των επικουρικών «κοπεί» στη μέση, δηλαδή οι νέοι πάνε με το σύστημα του «κουμπαρά» (κεφαλαιοποιητικό) και οι παλιοί μείνουν στο διανεμητικό, τότε θα δημιουργηθεί μοιραία ένα «κενό» χρηματοδότησης, που θα πρέπει να καλυφθεί από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Επ’ αυτού δεν υπάρχει αναφορά στην Έκθεση Πισσαρίδη, ωστόσο είναι ένα από τα θέματα που θα ανοίξουν όταν το τελικό σχέδιο τεθεί σε διαβούλευση….
Οι προτάσεις της Επιτροπής
1. Μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας (ασφαλιστικών εισφορών).
2. Μείωση του ανώτατου ορίου εισοδήματος (πλαφόν ασφαλιστέων αποδοχών) επί του οποίου επιβάλλονται αναλογικές ασφαλιστικές εισφορές για τους μισθωτούς εργαζόμενους, ώστε να προσεγγίσει τους μέσους όρους στην ΕΕ.
3. Αντικατάσταση της ποσοστιαίας εισφοράς υγείας των μισθωτών με ένα σταθερό ποσό ή ένα σύστημα λίγων κλάσεων, όπως ισχύει και με τους αυτοαπασχολούμενους. Εναλλακτικά, διατήρηση του ισχύοντος καθεστώτος αναλογικών εισφορών αλλά με ακόμα πιο χαμηλό πλαφόν ασφαλιστέων αποδοχών υγείας. Το σχετικό κενό θα καλυφθεί από γενικά φορολογικά έσοδα.
4. Αναπροσαρμογή των κανόνων υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης με τρόπο που να είναι αναλογιστικά και ουσιαστικά περισσότερο ανταποδοτική.
5. Πληρέστερη μετάβαση συντάξεων σε σύστημα τριών πυλώνων, με μείωση εισφορών και ενισχυμένους βαθμούς ελευθερίας των νοικοκυριών στη διαχείριση.