Παρά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τις οργανικές θέσεις των ιερέων, σε εκκρεμότητα παραμένουν ακόμη οι σχετικές αποφάσεις με τις οποίες θα ρυθμιστούν οι λεπτομέρειες για τις προσλήψεις -αντικαταστάσεις σε όλες τις μητροπόλεις της χώρας.
Ήδη έχουν καταγραφεί από τις μητροπόλεις τα κενά στις οργανικές θέσεις και το επόμενο διάστημα αναμένονται οι αποφάσεις για τις πρώτες προσλήψεις ιερέων. Τα κενά αυτά ανέρχονται περίπου στα 250 και αφορούν κατά κύριο λόγο ιερείς οι οποίοι έχουν συνταξιοδοτηθεί. Όπως έγινε γνωστό, οι προσλήψεις είναι το βασικό αίτημα για το οποίο η Σύνοδος θα ζητήσει άμεσα την ικανοποίησή του από το νέο υπουργό Παιδείας.
Εκτός των ιερέων που έχουν αποχωρήσει λόγω γήρατος, υπάρχουν και οι εθελοντές για τους οποίους ασκούνται πιέσεις, ώστε να έχουν ασφαλιστική κάλυψη.
Βάσει του νόμου που έχει ψηφιστεί, στις υπάρχουσες 6.000 θέσεις που προέβλεπε ο νόμος του 1945, προστίθενται άλλες 2.311 μόνιμες οργανικές θέσεις, δηλαδή ο πραγματικός αριθμός των κληρικών που υπηρετούν σήμερα στην Εκκλησία της Ελλάδος, ενώ για την Εκκλησία της Κρήτης 955 οργανικές θέσεις για τους αντίστοιχους κληρικούς που υπηρετούν σήμερα εκεί.
Αυτό δεν σημαίνει πως θα πραγματοποιηθούν 2.311 και 955 νέες προσλήψεις κληρικών, αφού οι συγκεκριμένοι ήδη υπάρχουν, υπηρετούν και αμείβονται από το κράτος και φυσικά δεν θα αλλάξει το παραμικρό στην μισθολογική ή ασφαλιστική τους κατάσταση.
Την κατανομή των οργανικών θέσεων στις Μητροπόλεις της περιφέρειας θα κάνει η Ιερά Σύνοδος και στη συνέχεια θα εκδοθούν τα σχετικά προεδρικά διατάγματα. Ενώ, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως για να είναι σίγουρο πως οι πραγματικές ανάγκες κάθε τοπικής Εκκλησίας καλύπτονται επαρκώς, οι οργανικές θέσεις δεν θα είναι «προσωπικές» αλλά θεσμικές. Δηλαδή, οι οργανικές θέσεις θα ανήκουν στις Μητροπόλεις και όχι στα πρόσωπα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Συνόδου, 10.717 είναι οι κληρικοί και οι εκκλησιαστικοί υπάλληλοι της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κρήτης και των Ιερών Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου. Εξ αυτών, οι 9.543 –οι εννέα στους δέκα– είναι ιερείς. Η πλήρης καταγραφή των οργανικών θέσεων στις Αρχιεπισκοπές Ελλάδος και Κρήτης και τις 94 μητροπόλεις της χώρας, η οποία έγινε πρόσφατα, προσφέρει στην ελληνική κυβέρνηση, για πρώτη φορά, τη δυνατότητα να γνωρίζει πόσες οργανικές θέσεις έχει κάθε Εκκλησία. «Έως τώρα, η κατάσταση ήταν ασαφής», ανέφερε στην «Κ» κυβερνητικό στέλεχος. Ειδικότερα, όπως παρουσιάζεται σε προεδρικό διάταγμα που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η Εκκλησία της Ελλάδος έχει συνολικά 9.371 οργανικές θέσεις: 81 μητροπολίτες, 17 βοηθούς επισκόπους, 8.311 ιερείς, 292 ιεροκήρυκες, 320 διακόνους και 349 εκκλησιαστικούς υπαλλήλους. Σε αυτούς πρέπει να προστεθεί η θέση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.
Ταυτόχρονα, στον αριθμό των 9.371 θέσεων πρέπει να προστεθούν οι 1.057 θέσεις της Εκκλησίας της Κρήτης (εξ αυτών οι 955 εφημέριοι) για τις οποίες εκδόθηκε ξεχωριστό προεδρικό διάταγμα, καθώς και οι 289 θέσεις των Μητροπόλεων Δωδεκανήσων (277 ιερείς και 12 εκκλησιαστικοί υπάλληλοι) που θεσμοθετήθηκαν πρόσφατα με νόμο.
Ως προς τον αριθμό των ιερέων στην Εκκλησία της Ελλάδος, τους περισσότερους έχει η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών (528). Ακολουθούν οι Μητροπόλεις Πατρών (236), Ηλείας (208), Δημητριάδος και Αλμυρού (191) και Φθιώτιδας (181). Στον αντίποδα, οι Μητροπόλεις με τους λιγότερους ιερείς είναι οι Κυθήρων και Αντικυθήρων (22), Θήρας, Αμοργού και Νήσων (36), Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης (40), Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού (45) και Κεφαλληνίας (46).
Ο αριθμός των ιερέων σχετίζεται, προφανώς, με το μέγεθος μιας μητρόπολης, χωρίς ωστόσο να συνδέεται απαραίτητα με την επιρροή του μητροπολίτη (αυτή ορίζεται και από την προσωπικότητα του μητροπολίτη).
Υπενθυμίζεται ότι ο καθορισμός των οργανικών θέσεων έγινε ύστερα από 77 χρόνια, με βάση την περυσινή συμφωνία κυβέρνησης και Εκκλησίας. Συγκεκριμένα, από το 1945 είχαν οριστεί 6.000 θέσεις ιερέων, αλλά δεν ακολούθησε η έκδοση του απαραίτητου βασιλικού (τότε) διατάγματος, με αποτέλεσμα οι οργανικές θέσεις να μην υφίστανται. Το 2022 θεσμοθετήθηκαν οι υπόλοιπες θέσεις ιερέων (2.311 για την Εκκλησία της Ελλάδος).
Το πρώτο βήμα έγινε το 2011 με την υπαγωγή του εκκλησιαστικού προσωπικού στην Ενιαία Αρχή Πληρωμών. Σύμφωνα με εκκλησιαστικές πηγές που μίλησαν στην «Κ», έως τότε ο μητροπολίτης έβγαζε απόφαση μονιμοποίησης του ιερέα και την έστελνε προς δημοσίευση στο Εθνικό Τυπογραφείο, ενώ η μισθολογική κατάσταση του προσωπικού της μητρόπολης στελνόταν στο δημόσιο ταμείο. Το 2011 αποφασίσθηκε ότι όλες οι προσλήψεις που βαρύνουν μισθοδοτικά τον δημόσιο τομέα θα περνούν από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
Πηγή: ekklisiaonline.gr