Εκλεισαν στην Τουρκία τα 200.000 εκλογικά τμήματα στις 17.00 τοπική και ώρα Ελλάδος σε μία ψηφοφορία που δεν σημαδεύτηκε από κάποιο αξιοσημείωτο συμβάν. Οι τούρκοι ψηφοφόροι κλήθηκαν να εκλέξουν τον 13ο πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας και να ανανεώσουν την σύνθεση του κοινοβουλίου. Τα πρώτα αξιόπιστα αποτελέσματα θα γίνουν γνωστά νωρίς το βράδυ
Οι περισσότεροι από τους 64 εκατομμύρια τούρκους ψηφοφόρους, ανάμεσά τους 5,2 εκατομμύρια νέοι που θα ψηφίσουν πρώτη φορά, καλούνται σήμερα στα εκλογικά τμήματα καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη μια από τις κρισιμότερες εκλογικές αναμετρήσεις των εκατό ετών της ιστορίας της σύγχρονης Τουρκίας, που δεν αποκλείεται να σημάνει τέλος εποχής, της απόλυτης κυριαρχίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έπειτα από 20 χρόνια στην εξουσία, που σημαδεύτηκε τα τελευταία χρόνια από ολοένα μεγαλύτερη αυταρχική παρέκκλιση, κατά τους αντιπάλους του.
Οι σημερινές βουλευτικές και προεδρικές εκλογές κρίνουν όχι μόνο ποιος θα κυβερνήσει την Τουρκία, κράτος μέλος του NATO και -τουλάχιστον στη θεωρία- κράτος υποψήφιο προς ένταξη στην ΕΕ, αλλά και το πώς θα την κυβερνήσει, την εξέλιξη της οικονομίας, εν μέσω κρίσης που αύξησε κατακόρυφα το κόστος ζωής, καθώς και την εξωτερική πολιτική της, που σημαδεύτηκε από αρκετές μάλλον απρόβλεπτες στροφές.
Οι δημοσκοπήσεις θέλουν τον βασικό αντίπαλο του προέδρου Ερντογάν, τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, υποψήφιο συμμαχίας έξι κομμάτων της αντιπολίτευσης, να έχει -οριακό- προβάδισμα. Πάντως, αν κανένας από τους δύο δεν εξασφαλίσει ποσοστό υψηλότερο του 50%, θα διεξαχθεί δεύτερος γύρος την 28η Μαΐου.
Οι εκλογές διεξάγονται μόλις τρεις μήνες μετά τον σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου, που προκάλεσε φοβερή καταστροφή στη νοτιοανατολική Τουρκία και στοίχισε τη ζωή σε κάπου 50.000 ανθρώπους. Παρότι πολλοί σεισμοπαθείς εξοργίστηκαν για τον τρόπο που χειρίστηκαν οι αρχές την καταστροφή, τουλάχιστον αρχικά, δεν είναι μετρήσιμο προς το παρόν το αν ή πόσο η τραγωδία θα επηρεάσει το αποτέλεσμα.
Η σύνθεση του αυριανού τουρκικού κοινοβουλίου έχει επίσης κρίσιμη σημασία. Οι δημοσκοπήσεις προοιωνίζονται και σε αυτή την αναμέτρηση σκληρή μάχη ανάμεσα στο ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του κ. Ερντογάν και το σύμμαχό του ακροδεξιό Κίνημα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) από τη μια και, από την άλλη, την Εθνική Συμμαχία του κ. Κιλιτσντάρογλου, αποτελούμενη από έξι παρατάξεις, με επικεφαλής το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), δημιούργημα του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας Μουσταφά Κεμάλ.
Τα εκλογικά τμήματα άνοιξαν στις 08:00 [σ.σ. τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας] και θα κλείσουν στις 17:00. Βάσει της τουρκικής νομοθεσίας, απαγορεύεται αυστηρά η μετάδοση των αποτελεσμάτων πριν από τις 21:00. Αργά το βράδυ πάντως αναμένεται να έχει ξεκαθαρίσει το εάν θα χρειαστεί να διεξαχθεί δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών.
Η ψήφος των Κούρδων, που αντιπροσωπεύουν το 15-20% του εκλογικού σώματος, θα κρίνει πολλά.
Η Εθνική Συμμαχία δεν αναμένεται να εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εδρών στην τουρκική εθνική αντιπροσωπεία.
Το Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP) δεν εντάχθηκε στον ετερόκλιτο συνασπισμό του κ. Κιλιτσντάρογλου, μολονότι εναντιώνεται σθεναρά στον απερχόμενο πρόεδρο Ερντογάν, ειδικά μετά τη φυλάκιση ηγετών του και τον διωγμό του τα τελευταία χρόνια. Τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του κ. Κιλιτσντάρογλου στις προεδρικές εκλογές. Συμμετέχει στις βουλευτικές εκλογές υπό τα λάβαρα του μικρού Κόμματος Πράσινης Αριστεράς, καθώς εκκρεμεί στη δικαιοσύνη δίωξη που ίσως οδηγήσει στην απαγόρευσή του, για δεσμούς με την «τρομοκρατία» -με το ένοπλο κουρδικό αυτονομιστικό κίνημα PKK-, που διαψεύδει κατηγορηματικά.
Τέλος εποχής;
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, 69 ετών, ικανός ρήτορας, πάντα μέγας τακτικιστής των προεκλογικών εκστρατειών, δίνει μάχη για την πολιτική του επιβίωση. Διατηρεί την ακλόνητη πίστη των πιστών μουσουλμάνων, που αισθάνονταν περιθωριοποιημένοι την περίοδο που κυβερνούσαν κόμματα ταγμένα στον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, ενώ ξεπέρασε τόσο την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του 2016, όσο και σειρά σκανδάλων διαφθοράς.
Αν γευτεί την ήττα στις εκλογές, αυτό μάλλον θα οφείλεται περισσότερο στην επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης παρά σε οτιδήποτε άλλο: ο πληθωρισμός, που έφτασε το 85% τον Οκτώβριο του 2022, και η κατάρρευση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της λίρας δυσκόλεψαν πολύ τα πράγματα για τους περισσότερους Τούρκους.
Ο κ. Κιλιτσντάρογλου, 74χρονος άλλοτε δημόσιος λειτουργός, υπόσχεται αν κερδίσει να επαναφέρει την Τουρκία σε πιο ορθόδοξη οικονομική πολιτική και την επιστροφή της στο κοινοβουλευτικό σύστημα, την κατάργηση του προεδρικού, που θεσπίστηκε από τον κ. Ερντογάν μετά το δημοψήφισμα του 2017. Υπόσχεται επίσης ότι θα αποκαταστήσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, που οι επικριτές του κ. Ερντογάν λένε πως μετατράπηκε σε όργανο καταστολής κάθε διαφωνίας.
Ωστόσο αναλυτές επισημαίνουν πως αν κερδίσει, ο κ. Κιλιτσντάρογλου θα αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις και θα δυσκολευτεί να διατηρήσει ενωμένη τη συμμαχία του, στην οποία συμμετέχουν εθνικιστές, ισλαμιστές, υπέρμαχοι του κοσμικού χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, φιλελεύθεροι…
Εξάλλου, ο κ. Ερντογάν ίσως δεν είπε την τελευταία του λέξη. Στην Κασίμ Πασά, τη συνοικία όπου γεννήθηκε, ο «σουλτάνος» υποσχέθηκε να «δώσει ένα καλό μάθημα σε αυτούς που θέλουν να διχάσουν τη χώρα» και προέβλεψε πως οι δημοσκοπήσεις θα διαψευστούν, «θα βγούμε ενισχυμένοι από τις κάλπες».
Η παράταξή του και ο ίδιος πάντως διαβεβαιώνουν πως θα τηρήσουν τη νομιμότητα, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα.
«Ήρθαμε στην εξουσία διά της δημοκρατικής οδού, με την υποστήριξη του λαού μας» και αν «ο λαός μας πάρει άλλη απόφαση, θα κάνουμε αυτό που απαιτεί η δημοκρατία», σύμφωνα με τον αρχηγό του κράτους. Ο Χαρούν Αρμαγάν, κορυφαίο στέλεχος του AKP, διαβεβαιώνει επίσης πως «αν ο τουρκικός λαός [μας] πει όχι, ασφαλώς θα το αποδεχθούμε».
Στον δρόμο, ο κόσμος εκφράζεται ανοιχτά, παρά τον φόβο αντιποίνων: «Αρκετά με αυτή την κυβέρνηση, ελπίζουμε πως θα νικήσουμε και θα έχουμε ειρήνη και δικαιοσύνη», θα πει η Χαφίζε Τιμούρτας, μητέρα 48 ετών, που ανήκει στην κουρδική μειονότητα.
Εκφράζονται ανησυχίες πως μπορεί να ξεσπάσουν βίαια επεισόδια σε τουρκικές πόλεις, έπειτα από σειρά συμβάντων στην τελική ευθεία της πολύ πολωμένης προεκλογικής εκστρατείας.
Εκλογές στην Τουρκία: Τα βασικά στοιχεία με μια ματιά
Οι τούρκοι ψηφοφόροι προσέρχονται στις κάλπες για να αναδείξουν νέο πρόεδρο και τα μέλη του νέου κοινοβουλίου της χώρας. Ακολουθούν ορισμένα βασικά δεδομένα.
Ψηφοφόροι για πρώτη φορά
Στους εκλογικούς καταλόγους είναι εγγεγραμμένοι κάπου 64 εκατομμύρια ψηφοφόροι (επί συνόλου 85 εκατ. κατοίκων).
Από αυτούς, 3,4 εκατ. έχουν ήδη ψηφίσει στο εξωτερικό.
Άλλοι 5,2 εκατομμύρια είναι νέοι, που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά. Δεν έχουν γνωρίσει κανέναν άλλο ηγέτη παρά τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που κατηγορείται για αυταρχική παρέκκλιση μετά τις μαζικές κινητοποιήσεις του 2013 και το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016.
Παρατηρητές
Εκατοντάδες παρατηρητές βρίσκονται στα 50.000 εκλογικά κέντρα που άνοιξαν στις 08:00 και θα κλείσουν στις 17:00 [τοπικές ώρες και ώρες Ελλάδας], συμπεριλαμβανομένων περιοχών της νότιας Τουρκίας, που υπέστησαν τρομακτική καταστροφή όταν χτύπησε ο σεισμός της 6ης Φεβρουαρίου.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης αναμενόταν να αναπτύξει 350 παρατηρητές, πέραν των εκλογικών αντιπροσώπων που έχουν οριστεί από τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένων 300.000 από την αντιπολίτευση.
Στις εκλογές του 2018, το ποσοστό συμμετοχής ξεπέρασε το 86%.
Μάχη για δυο
Στα ψηφοδέλτια για τις προεδρικές εκλογές φιγουράρουν τέσσερις υποψήφιοι.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, 69 ετών, στην εξουσία για 20 χρόνια, είναι υποψήφιος για την επανεκλογή του. Είναι ο υποψήφιος του ισλαμοσυντηρητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).
Ο βασικός αντίπαλός του είναι ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP, σοσιαλδημοκρατικό, το ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ στα συντρίμμια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας). Ο 74χρονος άλλοτε δημόσιος λειτουργός είναι υποψήφιος της Εθνικής Συμμαχίας, ετερόκλιτου συνασπισμού έξι παρατάξεων, που κινούνται στο φάσμα από την εθνικιστική δεξιά ως τη φιλελεύθερη κεντροαριστερά περνώντας από το πολιτικό ισλάμ.
Ο Σινάν Ογάν, πρώην βουλευτής της άκρας δεξιάς, είναι επίσης υποψήφιος, όμως οι πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις δεν του πιστώνουν παρά το 5% των προθέσεων ψήφου.
Ο τέταρτος είναι ο Μουχαρέμ Ιντζέ, που απέσυρε την υποψηφιότητά του την Πέμπτη, αλλά ήταν πια πολύ αργά για να αποσυρθεί το όνομά του από τα ψηφοδέλτια.
Αν δεν εξασφαλίσει την πλειοψηφία κανένας από τους υποψήφιος σήμερα, θα διεξαχθεί δεύτερος γύρος την 28η Μαΐου.
Το διακύβευμα των βουλευτικών εκλογών
Στις εκλογές θα αναδειχθούν με αναλογικό σύστημα τα 600 μέλη του τουρκικού κοινοβουλίου, ο ρόλος του οποίου υποβαθμίστηκε μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2017 και τη θέσπιση προεδρικού συστήματος.
Η συμμαχία του AKP του κ. Ερντογάν και των συμμάχων του, του Κινήματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP), έχει την πλειοψηφία.
Η αντιπολίτευση φιλοδοξεί όχι μόνο να ανατρέψει την ισορροπία ισχύος αλλά να εξασφαλίσει πλειοψηφία δύο τρίτων, ώστε να μπορεί να προχωρήσει σε νέα αναθεώρηση του Συντάγματος.
Η συγκατοίκηση είναι πιθανή, αλλά δυσκολέψει τη διακυβέρνηση.
Πρόεδρος ως το 2028;
Ο πρόεδρος θεωρητικά δεν μπορεί να αναδειχθεί παρά για δυο πενταετείς θητείες.
Όμως ο κ. Ερντογάν διεκδικεί τρίτη διότι δεν λαμβάνεται υπόψη η νίκη του στις προεδρικές εκλογές του 2014, που έγινε όταν ακόμα το σύστημα ήταν κοινοβουλευτικό, έπειτα από τα 12 χρόνια που παρέμεινε στο αξίωμα του πρωθυπουργού της Τουρκίας.
Ο κ. Ερντογάν, αν εκλεγεί, θα παραμείνει πρόεδρος ως το 2028.
Ο κ. Κιλιτσντάρογλου, που θέλει να αλλάξει ξανά το σύστημα από προεδρικό σε κοινοβουλευτικό και να θεσπιστεί μια μόνο επταετής θητεία στην προεδρία, έχει υπονοήσει πως θα παραμείνει αρχηγός του κράτους μόνο για μια θητεία.
Τι αναμένουν στην ΕΕ από τις τουρκικές εκλογές
Με την κρυφή ελπίδα ότι μια αλλαγή κυβέρνησης στην Τουρκία θα επαναφέρει το κράτος δικαίου, οι Βρυξέλλες αναμένουν εναγωνίως τα αποτελέσματα των τουρκικών εκλογών.
Μετά από δύο δεκαετίες παραμονής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία, πρώτα ως πρωθυπουργού και στη συνέχεια ως Προέδρου, στις Βρυξέλλες λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το σενάριο της πολιτικής αλλαγής στη χώρα και αυτό δεν δυσαρεστεί κανέναν. Ακριβώς το αντίθετο.
«Η κύρια προσδοκία των δυτικών χωρών σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης θα ήταν η εκπλήρωση της δέσμευσής της να αποκαταστήσει την αρχή του κράτους δικαίου. Μια δεύτερη προσδοκία θα ήταν η ανάκαμψη της οικονομίας της Τουρκίας, που θα επιτρέψει την εκμετάλλευση των τεράστιων δυνατοτήτων συνεργασίας με την ΕΕ», δήλωσε στο ΑΠΕ- ΜΠΕ, ο Μαρκ Πιερίνι, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Carnegie Europe και πρώην πρεσβευτής της ΕΕ στην ‘Αγκυρα.
Ωστόσο, το βασικό ερώτημα είναι αν η θέση της Τουρκίας μπορεί πλέον να αλλάξει οικονομικά και κοινωνικοπολιτικά και να επιστρέψει στο κεμαλικό παρελθόν της, ακόμα και αν ο Ερντογάν χάσει τις εκλογές μετά από 20 χρόνια παρουσίας του στην πολιτική σκηνή. Ο Μαρκ Πιερινί επισημαίνει ότι «η Τουρκία έχει αλλάξει βαθιά τα τελευταία 20 χρόνια: οι υποδομές της έχουν εκσυγχρονιστεί, η βιομηχανία της έχει αναπτυχθεί, οι ένοπλες δυνάμεις της έχουν αυξήσει τον εξοπλισμό τους, οι οικονομικές της σχέσεις έχουν διαφοροποιηθεί. Αυτές οι εξελίξεις δεν θα σβήσουν με τις εκλογές. Αυτό που μπορεί να γίνει εάν η αντιπολίτευση κερδίσει τις εκλογές είναι πάνω από όλα επιστροφή στο κράτος δικαίου, μεγάλες οικονομικές μεταρρυθμίσεις και μια πιο ειρηνική διπλωματία».
«Ακόμα όμως και σε περίπτωση νίκης του Κεμάλ Κιλιντσντάρογλου, οι χώρες της ΕΕ δεν παραβλέπουν τις δυσκολίες», εκτιμά ευρωπαίος διπλωμάτης που μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Κι αυτό γιατί όλοι γνωρίζουν ότι «ο Κιλιντσντάρογλου αν βγει νικητής θα ηγηθεί ενός εύθραυστου συνασπισμού και θα έχει να διαχειριστεί μια οικονομία που είναι σε θλιβερή κατάσταση». Γνωρίζουν ότι με τον Κιλιντσντάρογλου τα πράγματα θα είναι κάπως καλύτερα, όμως δεν θα είναι ρόδινα και σίγουρα οι παγωμένες σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας δεν μπορούν να αλλάξουν ριζικά από τη μία μέρα στην άλλη. Αντίθετα, αισιοδοξία επικρατεί στην περίπτωση επικράτησης του Κιλιντσντάρογλου για την ταχεία ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Εξάλλου, εύλογα μια πιθανότητα κυβερνητικής αλλαγής δικαιολογεί ελπίδες στη Δύση για μια πιο εποικοδομητική στάση της Τουρκίας και στα θέματα της περιφερειακής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η στάση του Ερντογάν έχει προκαλέσει μεγάλες εντάσεις τα τελευταία χρόνια (Κύπρος, Ελλάδα, Ισραήλ, Αίγυπτο).
Στους κόλπους της ΕΕ συνειδητοποιούν πια τη σοβαρή πιθανότητα ήττας του ισλαμοσυντηρητικού ηγέτη, με τον οποίο τα τελευταία χρόνια δεν έλειψαν οι εντάσεις. Μετά τη συνταγματική μεταρρύθμιση που ενίσχυσε τις εξουσίες του Τούρκου Προέδρου και αποδυνάμωσε το κράτος δικαίου, οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας σταδιακά επιδεινώθηκαν, με αποτέλεσμα το 2018 να ανασταλούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν το 2005. Oι διαμάχες πολλαπλασιάστηκαν, με φραστική αποκορύφωση τη δήλωση του Ερντογάν κατά της Ολλανδίας και της Γερμανίας με αναφορές στους Ναζί και το χαρακτηρισμό του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν ως «ψυχοπαθή».
Το 2020 η Τουρκία συνέχισε να εκνευρίζει, τόσο τις χώρες της ΕΕ όσο και τους Συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, με τις παράνομες γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Κυπριακή ΑΟΖ, τις τακτικές παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Ελλάδας, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, αλλά και με την ωμή παρέμβασή της στη Λιβύη, τις απειλές ευρύτερης επέμβασης στη Συρία, καθώς και τις πολεμικές της επιχειρήσεις κατά των Κούρδων σε ξένα εδάφη (Ιράκ, Συρία), τη στάση της στον πόλεμο στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και με την αγορά των ρωσικών πυραύλων S400.
Μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, ωστόσο, η Τουρκία κατάφερε να κερδίσει και πάλι την εύνοια των Δυτικών, καθώς έγινε ο «απαραίτητος μεσάζων» στην απεμπλοκή των σιτηρών μέσω των λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας. Αλλά ξανά ο Τούρκος πρόεδρος επέμεινε να δοκιμάζει την υπομονή των Συμμάχων του, με το μπλοκάρισμα στην ένταξη της Σουηδίας (και για αρκετούς μήνες και της Φινλανδίας) στο ΝΑΤΟ. Από την άλλη, ναι μεν καταδίκασε τη ρωσική επιθετικότητα, αλλά αρνείται να εφαρμόσει τις κυρώσεις κατά της Μόσχας, διατηρώντας μια διφορούμενη σχέση με το «φίλο του» Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά και το διάλογό του με το αντι-Δυτικό Ιράν. Όσο κι’ αν η Δύση κάνει πως δε βλέπει, κανείς δεν αψηφά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει γίνει σημείο παράκαμψης των κυρώσεων κατά της Μόσχας.
«Το κεντρικό γεωπολιτικό ερώτημα είναι η θέση της Τουρκίας απέναντι στον πόλεμο που εξαπέλυσε η Ρωσία στην ευρωπαϊκή ήπειρο, έναν πόλεμο που είναι τόσο εναντίον της ΕΕ και του ΝΑΤΟ όσο και κατά της Ουκρανίας. Η Τουρκία θα πρέπει να λάβει υπόψη της αυτή την ιστορική εξέλιξη: την επιστροφή ενός μακροχρόνιου πολέμου στην ήπειρο», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρώην πρεσβευτής της ΕΕ στην ‘Αγκυρα, Μαρκ Πιερινί. Ο ίδιος έχει δηλώσει στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» ότι “Μια νίκη του Ερντογάν θα ήταν μια νίκη του Πούτιν”.
«Σε περίπτωση νίκης του Ερντογάν, είναι φανερό ότι οι «27» δεν θα δυσαρεστηθούν υπερβολικά», εκτιμά αντιθέτως, έτερος ευρωπαίος διπλωμάτης. «Αν δεν αλλάξει στάση, τουλάχιστον θα τους βγάλει από τη δύσκολη θέση να πρέπει να κάνουν κάποια πράγματα για την Τουρκία». Από την άλλη, σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης, οι σχέσεις με την ΕΕ θα εξαρτηθούν πάνω από όλα από την έκταση της δημοκρατικής ανανέωσης, εκτιμά ο ίδιος διπλωμάτης. «Αν ο Κιλιντσντάρογλου τηρήσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις για επιστροφή στο κράτος δικαίου και σε μια πιο ορθόδοξη οικονομική πολιτική, οι ευρωπαίοι θα πρέπει να αναζητήσουν λύσεις με την ‘Αγκυρα σε θέματα όπως ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης, ή ακόμα και η απελευθέρωση των θεωρήσεων βίζας για τους τούρκους πολίτες. Ωστόσο στην ΕΕ κανείς δε σκέφτεται την επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, ειδικά παραμονές των ευρωεκλογών».
Το χειρότερο σενάριο για την ΕΕ είναι η πολιτική αστάθεια την επομένη των τουρκικών εκλογών. Αν το εκλογικό αποτέλεσμα είναι οριακό, το σενάριο αμφισβήτησης του αποτελέσματος από τη μία ή την άλλη πλευρά είναι υπαρκτό. «Η αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων είναι συνηθισμένη στις τουρκικές εκλογές (2017, 2018, 2019). Αυτό που θα έχει σημασία είναι η διαφάνεια των αποτελεσμάτων», σημειώνει ο Μαρκ Πιερινί.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι όλη η Ευρώπη και οι θεσμοί, μόνο αδιάφοροι δεν είναι για τις εκλογές στην Τουρκία.