«Τα τελευταία πέντε χρόνια ο κατώτατος και ο μέσος μισθός στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί περισσότερο από ότι οι τιμές», ενώ «το πραγματικό κατά κεφαλή εισόδημα έχει αυξηθεί στην Ελλάδα σε βαθμό σημαντικά υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου», σημειώνει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών με αφορμή δύο άρθρα που δημοσιεύθηκαν από το ΚΕΠΕ αναφορικά με τους μισθούς, τις αμοιβές και την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων πολιτών και ιδιαιτέρως των οικογενειών με παιδιά.
Συγκεκριμένα το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών τονίζει τα παρακάτω:
*Πρώτον, τα τελευταία πέντε χρόνια ο κατώτατος και ο μέσος μισθός στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί περισσότερο από ότι οι τιμές. Συγκεκριμένα, μεταξύ 2019 και 2023 ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή έχει σωρευτικά αυξηθεί κατά 13,4%. Την ίδια περίοδο, με βάση τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, ο μέσος μισθός αυξήθηκε κατά 20,2%, ενώ ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί από το 2019 ως σήμερα κατά 27,7%.
*Δεύτερον, την τελευταία πενταετία το πραγματικό κατά κεφαλή εισόδημα έχει αυξηθεί στην Ελλάδα σε βαθμό σημαντικά υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, μεταξύ 2019 και 2023 το πραγματικό κατά κεφαλή εισόδημα στην Ελλάδα έχει αυξηθεί κατά 7,7%, ποσοστό υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3,3%) και σχεδόν τριπλάσιο της ευρωζώνης (2,3%).
*Παράλληλα, την περασμένη πενταετία η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε σειρά μείωσης φόρων αλλά και θετικών παρεμβάσεων για τα ελληνικά νοικοκυριά, πάντοτε στα πλαίσια της δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Ενδεικτικά αναφέρουμε την θέσπιση και σημαντική ενίσχυση του επιδόματος γέννησης, την αύξηση του αφορολογήτου για οικογένειες με παιδιά κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, την επέκταση των αδειών μητρότητας, την άδεια πατρότητας, την προσαύξηση των εισοδηματικών ορίων του επιδόματος θέρμανσης, την εισαγωγή κοινωνικού τιμολογίου ρεύματος πολυτέκνων, την αναμόρφωση του μισθολογίου του δημοσίου τομέα με αύξηση του οικογενειακού επιδόματος, την αύξηση των vouchers για βρεφονηπιακούς σταθμούς, την επέκταση του προγράμματος σχολικών γευμάτων κα.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα έχει αυξηθεί για όλους τους τύπους νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, και πάλι με βάση τα στοιχεία της Eurostat, από το 2019 ως το 2023 οι ετήσιες καθαρές αποδοχές σε μονάδες αγοραστικής δύναμης έχουν αυξηθεί μεταξύ 12,3% έως 15,7%, ανάλογα με τον τύπο/σύνθεση του νοικοκυριού. Σε όρους αγοραστικής δύναμης, οι αποδοχές αυτές το 2023 βρίσκονται στη 16η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 για τρεις από τις τέσσερις κύριες κατηγορίες αναφοράς, ενώ στην τέταρτη βρίσκεται στην 19η.
Ιδιαίτερα σε ότι αφορά τους εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, η Ελλάδα είναι στη μέση της κατανομής, αφού επί συνόλου 22 κρατών-μελών με νομοθετημένο κατώτατο μισθό, σε ονομαστικά μεγέθη (δηλαδή σε ευρώ) η χώρα βρίσκεται στην 11η θέση, ενώ σε όρους αγοραστικής δύναμης η Ελλάδα βρίσκεται στην 12η θέση. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός ότι το βιοτικό επίπεδο στην Ελλάδα είναι στην προτελευταία θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέχει κατά πολύ από την πραγματικότητα. Aυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία της Eurostat σε ότι αφορά την πραγματική ατομική κατανάλωση (actual individual consumption).
*Είναι ξεκάθαρο πως η Ελλάδα δεν έχει γίνει ούτε Ελβετία ούτε Σουηδία. Και τα παραπάνω δεν αναφέρονται για να πανηγυρίσουμε ή, πολύ περισσότερο, για να υποτιμήσουμε τις πραγματικές δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζουν πολλοί συμπολίτες μας. Παρατίθεται, όμως, η πραγματική εικόνα, η οποία επιβεβαιώνει την σημαντική πρόοδο που έχει επιτύχει η χώρα μας την τελευταία πενταετία, και η οποία είναι πρωτίστως κατάκτηση των Ελλήνων πολιτών. Συνεχίζουμε στον ίδιο δρόμο της προόδου, των μεταρρυθμίσεων και της σύγκλισης με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο οποίος είναι και ο μόνος που αποδεδειγμένα αποφέρει θετικά αποτελέσματα με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης.