Πάνω από τα 800 ευρώ θα διαμορφωθεί ο μεικτός κατώτατος μισθός από 1η Απριλίου, σύμφωνα με αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, καθώς στις 22 Μαρτίου θα γίνει η εισήγηση της υπουργού Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου στο Υπουργικό Συμβούλιο και από 1ης Απριλίου θα ισχύει ο νέος αυξημένος μισθός.
Αύξηση κατά 50 ευρώ περιλαμβάνει το κυβερνητικό σενάριο για το νέο κατώτατο μισθό, ώστε να διαμορφωθεί στα 830 ευρώ, από 780 που είναι σήμερα.
Με τον κατώτατο μισθό αμείβονται λιγότερο από 600.000 εργαζόμενοι, ενώ η αύξησή του επηρεάζει 19 επιδόματα, μεταξύ των οποίων το επίδομα ανεργίας που λαμβάνουν περίπου 140.000 άνεργοι. Το επίδομα ανεργίας με κατώτατο μισθό στα 830 ευρώ, θα αυξηθεί στα 509 ευρώ από 479 ευρώ που είναι τώρα.
Σημαντική θα είναι η αύξηση για όσους έχουν ήδη συμπληρωμένες τριετίες ή συμπληρώνουν νέα τριετία μέσα στο 2024. Με τον κατώτατο στα 830 ευρώ, το επίδομα τριετιών αυξάνεται στα 83 ευρώ για την 1η τριετία (προσαύξηση 10%), κατά 166 ευρώ για την 2η τριετία (προσαύξηση 20%), ενώ με 3 τριετίες η προσαύξηση ανεβαίνει στα 249 ευρώ και οι αποδοχές στα 1.079 ευρώ.
Απέχουν οι πρoτάσεις εργοδοτών και εργαζομένων
Τις προτάσεις εργοδοτών και εργαζομένων χωρίζει η «άβυσσος των 12 ποσοστιαίων μονάδων, καθώς ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ και ΓΣΕΒΕΕ έχουν προτείνει λελογισμένες αυξήσεις πέριξ του 4-5%, ενώ στον αντίποδα η ΓΣΕΕ προτείνει αύξηση 16,4% (128 ευρώ) και διαμόρφωση του νέου κατώτατου μισθού στα 908 ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα οι εργοδοτικοί φορείς προτείνουν αυξήσεις από 3,5% (ΕΣΕΕ) έως 5% (ΣΕΤΕ), δηλαδή νέο κατώτατο μισθό 807,3 ευρώ έως 819 ευρώ. Οι εργοδότες επιμένουν ότι η αύξηση θα πρέπει να κινηθεί χαμηλά με γνώμονα το ύψος του πληθωρισμού του 2023, που ήταν γύρω στο 3,5% και να συνδυαστεί με μέτρα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους.
Αύξηση 4% στον κατώτατο μισθό προτείνει ο ΣΕΒ, εκτιμώντας ότι το ποσοστό αυτό «αντανακλά τις πραγματικές δυνατότητες των επιχειρήσεων και μπορεί να ενισχύσει το σύνολο της οικονομίας». Επιπλέον ζητά μείωση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής εργασίας τουλάχιστον κατά 2,6% το 2025-2027.
«Πρόκειται για δύο δομικά προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας – σημειώνει ο Σύνδεσμος – τα οποία επιβαρύνουν τόσο τα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα των εργαζομένων όσο και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων».
Τις θέσεις του αυτές ανέπτυξε το προεδρείο του Συνδέσμου στην υπουργό Εργασίας κυρία Δόμνα Μιχαηλίδου, την οποία συνάντησε στο πλαίσιο των επαφών της υπουργού με τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων.
Οι εκπρόσωποι της ελληνικής βιομηχανίας επανέλαβαν την θέση τους ότι η πλήρης αξιοποίηση των ωφελειών από την όποια μισθολογική μεταβολή, είναι αναγκαίο να συνδυαστεί με προσαρμογές στα υψηλά επίπεδα της φορολογίας και του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας.
Ο Σύνδεσμος επισημαίνει πέντε ακόμη παρεμβάσεις καθοριστικής σημασίας για την εργασία:
- Μείωση φορολογίας μισθωτής εργασίας, η οποία θα έχει άμεσα θετικές συνέπειες στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
- Εξορθολογισμός του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας (εισφορές).
- Στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών με τη λήψη στοχευμένων μέτρων.
- Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής και αδήλωτης / υποδηλωμένης εργασίας.
- Περαιτέρω ενίσχυση των εισοδημάτων μέσα από παραγωγικές επενδύσεις και ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου.