Σχεδόν όλοι οι Ελληνες (το 92%) αντιλαμβάνονται γενικώς πως τα δίκτυα νέας γενιάς (5G) θα φέρουν μεγάλες αλλαγές στη ζωή τους και στην οικονομία. Ταυτόχρονα όμως, 6 στους 10 φοβούνται ότι η έλευση του 5G μπορεί να έχει επιπτώσεις στην υγείας μας λόγω της έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Επίσης, οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν μεν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της νέας αυτής τεχνολογίας, αλλά δεν ξέρουν πώς να την αξιοποιήσουν, καθώς δεν έχουν αντιληφθεί επαρκώς τις αλλαγές που μπορεί να φέρει το 5G στην αναμόρφωση των επιχειρήσεων.
Μάλιστα, η συντριπτική πλειονότητα, ήτοι το 82%, δήλωσε ότι χρειάζεται υποστήριξη από εξειδικευμένους συνεργάτες προκειμένου να αντιληφθεί και να σχεδιάσει πιθανές εφαρμογές του 5G στις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης που εκπόνησε η Accenture με θέμα «Fuel for Innovation: Greece’s race to 5G», οι Ελληνες καταναλωτές είναι θετικά διακείμενοι απέναντι στο 5G, με το 76% να θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό να βρίσκεται η χώρα μας μεταξύ των κρατών-ηγετών της νέας τεχνολογίας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Αρκετοί Ελληνες καταναλωτές θεωρούν πως το 5G μπορεί να συμβάλει στη συνδεσιμότητα σε μη αστικές περιοχές (89%), στις μεταφράσεις γλωσσών σε πραγματικό χρόνο (89%) καθώς και στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης από απόσταση (87%).
Οι υψηλές ταχύτητες στο Διαδίκτυο και ο ενιαίος λογαριασμός για ευρυζωνικές υπηρεσίες στο σπίτι και στο κινητό σε χαμηλότερη τιμή αποτελούν τα δύο βασικότερα κίνητρα για τη στροφή τους στο 5G. Ωστόσο, παρά τη θετική στάση που διατηρούν στην έλευση της νέας τεχνολογίας, πάνω από 1 στους 2 παραμένει επιφυλακτικός εξαιτίας των υψηλών μηνιαίων τελών (65%), των επιπτώσεων που μπορεί να έχει το 5G στην υγείας μας (59%) αλλά και του κόστους απόκτησης κινητών νέας γενιάς (51%). Πρόκειται ουσιαστικά για τα βασικότερα εμπόδια στην υιοθέτηση του 5G. Παράλληλα, η μελέτη επισημαίνει ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι που έχουν μπει στην κούρσα του διαγωνισμού για το 5G εμφανίζονται με κοινή στρατηγική εξετάζοντας ακόμη και πιθανά μοντέλα συνεργασίας για την κοινή ανάπτυξη του δικτύου. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι πάροχοι έχουν ήδη ξεκινήσει να κάνουν πιλοτικές δοκιμές της νέας τεχνολογίας, ωστόσο εκτιμάται ότι το 5G θα αρχίσει να αναπτύσσεται σταδιακά από τις αρχές του 2021.
Ισχυρή αβεβαιότητα κυριαρχεί στους κόλπους των επιχειρήσεων για τις δυνατότητες που παρέχει το 5G, καθώς μόλις το 44% των επιχειρήσεων και των εταιρειών τεχνολογίας στην Ελλάδα πιστεύει ότι το 5G θα είναι 100 φορές ταχύτερο από το 4G. Επίσης, ένα ακόμη μικρότερο ποσοστό, της τάξης του 37%, θεωρεί ότι το νέο δίκτυο πέμπτης γενιάς θα επιφέρει επαναστατικές αλλαγές στην ταχύτητα και στη χωρητικότητα, ενώ το 82% χρειάζεται κάποια καθοδήγηση ώστε να αντιληφθεί τις πιθανές εφαρμογές του στο εσωτερικό των επιχειρήσεων. Επίσης, ένα ποσοστό της τάξης του 15% δεν γνωρίζει επαρκώς με ποιον τρόπο να χρησιμοποιήσει το 5G. Από την άλλη, βέβαια, το επίπεδο γνώσης των ελληνικών εταιρειών σχετικά με τα χαρακτηριστικά του 5G είναι εξαιρετικά υψηλό, ενώ τα στελέχη τους αναγνωρίζουν ότι η τεχνολογία έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Ωστόσο, το 51% των εταιρειών εκτιμά ότι το αρχικό κόστος επένδυσης θα είναι το κύριο εμπόδιο στην υιοθέτηση του 5G, γεγονός που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να βρουν τρόπους για να διασφαλίσουν την απόδοση των επενδύσεών τους.
Προσδοκίες για 46.000 νέες θέσεις εργασίας
Ισχυρός μοχλός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αποδεικνύεται η εγκατάσταση του 5G, συμβάλλοντας σημαντικά στην ενίσχυση του ΑΕΠ καθώς και στην αύξηση των θέσεων εργασίας. Σύμφωνα με τη μελέτη της Accenture, η εγκατάστασή του θα αυξήσει κατά 4,18 δισ. δολ. ή 1,2% το ΑΕΠ στο χρονικό διάστημα 2022-2028, ενώ σε περίπτωση συνεργασίας για την ανάπτυξη του δικτύου, η αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να αγγίξει τα 6,27 δισ. δολ. (+1,9%).
Οπως σχολιάζει η έκθεση, αρκετοί τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι εξετάζουν κάποια σενάρια συνεργασίας για την ανάπτυξη του νέου δικτύου πέμπτης γενιάς προκειμένου να επιταχύνουν τις διαδικασίες υλοποίησής του, να μειώσουν το κόστος και να ενισχύσουν τις δυνατότητες που μπορεί να παράσχει. Η συνεργασία μεταξύ των παρόχων αποτελεί, σύμφωνα με τη μελέτη, καλή πρακτική σε χώρες όπως η Βρετανία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Κίνα, η Σουηδία, η Πολωνία και η Ελλάδα.
Εστιάζοντας στην απασχόληση, η μελέτη επισημαίνει ότι το δίκτυο πέμπτης γενιάς αναμένεται να δημιουργήσει 31.000 νέες θέσεις εργασίας στη χώρα μας έως το 2028, ενώ σε περίπτωση συνεργασίας για την ανάπτυξη του δικτύου η αύξηση της απασχόλησης μπορεί να είναι τόσο μεγάλη, που να οδηγήσει στη δημιουργία 46.000 νέων θέσεων εργασίας.
Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας θα οδηγήσει στη μείωση της ανεργίας έως 0,7%, ενώ σε περίπτωση συνεργασίας για την ανάπτυξη του δικτύου πέμπτης γενιάς θα μειωθεί ακόμη περισσότερο κατά 1,1%. Συνεπώς, όπως προκύπτει από τη μελέτη, η τεχνολογία 5G θα είναι σε θέση όχι μόνο να εξελίξει τις υπάρχουσες επικοινωνίες, αλλά και να επιτρέψει τη δημιουργία καινοτόμων εφαρμογών καθώς και πρωτοποριακών επιχειρηματικών μοντέλων που θα οδηγήσουν στη δημιουργία χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην αύξηση του ΑΕΠ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μερικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας μπορούν να επωφεληθούν περισσότερο σε σχέση με άλλους από την έλευση του 5G. Η μελέτη έδωσε ιδιαίτερη έμφαση σε έξι βασικούς κλάδους, όπως τηλεπικοινωνίες/ΜΜΕ, βιομηχανία, ενέργεια, αγροτικός τομέας, Δημόσιο και τουρισμός, καθώς αυτοί παίζουν σημαντικό ρόλο στην ελληνική οικονομία, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 50% του ΑΕΠ.
Στους συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας δραστηριοποιούνται ανταγωνιστικές εταιρείες, ενισχύοντας την ελληνική οικονομία λόγω της ψηφιακής τους ωριμότητας. Επομένως, η μελέτη τονίζει ότι συνιστούν χαρακτηριστικά παραδείγματα κλάδων που μπορούν να μετασχηματιστούν πλήρως με τη νέα τεχνολογία.
Τέλος, η μελέτη της Accenture τονίζει ότι η πορεία προς το 5G τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις επιχειρήσεις δεν θα είναι εύκολη και απλή υπόθεση. Προκειμένου να αναπτυχθεί το δίκτυο πέμπτης γενιάς στη χώρα μας θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να επιταχυνθεί η διαδικασία δημοπρασίας φάσματος, να γίνουν επενδύσεις σε ασύρματες υποδομές, να υπάρξει διαχείριση των προκλήσεων ασφάλειας και να αντιμετωπιστεί το αίσθημα της τεχνοφοβίας.
Πηγή: kathimerini.gr