Την εκτίμηση πως με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα κάποια ξενοδοχεία θα αρχίσουν σταδιακά να ανοίγουν από τον Ιούνιο, πλην όμως με πρωτοκόλλα υγειονομικής διασφάλισης που μένει ακόμα να προσδιοριστούν ποια θα είναι, διατύπωσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.
Επιπλέον, ξεκαθαρίζοντας πως πρόκειται για προσωπική του διαισθητική εκτίμηση ο Γιάννης Ρέτσος σημείωσε ότι οι αγορές από τις οποίες αναμένεται να αντλήσει φέτος ο τουρισμός ταξιδιώτες είναι αφενός, η εσωτερική αγορά και αφετέρου, χώρες οι οποίες έχουν καλές επιδόσεις στην αντιμετώπιση της επιδημίας όπως το Ισραήλ, η Κύπρος, τα Βαλκάνια, ο Λίβανος αλλά και κάποιες αραβικές χώρες όπως αναφερει η Καθημερινή.
Υπογράμμισε, επίσης, πως η προσπάθεια επανεκκίνησης του τουρισμού θα αρχίσει να εκδηλώνεται στα μέσα του τρίτου τριμήνου και θα αποκτήσει κάποια δυναμική όχι νωρίτερα από τον Σεπτέμβριο. Σε αυτό το περιβάλλον δεν αναμένει να λειτουργήσουν φέτος όλα τα εποχικά ξενοδοχεία και γι’ αυτό θεωρεί πως πρέπει να υπάρχει επέκταση των μέτρων στήριξης των εργαζομένων, ενώ όπως εκτίμησε θα απαιτηθούν χρηματοδοτήσεις σε κεφάλαια κίνησης της τάξεως του 1,5 με 2 δισ. ευρώ. Επιπλέον, για να έχει οιαδήποτε επιτυχία αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να διασφαλιστεί και ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού, την οποία συνέδεσε με την ύπαρξη των απαραίτητων εργαλείων όπως η μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ σε όλη την αλυσίδα του κλάδου (ξενοδοχεία, αερομεταφορές, ακτοπλοΐα κ.λπ.), η κατάργηση του τέλους διανυκτέρευσης και στοχευμένες προωθητικές ενέργειες όπως αυτή που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη, το Greece From Home. Σε κάθε περίπτωση, δηλώνει αδυναμία να εκτιμήσει ποιο ποσοστό από τα 18 δισ. ταξιδιωτικών εισπράξεων του 2019 μπορεί να επαναληφθεί φέτος. Αρκέστηκε να επισημάνει πως «το πρώτο δίμηνο είχαμε έσοδα 1,7 δισ. και η απόσταση μέχρι τα 18 δισ. είναι μεγάλη».
Πώς, όμως, θα διασφαλιστεί η υγειονομική ασφάλεια τόσο του προορισμού όσο και των επισκεπτών; Απαντώντας σε αυτό το ερώτημα της «Κ», ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ εξήγησε πως βρίσκεται σε εξέλιξη μια προχωρημένη συζήτηση για τη δυνατότητα μαζικών τεστ, πιθανότατα στα αεροδρόμια αναχώρησης. Συμπλήρωσε δε ότι αφού η κυβέρνηση ολοκληρώσει την κουβέντα με τους επιστήμονες, θα φανεί τι θα χρειαστεί όσον αφορά το θέμα του τυχόν «πιστοποιητικού υγείας», τόσο του προορισμού όσο και του επισκέπτη. Θυμίζοντας διαρκώς πως τα πράγματα παραμένουν ρευστά και ενδεχόμενη υποτροπή της επιδημίας μπορεί να ανατρέψει τους σχετικούς σχεδιασμούς, έθεσε ως προϋπόθεση για τη βιώσιμη και επιτυχημένη επανεκκίνηση του κλάδου αλλά και της οικονομίας γενικότερα, την ύπαρξη μιας συντονισμένης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο προσπάθειας. Οι σχετικές εκτιμήσεις διατυπώθηκαν από τον Γιάννη Ρέτσο στο πλαίσιο ευρείας τηλεδιάσκεψης ενημέρωσης που έγινε την τρίτη το πρωί.
Χαρακτηριστική, πάντως, της αβεβαιότητας που ακόμα υφίσταται είναι ίσως η αναφορά του προέδρου του ΣΕΤΕ στις αγορές εισερχόμενου τουρισμού. Για το κομμάτι της Βόρειας Ευρώπης λέει ότι «υπάρχει ένα θέμα με τον τρόπο που έχουν επιλέξει να αντιμετωπίσουν την πανδημία. Με εξαίρεση τη Γερμανία, οι επιδόσεις στην αντιμετώπισης της πανδημίας δεν είναι ικανοποιητικές. Η Σουηδία έχει επιλέξει την ανοσία της αγέλης. Οι Σκανδιναβοί θα είναι στην κατηγορία των αγορών που δεν ξέρω κατά πόσον θα είμαστε εμείς διατεθειμένοι να δεχθούμε».
Αναφερόμενος στο ζήτημα των υπερχρεωμένων τουριστικών επιχειρήσεων εμφανίστηκε κάθετος: «Δεν είναι ευκαιρία πλειοδοσίας για λαϊκισμό και εύκολες λύσεις και να γκρεμίσουμε έτσι με αυτή την κρίση ό,τι είχαμε χτίσει τα τελευταία χρόνια. Οχι στον λαϊκισμό, όχι σε παλιές πρακτικές, χρηματοδότηση της οικονομίας και ενίσχυση των επιχειρήσεων που μπορούν να πάνε την οικονομία στην επόμενη μέρα», ανέφερε χαρακτηριστικά. Υπογράμμισε, επίσης, ως εξαιρετικά θετική τη ρύθμιση που αναμένεται να περάσει από τη Βουλή για τα 18μηνης διάρκειας voucher έναντι προκαταβολών που έχουν καβαληθεί αντί επιστροφών, καθώς μπορούν να προστατεύσουν εν μέρει την όποια υπάρχουσα ρευστότητα στον κλάδο.
Νέοι κανόνες
Καίριας σημασίας θα είναι σε κάθε περίπτωση το νέο πλαίσιο για τα ταξίδια. Σε σχετική μελέτη η Deutsche Bank σημειώνει ότι οι εταιρείες στον τουριστικό τομέα και οι τοπικές αρχές μπορούν να λάβουν ήδη μέτρα που να βοηθήσουν τους τουρίστες να ταξιδέψουν με αποδεκτούς κινδύνους. Ενα είναι η ακύρωση των μαζικών εκδηλώσεων. «Μια συναυλία με ακροατήριο χιλιάδων ανθρώπων εμπεριέχει υψηλότερους κινδύνους από μια οικογένεια που πηγαίνει σε ορεινή πεζοπορία ή ποδηλασία». Επιπλέον, οι τουριστικές εγκαταστάσεις μπορούν να φροντίσουν να έχουν ικανά αποθέματα αντισηπτικών και προϊόντων απολύμανσης και να προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν επαρκή απόσταση μεταξύ των επισκεπτών τους. Ο περιορισμός της πρόσβασης σε ορισμένα τουριστικά αξιοθέατα θα βοηθούσε στη μείωση των συναθροίσεων. Η εφαρμογή ενός μέγιστου αριθμού επισκεπτών με βάση τα τετραγωνικά, μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη, λέει η Deutsche Bank. «Τέτοιες προετοιμασίες θα αυξήσουν σίγουρα την προθυμία των παραθεριστών να επισκεφθούν περιοχές που επί του παρόντος πλήττονται από τον ιό. Παράλληλα, οι τουρίστες ενδέχεται να κληθούν να παρουσιάσουν ειδικά ιατρικά πιστοποιητικά για να επιβεβαιώσουν ότι δεν αυξάνουν τον κίνδυνο νέου κύματος πανδημίας. Φυσικά, αυτό θα απαιτήσει το να μπορούν να γίνονται τεστ», υπογραμμίζει.